Η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη έχει αντιμετωπιστεί ώς τώρα από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας της κυρίως Αυστραλίας (τηλεόραση) ως επίσκεψη ενός «εξωτικού» θρησκευτικού ηγέτη κύρους, προς την «εξωτική» ελληνορθόδοξη κοινότητα της Αυστραλίας, που φέτος γιορτάζει μια σημαντική επέτειο.
Η επίσκεψη Βαρθολομαίου, που ώς τώρα έχει το χαρακτήρα άσκησης και διαχείρησης δημοσίων σχέσεων, συμπεριλαμβάνει συν τοις άλλοις σύντομες συναντήσεις με την πολιτική ηγεσία της Αυστραλίας σε επίσημα καλωσορίσματα, εκκλησιαστικά τελετουργικά, καθώς και σε χορούς. Δεν συμπεριλαμβάνει, για παράδειγμα, συναντήσεις γνωριμίας και αλληλοενημέρωσης του Οικουμενικού Πατριάρχη με το εκκλησίασμα και τους πιστούς, δηλαδή τον λαϊκό κόσμο.
Επίσης, το δημόσιο πρόγραμμα των συναντήσεων του Πατριάρχη αναιρεί την οικουμενικότητα του τίτλου του και της ορθοδοξίας και περιορίζει σχεδόν αποκλειστικά την παρουσία του σε εκδηλώσεις με την ελληνική ομογένεια στην Αυστραλία. Στη Μελβούρνη, για παράδειγμα, θα τιμηθεί με μια «Εθνική Παρέλαση», όπως διαφημίζει η Αρχιεπισκοπή, στην οποία θα συμμετάσχουν ελληνοαυστραλιανά σχολεία και μαθητές.
Μπορεί ο Πατριάρχης, πέρα από θρησκευτικός ηγέτης να είναι και σημαντικός διανοούμενος, αλλ’ αυτή η διάσταση της ταυτότητας και της προσωπικότητάς του έχει ξεχαστεί σε αυτό του το ταξίδι στην Αυστραλία. Δεν υπάρχουν ουσιαστικές συναντήσεις, για παράδειγμα με εκκλησιαστικούς ηγέτες άλλων θρησκευτικών δογμάτων ή με προσωπικότητες της ευρύτερης κοινωνίας της Αυστραλίας. Δεν υπάρχει δημόσιος κοινωνικός αναστοχαστικός λόγος που να συνδιαλέγεται με την ευρύτερη Αυστραλία, καθώς και με την ευρύτερη Ελληνοαυστραλία.
Αυτό όμως που παρατηρούν όσοι/ες γνωρίζουν την πολιτική και πολιτισμική ιστορία του ελληνισμού στην Αυστραλία είναι ότι, σε αυτή την πατριαρχική περιοδεία, εν αφθονία μοιράζονται οι δημόσιοι έπαινοι προς τον νυν Αρχιεπίσκο Αυστραλίας Μακάριο, όχι απλά ως θρησκευτικό ηγέτη αλλά και ως ευρύτερο «ηγέτη», ως άτομο που συστηματικά προωθεί τον εαυτό του στο ρόλο και του πολιτικού αρχηγού του ελληνισμού στην Αυστραλία. Ενός ελληνισμού που δεν τον αναγνωρίζει ως εθνάρχη του, μια και πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά πλάθεται, εκφράζεται και συμμετέχει κυρίως μέσα από τις δομές της κυρίαρχης ευρύτερης αυστραλιανής κοινωνίας και όχι μέσα από τους μικρόκοσμους της θεσμικά συγκροτημένης παροικιακής/ομογενειακής ζωής. Στους θεσμικούς μικρόκοσμους της Ελληνοαυστραλίας, η Εκκλησία παίζει σημαντικό ρόλο, όχι λόγω έργου ή ουσιαστικής αποδοχής, αλλά ως διαμεσολαβήτρια της μεταφυσικής αγωνίας των Ελληνοαυστραλών, καθώς και ως διαχειρίστρια κορυφαίων στιγμών της ζωής τους (βαφτίσεις, γάμοι, θάνατοι, ονομαστικές γιορτές).
Η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αυστραλία, δυστυχώς, περνάει απαρατήρητη από την ευρύτερη κοινωνία της Αυστραλίας, καθώς και από τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής ομογένειας. Μιας πολύμορφης ομογένειας που ιδιωτεύει, που αντιμετωπίζει ολομόναχη ή μέσα από τους θεσμούς της Αυστραλίας, στο βαθμό που υπάρχουν, προβλήματα βιοπορισμού, καθώς και ζητήματα πολιτισμικής περιθωριοποίησης, αποξένωσης κ.ά.
Πάντως, η ευρύτερη Ελληνοαυστραλία δεν παρακολουθεί και δεν ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια για την περιοδεία του Οικουμενικού Πατριάρχη ή για τα δρώμενα των θεσμικά συγκροτημένων ομογενειακών μικρόκοσμων, όχι μόνο για λόγους αδιαφορίας, ή για λόγους αδυναμίας και μη ουσιαστικής προσέγγισής της, είτε από την Εκκλησία είτε από τους παροικιακούς θεσμούς. Η αδιαφορία οφείλεται πρωτίστως στο ότι η εθνοτική ταυτότητα των Ελληνοαυστραλών βιώνεται και γίνεται κατανοητή, σε μεγάλο βαθμό, μέσα από τα συναισθήματα, τη γλώσσα, τα διανοητικά και τα πολιτισμικά εργαλεία της ηγεμονικής πολιτισμικής ομάδας της Αυστραλίας, που είναι η αγγλοκελτική.