Στο παρελθόν, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν μεγάλο κυβερνητικό κόμμα, η διαχείριση της πολυσυλλεκτικότητάς του δεν γινόταν μονάχα με όρους ιδεολογίας, πολιτικών ή με το ειδικό πολιτικό και κοινωνικό βάρος που διέθεταν οι ιδρυτές του. Πρωταγωνιστικό συγκολλητικό ρόλο είχε η διεκδίκηση, η άσκηση και η νομή της εξουσίας. Τώρα όμως...
Μένει να αποδειχτεί πώς μπορούν να συνυπάρξουν την επόμενη μέρα σε ένα μικρομεσαίο κόμμα, τέσσερα, λίγο-πολύ εκλογικά ισοδύναμα με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, πολιτικά πρόσωπα. Μένει να αποδειχτεί αν όλοι/ες τους μπορούν να υπερβούν τους εαυτούς τους...
Ο δεύτερος γύρος της ερχόμενης Κυριακής ανάμεσα στον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Χάρη Δούκα αφορά πλέον σχεδόν αποκλειστικά τον μικρόκοσμο του ΠΑΣΟΚ του 13%. Δεν είναι υπόθεση όσων στήριξαν υποψηφιότητες με πιο διευρυμένα πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε, για παράδειγμα, πόσα από τα περίπου 115.000 άτομα που ψήφισαν τον Παύλο Γερουλάνο και την Άννα Διαμαντοπούλου την πρώτη Κυριακή θα επιστρέψουν στις κάλπες την Κυριακή 13 Οκτωβρίου.
Κατά την άποψή μου, η πιο ελπιδοφόρα υποψηφιότητα για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ σε αυτή την ευνοϊκή γι’ αυτό το κόμμα πολιτική και κοινωνική συγκυρία ήταν η υποψηφιότητα του Παύλου Γερουλάνου. Είχε στοιχεία αυτοοργάνωσης, είχε πολιτική αυτονομία, είχε προοδευτικό διακηρυκτικό καθώς και επεξεργασμένο προγραμματικό λόγο. Ήταν μια υποψηφιότητα που απευθύνονταν σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και σε πολίτες που αυτοτοποθετούνται και στα αριστερά και στα δεξιά του σημερινού ΠΑΣΟΚ. Ο Παύλος Γερουλάνος, ως πολιτικός της πεποίθησης, έκανε σημαία του σε αυτήν την προεκλογική εκστρατεία για την ηγεσία στο ΠΑΣΟΚ το αξιακό του σύστημα. Τις ιδέες και το πρόγραμμά του, το ύφος και την αισθητική του. Το εγχείρημά του μπορεί να ηττήθηκε οριακά στην κάλπη στις 6 Οκτωβρίου, εκτιμώ όμως πως θα κερδίζει όλο και μεγαλύτερο έδαφος στην κοινωνία, όσο περνάει ο καιρός, όσο οι πολίτες βλέπουν, ακούν, γνωρίζουν και κρίνουν, επί του πραγματικού, το πώς πολιτεύεται και πώς κινείται στα κοινά το κάθε δημόσιο πρόσωπο, εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ.
Η υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου είχε διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από αυτήν του Παύλου Γερουλάνου. Η υποψηφιότητά της ήταν λιγότερο χειραφετητική, λιγότερο κινηματική, λιγότερο κοινωνική, λιγότερη προοδευτική από αυτήν του Γερουλάνου, για παράδειγμα. Ήταν μια υποψηφιότητα από πάνω προς τα κάτω και όχι το αντίστροφο. Η υποψηφιότητα αυτή υποστηρίχτηκε, κατά την άποψή μου, από δυνάμεις που επιθυμούν θεσμικές συναινέσεις και συγκλίσεις χωρίς θεσμικές ρήξεις. Υποστηρίχτηκε επίσης από την ανθρωπογεωγραφία της καθεστωτικής και άρχουσας «σοσιαλδημοκρατίας», που ασκεί εξουσία σε πολλά διαφορετικά πεδία της νεοελληνικής κοινωνίας ολόκληρες δεκαετίες, αρνούμενη να περάσει στο «περιθώριο» των πολιτικών και άλλων εξελίξεων της χώρας. Μου έκανε εντύπωση η απαξίωση με την οποία απεθύνονταν διάφοροι «θεωρητικοί» του χώρου που αισθάνεται άνετα με την Άννα Διαμαντοπούλου, προς την προγραμματική διακήρυξη Αναγέννηση του Παύλου Γερουλάνου.
Όποιος όμως και αν εκλεγεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στον β’ γύρο, την επόμενη Κυριακή 13 Οκτωβρίου, γνωρίζει ότι η διάρκεια της θητείας του δεν θα καθοριστεί από το καταστατικό του κόμματος. Το εκλογικό αποτέλεσμα στις επόμενες βουλευτικές εκλογές θα καθορίσει τη θητεία του νέου προέδρου. Φυσικά, το προνόμιο της διακήρυξης των εκλογών ανήκει στον πρωθυπουργό της χώρας, αλλά...
Ούτε η κυβέρνηση ούτε τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα μπορούν να προσδιορίσουν με σχετική ακρίβεια το κοινωνικό, το οικονομικό, το πολιτικό πλαίσιο, τη συγκυρία, καθώς και το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών.