Σε δήλωσή του στις 25 Σεπτεμβρίου 2024, ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ανακοίνωσε μια σημαντική, κατά τα φαινόμενα, αλλαγή στο στρατιωτικό δόγμα της Ρωσίας. Ανακοίνωσε ότι το δόγμα, που πρόκειται σύντομα να τροποποιηθεί, «προτείνει να θεωρείται η επίθεση κατά της Ρωσίας από ένα μη πυρηνικό κράτος», εάν πραγματοποιείται «με τη συμμετοχή ή την υποστήριξη μιας πυρηνικής δύναμης», ως «κοινή τους επίθεση κατά της Ρωσίας». Το μήνυμα του Πούτιν προς τους ιθύνοντες και τους ψηφοφόρους στη Δύση είναι απλό: αν βοηθήσετε στρατιωτικά την Ουκρανία, θα μπορούσαμε να σας επιτεθούμε και εμείς.
Ο ρώσος πρόεδρος συνέχισε εξηγώντας ότι το νέο δόγμα «θα θέσει σαφώς τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση της Ρωσίας στη χρήση πυρηνικών όπλων». Ο Πούτιν προειδοποίησε μελαγχολικά: «Θα εξετάσουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο μόλις λάβουμε αξιόπιστες πληροφορίες για μαζική χρήση όπλων αεροπορικής ή διαστημικής επίθεσης και τη διέλευσή τους από τα κρατικά μας σύνορα. Εννοώ αεροσκάφη στρατηγικής και τακτικής αεροπορίας, πυραύλους Κρουζ, μη επανδρωμένα αεροσκάφη, υπερηχητικά και άλλα αεροσκάφη». Ο πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι οι επικείμενες αλλαγές σημαίνουν ότι η Μόσχα «διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα σε περίπτωση επίθεσης κατά της Ρωσίας και της Λευκορωσίας».
Το νέο στοιχείο στην απειλή Πούτιν σε σχέση με τις προηγούμενες δεν είναι τόσο η ειλικρίνειά της όσο το γεγονός ότι αφορά όχι ένα ήδη υφιστάμενο αλλά ένα επερχόμενο ρωσικό έγγραφο/δόγμα – και τη νέα στάση που θα απορρεύσει από αυτό. Παρά τη νέα τους ποιότητα βάσει και λόγω αυτού του στοιχείου, οι τελευταίες ανακοινώσεις του Πούτιν δεν αλλάζουν τη ρωσική θέση επί της αρχής. Οι ανακοινωθείσες αλλαγές στο ρωσικό στρατιωτικό δόγμα είναι, όπως και οι πολυάριθμες προηγούμενες δημόσιες εκφοβιστικές ενέργειες με πυρηνικά όπλα, μια ψυχολογική επιχείρηση του Κρεμλίνου.
Όπως έχει κάνει αρκετές φορές στο παρελθόν, η Μόσχα θέλει να αποτρέψει τους ξένους υποστηρικτές της Ουκρανίας να συνεχίσουν και να επεκτείνουν τη βοήθειά τους. Η προτεινόμενη τώρα αλλαγή στο στρατιωτικό δόγμα είναι μια ακόμη προσπάθεια να περιοριστεί η δυτική βοήθεια προς την Ουκρανία. Η δήλωση του Πούτιν πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της κατάστασης που επικρατεί. Τα επίσημα ρωσικά έγγραφα –είτε πρόκειται για νόμους, δόγματα, συνθήκες ή άλλα κυβερνητικά κείμενα– έχουν ελάχιστη σημασία σε μια χώρα χωρίς κράτος δικαίου και με διάχυτο κρατικό δεσποτισμό. Όπως και στις εσωτερικές υποθέσεις, το Κρεμλίνο λαμβάνει αποφάσεις βάσει πολιτικών προτιμήσεων και όχι βάσει νομικών πράξεων, οι οποίες μπορούν να προσαρμοστούν ή να αλλάξουν ad hoc ανά πάσα στιγμή.
Οι νέες ανακοινώσεις του Πούτιν, καθώς και άλλες απειλές από τον ίδιο και το περιβάλλον του, συνδέονται με τις τρέχουσες στρατηγικές συζητήσεις στη Δύση. Μια κρίσιμη συζήτηση επικεντρώνεται στο ερώτημα εάν η Ουκρανία πρέπει να εξοπλιστεί με περισσότερους και καλύτερους πυραύλους, συμπεριλαμβανομένου του εξαιρετικά αποτελεσματικού αλλά πλέον διαβόητου γερμανικού πυραύλου Κρουζ-«Taurus». Μια άλλη συζήτηση αφορά το ερώτημα αν πρέπει να επιτραπεί στην Ουκρανία να αναπτύξει δυτικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς εντός της Ρωσίας. Ειδικά το τελευταίο ζήτημα, δηλαδή η ανάπτυξη δυτικών πυραύλων στο ρωσικό έδαφος, φαίνεται να ανησυχεί το Κρεμλίνο.
Ωστόσο, τα ζητήματα αυτά πρέπει να εξεταστούν στο σημερινό ιστορικό τους πλαίσιο: Η Ουκρανία επιτίθεται πλέον σε ρωσικούς στρατιωτικούς στόχους στα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη της Κριμαίας, του Ντονέτσκ, του Λουχάνσκ, της Ζαπορίζια και της Χερσώνας για περισσότερα από δύο χρόνια – χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, δυτικά όπλα. Μετά τις παράνομες αλλά επίσημες προσαρτήσεις της Ρωσίας το 2014 και το 2022, οι πέντε αυτές περιοχές αποτελούν κανονικό ρωσικό έδαφος σύμφωνα με το τροποποιημένο σύνταγμα της Ρωσίας – και όχι απλώς «λαϊκές δημοκρατίες».
Πρόσφατα, η Ουκρανία επιτέθηκε εξίσου μαζικά σε πολυάριθμους στρατιωτικούς και βιομηχανικούς στόχους στο νόμιμο έδαφος της Ρωσίας. Τουλάχιστον ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος πέταξε ακόμη και στο ίδιο το Κρεμλίνο. Ορισμένες από αυτές τις ουκρανικές επιθέσεις είχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα, καταστρέφοντας, για παράδειγμα, μεγάλες αποθήκες πυρομαχικών βαθιά μέσα στη Ρωσία.
Το υπάρχον ρωσικό στρατιωτικό δόγμα επιτρέπει ήδη στη Μόσχα να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα σε απάντηση σε ξένες επιθέσεις που πραγματοποιούνται μόνο με συμβατικά όπλα. Οι μαζικές επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη της Ουκρανίας και η εισβολή των ουκρανικών χερσαίων δυνάμεων τόσο σε παράνομο όσο και σε νόμιμο ρωσικό έδαφος από το 2022 θα μπορούσαν να ερμηνευθούν από το Κρεμλίνο ότι επιτρέπουν στη Μόσχα να ανταποδώσει με όπλα μαζικής καταστροφής. Από το 2010, το ρωσικό στρατιωτικό δόγμα το επιτρέπει αυτό σε περιπτώσεις «επίθεσης κατά της Ρωσίας με τη χρήση συμβατικών όπλων, εάν απειλείται η ύπαρξη του κράτους». Αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ρωσικού πυρηνικού δόγματος, το οποίο επιτρέπει τη χρήση πυρηνικών όπλων ως απάντηση σε επιθέσεις με συμβατικά όπλα, επιβεβαιώθηκε εκ νέου στις «Βασικές αρχές της κρατικής πολιτικής της Ρωσικής Ομοσπονδίας στον τομέα της πυρηνικής αποτροπής» από το 2020, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν με το ρωσικό προεδρικό διάταγμα αριθ. 355.
Από το 2014, ο Πούτιν και οι συν αυτώ έχουν επανειλημμένα εκφράσει την προθυμία τους να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα για να απαντήσουν με συμβατικά όπλα στην ένοπλη αντίσταση των Ουκρανών, που υποστηρίζονται από τη Δύση, κατά της εδαφικής επέκτασης της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η φράση «η ίδια η ύπαρξη του ρωσικού κράτους» θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως το απαραβίαστο των συνόρων του, η ασφάλεια του εναέριου χώρου του κ.λπ. – συμπεριλαμβανομένων των προσαρτημένων ουκρανικών εδαφών, τα οποία η Μόσχα θεωρεί πλέον μέρος της Ρωσίας. Δεν είναι περίεργο που οι Ρώσοι πολιτικοί και προπαγανδιστές εκδίδουν πυρηνικές απειλές κατά διαφόρων χωρών σε μηνιαία βάση από το 2022.
Παρ’ όλα αυτά, πυρηνικά όπλα δεν έχουν χρησιμοποιηθεί – ούτε στην Ουκρανία ούτε αλλού. Αυτό οφείλεται στο ότι οι προφορικές ή γραπτές ανακοινώσεις της Ρωσίας για χρήση πυρηνικών όπλων δεν αποτελούν προεπισκόπηση των πραγματικών ενεργειών. Αποτελούν μέρος ενός αδίστακτου ψυχολογικού πολέμου για την υπονόμευση της αυτοάμυνας της Ουκρανίας. Η πρόσφατη ανακοίνωση του Πούτιν για αλλαγές στο ρωσικό στρατιωτικό δόγμα αποτελεί μέρος αυτού του μεγάλου διεθνούς παιχνιδιού δημοσίων σχέσεων.
Μια ρωσική απόφαση για χρήση πυρηνικών όπλων θα καθοδηγούνταν λιγότερο από τα επίσημα έγγραφα παρά από την πολιτική ισχύος. Εάν το Κρεμλίνο πίστευε ότι η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής θα ενίσχυε την εξουσία του, θα τα χρησιμοποιούσε. Μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να έχει λάβει χώρα νωρίτερα και θα μπορούσε να λάβει χώρα στο μέλλον, ανεξάρτητα από την ακριβή διατύπωση των σχετικών φράσεων σε αυτό ή σε εκείνο το επίσημο ρωσικό κείμενο. Το Κρεμλίνο θα κινηθεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση από πολιτική σκοπιμότητα και όχι από επίσημη νομιμότητα, από στρατηγική σκέψη και όχι από δογματική υποχρέωση.
Αυτό σημαίνει, πρώτον, ότι μια κλιμάκωση από τη Ρωσία εναντίον ενός κράτους του ΝΑΤΟ είναι απίθανη όσο η Μόσχα πιστεύει στην ειλικρίνεια της υπόσχεσης αμοιβαίας άμυνας της Συμμαχίας. Δεύτερον, σημαίνει ότι τα δυτικά και άλλα κράτη που ενδιαφέρονται να αποτρέψουν τη χρήση όπλων μαζικής καταστροφής από τη Ρωσία στην Ουκρανία θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι το Κρεμλίνο δεν θα πιστέψει ότι μπορεί να τη γλιτώσει. Επομένως, όλες οι κυβερνήσεις παγκοσμίως που ενδιαφέρονται να αποτρέψουν μια πυρηνική κλιμάκωση στην Ανατολική Ευρώπη πρέπει να πάρουν δημόσια θέση.
Πρέπει να καταστήσουν σαφές στο Κρεμλίνο ότι μια περαιτέρω κλιμάκωση της ήδη γενοκτονικής επίθεσης της Μόσχας κατά του ουκρανικού έθνους θα έχει σοβαρές συνέπειες για τη Ρωσία και την ηγεσία της. Ο Πούτιν απειλεί για άλλη μια φορά την ανθρωπότητα ότι η Μόσχα θα καταφύγει στα πυρηνικά όπλα αν οποιαδήποτε χώρα αντισταθεί στον συμβατικό πόλεμο επέκτασης και εξόντωσης τον οποίο διεξάγει η Ρωσία. Όλοι οι ενήλικοι που δεν συμφωνούν με μια τέτοια λογική και θέλουν να αποτρέψουν την υλοποίηση ενός τέτοιου σεναρίου πρέπει να πουν στο Κρεμλίνο ξεκάθαρα και απερίφραστα: «Όχι!».
μετάφραση: Βασίλης Α. Μπογιατζής