Η απόσυρση του Τζο Μπάιντεν είχε μοναδική αιτία τη φανερά επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Οδυνηρά γερασμένος και, σε πάρα πολλές δημόσιες εμφανίσεις του, δυσκολευόμενος να εκφραστεί ή και να κατανοεί πού βρίσκεται, ο αμερικανός πρόεδρος προκάλεσε έντονες ανησυχίες σε όλο το πολιτικό φάσμα και σε όλον τον κόσμο. Καλώς ή κακώς, το τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον αφορά όλον τον κόσμο, όχι μόνο τους αμερικανούς πολίτες και τους μόνιμους κατοίκους των ΗΠΑ.
Οι ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος είχαν καταληφθεί από ηττοπάθεια και απαισιοδοξία ενώ το στρατόπεδο του Ντόναλντ Τραμπ πανηγύριζε πρόωρα τη διαφαινόμενη νίκη του διά περιπάτου στις 5 Νοεμβρίου. Η εικόνα επιδεινώθηκε σημαντικά μετά το ναυάγιο του ντιμπέιτ της 27ης Ιουνίου στο στούντιο του CNN. Κι αυτό όχι μόνο γιατί ο Μπάιντεν είχε έντονη δυσκολία να εκφραστεί και σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης ήταν χλομός, με μισόκλειστα μάτια, αδυνατώντας να αντικρούσει τα ψεύδη που εκτόξευε ο Τραμπ.
Το πιο ανησυχητικό ήταν ότι, μετά την ολοκλήρωση του ντιμπέιτ, και για εβδομάδες, η οικογένεια του Τζο Μπάιντεν και οι στενοί σύμβουλοι και βοηθοί του οχυρώθηκαν μέσα στον Λευκό Οίκο επιδιδόμενοι σε ένα κρεσέντο δηλώσεων και διαρροών, αρνούμενοι ουσιαστικά την πραγματικότητα: «ο πρόεδρος είναι μια χαρά», «όλοι έχουν το δικαίωμα να έχουν μια ατυχή τηλεοπτική παρουσία αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτε», «οι δημοσκοπήσεις στην πραγματικότητα δεν απηχούν την κοινή γνώμη», «μετά το συνέδριο του κόμματος τον Αύγουστο στο Σικάγο όλα θα αλλάξουν».
Η επιδείνωση της υγείας του Τζο Μπάιντεν και η προσπάθεια του στενού κύκλου του να αγκιστρωθεί –οι άνθρωποί του να αγκιστρωθούν– στην εξουσία δεν είναι ούτε πρωτοφανές φαινόμενο αλλά ούτε και αποκλειστικά αμερικανικό. Μόνο τα τελευταία εκατό χρόνια, τα παραδείγματα βαρύτατα νοσούντων ηγετών σε όλον τον κόσμο που αρνούνται να παραχωρήσουν την εξουσία είναι πολλά και προκαλούν σοκ.
Σταχυολογώ οχτώ από τα πιο χτυπητά παραδείγματα, από τη Βρετανία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και την Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δεκάδες.
Ουίνστον Τσώρτσιλ
Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1951, το Συντηρητικό Κόμμα κερδίζει οριακή πλειοψηφία 17 εδρών και ο Τσώρτσιλ, σε ηλικία 77 ετών, επανέρχεται στο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ. Ο μονάρχης, Γεώργιος VI, ανησυχούσε για την κατάσταση της υγείας του Τσώρτσιλ, ο οποίος κάπνιζε δεκάδες πούρα και έπινε ασύλληπτες ποσότητες αλκοόλ από τη στιγμή που ξυπνούσε μέχρι που πήγαινε για ύπνο, κάθε μέρα, μολονότι είχε υποστεί σειρά ελαφρών εγκεφαλικών τα προηγούμενα χρόνια. Ο βασιλιάς, πάντως, δεν πρόλαβε να σπρώξει τον πρωθυπουργό του προς την παραίτηση γιατί πέθανε ο ίδιος από καρκίνο του πνεύμονα τέσσερις μήνες αργότερα. Όσο για τον Τσώρτσιλ, στις 23 Ιουνίου 1953 υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό και μεταφέρθηκε στο σπίτι του στην εξοχή για να αναρρώσει. Η ανάρρωση κράτησε πέντε ολόκληρους μήνες. Στη διάρκεια των μηνών αυτών, η ασθένεια του πρωθυπουργού κρατήθηκε μυστική, ακόμη και από τη βασίλισσα Ελισάβετ, που είχε διαδεχθεί τον πατέρα της. Τελικά, η βασίλισσα πληροφορήθηκε τη σοβαρή κατάσταση της υγείας του πρωθυπουργού ένα χρόνο αργότερα και ζήτησε από τον Τσώρτσιλ να παραιτηθεί, όπως και έγινε, τον Απρίλιο του 1955.
Αδόλφος Χίτλερ
Από τον Ιούλιο 1941, ένα μήνα μετά την εισβολή στην ΕΣΣΔ, ο Χίτλερ άρχισε να κάνει καθημερινά ενέσεις με κοκτέιλ αναβολικών στεροειδών, βιταμινών και ορμονών για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε κυρίως στο πεπτικό του σύστημα. Από τον Αύγουστο του 1943 άρχισε τη χρήση σκληρών ναρκωτικών για να μπορέσει ο δικτάτορας να ασκεί τα καθήκοντα του. Ο γιατρός του, ο οποίος από το 1941 ουσιαστικά συγκατοικούσε με τον Χίτλερ, άρχισε να του κάνει καθημερινά, και πάνω από μια φορά, ενδοφλέβιες ενέσεις Eukodal[1], που ήταν το εμπορικό όνομα της οξυκοδώνης (oxycodone), ενός οπιοειδούς που παρασκεύαζε η Merck, η επίδραση του οποίου έχει χαρακτηριστεί «συνδυασμός ηρωίνης και κοκαΐνης»[2]. Ήταν τόσο εκτεταμένη η (κατά)χρησή του από τον Χίτλερ τον επόμενο χρόνο και είχε τόσο μεγάλη επίδραση στην ενεργητικότητά του, ώστε τα μέλη του γενικού επιτελείου της Βέρμαχτ που ζούσαν μαζί του στη Λυκοφωλιά, στην ανατολική Πρωσία, άρχισαν να παίρνουν Pervitin, δηλαδή συνθετική αμφεταμίνη (“speed”), για να μπορούν να παρακολουθούν τις πολύωρες ομιλίες του με τις οποίες εξήγγειλλε εμμονικά την «επικείμενη νίκη της Γερμανίας στο ανατολικό μέτωπο». Τον τελευταίο ενάμισι χρόνο του πολέμου, ουσιαστικά, τη Γερμανία κυβερνούσε μια ομάδα από πρεζόνια, εθισμένα στα πιο σκληρά ναρκωτικά που είχε επινοήσει η κραταιά γερμανική φαρμακοβιομηχανία. Όταν στις 20 Ιουλίου 1944 έγινε η απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ από τον Κλάους φον Στάουφενμπεργκ, όλοι οι μάρτυρες δήλωσαν μετά ότι ο φύρερ, παρ’ όλο που ήταν σοβαρά τραυματισμένος, χαμογελούσε και δεν παραπονιόταν ότι πονούσε όταν οι γιατροί τραβούσαν τα γυαλιά και άλλα θραύσματα από το δέρμα του: μισή ώρα πριν από την έκρηξη είχε κάνει ένεση με Eukodal και το σώμα του ήταν μουδιασμένο από τα σκληρά ναρκωτικά. Από εκείνη την ημέρα έκανε καθημερινά πολλαπλές ενέσεις οξυκοδώνης, η καθεμιά από τις οποίες ήταν των 20 mg, δηλαδή τέσσερις φορές η συνήθης δόση για αντιμετώπιση πόνου. Επίσης, για να αντιμετωπίσει τους πόνους από τη ρήξη των τυμπάνων και των δύο αυτιών του από την έκρηξη, ο γιατρός του άρχισε να του κάνει κομπρέσες με κοκαΐνη σε υγρή μορφή (διάλυμα 10%) στη ρινική κοιλότητα. Ο Χίτλερ εθίστηκε αμέσως και, μέχρι το τέλος της ζωής του, χρησιμοποιούσε καθημερινά ασύλληπτες ποσότητες κοκαΐνης και οξυκοδώνης. Λίγο πριν πεθάνει, οι φλέβες του ήταν πλέον άχρηστες και οι γιατροί του προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν τις μολύνσεις από τις σύριγγες με συνεχώς μεγαλύτερες δόσεις ναρκωτικών. Εικάζεται ότι όλες οι παράλογες αποφάσεις του μετά το καλοκαίρι του 1944 ήταν αποτέλεσμα της τεχνητής ευφορίας που του προκαλούσαν τα κοκτέιλ ναρκωτικών τα οποία έπαιρνε ενδοφλέβια πολλές φορές κάθε μέρα.
Γούντροου Γουίλσον
Στις 2 Οκτωβρίου 1919, στο τέλος του τρίτου χρόνου της δεύτερης θητείας του, ο αμερικανός πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον παθαίνει σοβαρό εγκεφαλικό που έχει αποτέλεσμα να παραλύσει όλη η αριστερή του πλευρά και να απωλέσει μέρος της όρασής του στο δεξί μάτι του. Η σύζυγός του και ο γιατρός του τον απομόνωσαν στο δωμάτιό του στον Λευκό Οίκο και όλες οι επικοινωνίες μεταξύ του προέδρου και των υπουργών του πραγματοποιούνταν μέσω της συζύγου του, η οποία ουσιαστικά κυβερνούσε τη χώρα. Η Αμερική περνούσε σοβαρή κρίση: το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου είχε αποτέλεσμα πληθωρισμό, εργατικές διεκδικήσεις, απεργίες κ.λπ. Ο πρόεδρος της χώρας ήταν κλινήρης και ημιπαράλυτος. Μέλη του Κογκρέσου προσπάθησαν να ενεργοποιήσουν τις προβλέψεις του συντάγματος περί αντικατάστασης του προέδρου σε περίπτωση που αδυνατούσε να ασκήσει τα καθήκοντά του, αλλά κανείς από τους υπουργούς του δεν δέχτηκε να προσυπογράψει σχετική δήλωση. Τελικά, ο Γουίλσον παρέμεινε στην προεδρία ώς τις αρχές Μαρτίου 1921, όταν ορκίσθηκε νέος πρόεδρος ο Ρεπουμπλικανός Γουόρεν Χάρντινγκ. Επί ενάμιση χρόνο, την Αμερική κυβερνούσαν η σύζυγος του προέδρου, οι γιατροί του και μερικά έμπιστά τους πολιτικά στελέχη. Και κανείς δεν θέλησε να κάνει κάτι γι’ αυτό.
Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ
Ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ έγινε πρόεδρος το 1933 όντας περιορισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω πολιομυελίτιδας που τον πρόσβαλε όταν ήταν 39 ετών και με κλονισμένη κατά τ’ άλλα υγεία από δεκαετίες καπνίσματος. Από το 1940 και μετά η υγεία του επιδεινώθηκε σημαντικά και οι γιατροί του διέγνωσαν υπέρταση, στεφανιαία νόσο, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, στηθάγχη και αθηροσκλήρυνση[3]. Οι φωτογραφίες του από τους τελευταίους 12 μήνες της ζωής του δείχνουν έναν αποστεωμένο και εμφανώς άρρωστο υπέργηρο άνδρα, με μαύρες κηλίδες στο δέρμα και γύρω από τα μάτια, που με δυσκολία κρατιόταν όρθιος στην αναπηρική καρέκλα του. Πολλοί ιστορικοί εικάζουν ότι η καταστροφική για τα δυτικά συμφέροντα Διάσκεψη της Γιάλτας (Φεβρουάριος 1945) και η δυτική αδράνεια στην εδραίωση της σοβιετικής κυριαρχίας στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης οφείλονταν στην αδυναμία του Ρούζβελτ να εναντιωθεί στον Στάλιν, λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του. Δύο μήνες μετά (12 Απριλίου 1945), ο Ρούζβελτ πεθαίνει και γίνεται πρόεδρος ο Χάρι Τρούμαν, ο «υφασματέμπορος απ’ το Κάνσας Σίτυ», τον οποίο ο Ρούζβελτ είχε επιλέξει για αντιπρόεδρο, κι ας μην τον εμπιστευόταν για διάδοχό του, ειδικά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Όπως όλοι γνωρίζουν πλέον, ο Τρούμαν αποδείχθηκε πανάξιος ανταγωνιστής του Στάλιν και σήμερα κατατάσσεται από τους αμερικανούς ιστορικούς στην έκτη θέση της λίστας με τους καλύτερους αμερικανούς προέδρους.
Ντουάιτ Αϊζενχάουερ
Ο Ανώτατος Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Θεάτρου Επιχειρήσεων, όπως ήταν ο πλήρης τίτλος του από το 1942 έως το 1945, διαδέχθηκε τον Χάρι Τρούμαν στην προεδρία και ορκίσθηκε στις 20 Ιανουαρίου 1953, σε ηλικία 63 ετών. Ο Αϊζενχάουερ κάπνιζε 3-4 πακέτα τσιγάρα την ημέρα από την ηλικία των 20 ετών. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1954, σε ταξίδι στο Κολοράντο, έπαθε σοβαρή καρδιακή προσβολή, την οποία δεν διέγνωσε σωστά ο γιατρός που τον συνόδευε και δεν του παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες εγκαίρως. Έμεινε στο νοσοκομείο έξι ολόκληρες εβδομάδες, στη διάρκεια των οποίων, ο θεράπων ιατρός του δήλωσε προς το έθνος ότι θεωρεί μια «δεύτερη προεδρική θητεία απαραίτητη για την πλήρη ανάρρωση του προέδρου»... Στις 25 Νοεμβρίου 1957, στη διάρκεια συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου, έπαθε ελαφρό εγκεφαλικό και για λίγες μέρες δεν μπορούσε να μιλήσει. Επιπλέον, ο Αϊζενχάουερ έπασχε από ασθένεια Κρον και χρειάσθηκε να αφαιρεθεί με χειρουργική επέμβαση τμήμα του λεπτού εντέρου του. Η κατάσταση της υγείας του προέδρου αντιμετωπίσθηκε με «διακριτικότητα» από τα ΜΜΕ των ΗΠΑ, γινόταν δηλαδή είτε μηδενική είτε ελάχιστη αναφορά στις εφημερίδες της εποχής, με αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι να μη γνωρίζουν αν και πόσο ικανός ήταν ο ηγέτης τους να διοικήσει.
Νικόλαος Πλαστήρας
Στις 10 Μαρτίου 1952, ο πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας παθαίνει εγκεφαλικό και παραλύει όλη η αριστερή πλευρά του[4]. Από εκείνη τη στιγμή είναι κλινήρης και δεν βγαίνει ξανά από το σπίτι του. Όσοι από τους υπουργούς και τους συνεργάτες του πρέπει να τον δουν, τον επισκέπτονται ύστερα από ραντεβού στην κρεβατοκάμαρά του. Ο αρχηγός του κράτους, ο βασιλιάς Παύλος, επικοινωνεί με τον αρχηγό της κυβέρνησης μέσω απεσταλμένων που τον επισκέπτονται στο σπίτι του. Παρ’ όλα αυτά, και παρά τις παραινέσεις των υπουργούν του να παραιτηθεί για να αποκτήσει η κυβέρνηση κεφαλή, ο Πλαστήρας αρνείται. Θεωρεί ότι είναι ικανός και κατάλληλος να παραμένει πρωθυπουργός. Ύστερα από 8 μήνες ουσιαστική ακυβερνησία, η χώρα πάει σε εκλογές στις 19 Νοεμβρίου 1952 και ο Ελληνικός Συναγερμός του Αλέξανδρου Παπάγου σαρώνει και σχηματίζει κυβέρνηση. Τον Αύγουστο 1953 πεθαίνει ο Πλαστήρας. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο της ζωής του δεν σηκώθηκε από το κρεβάτι του και δεν βγήκε απ’ το σπίτι του.
Αλέξανδρος Παπάγος
Στις 5 Νοεμβρίου 1954, ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπάγος επιστρέφει από περιοδεία στην Ιβηρική χερσόνησο ασθενής και αδυνατισμένος, προσβεβλημένος από ασθένεια που ποτέ δεν ταυτοποιήθηκε. Από εκείνη την ημέρα, σταδιακά, καθίσταται ανίκανος να κυβερνήσει τη χώρα. Εξετάσθηκε από κορυφαίους γιατρούς, μετέβη στην Ελβετία για να κάνει εξετάσεις, ήρθαν στην Αθήνα γάλλοι και αμερικανοί γιατροί, αλλά η ασθένειά του παρέμεινε μυστήριο. Ο ίδιος παρέμενε κλεισμένος στο σπίτι του στην Εκάλη γιατί δεν μπορούσε να μετακινηθεί. Δύο φορές τον επισκέφτηκε ο βασιλιάς Παύλος στο σπίτι του για να συνεργαστεί μαζί του. Παρ’ όλα αυτά, ο Παπάγος αρνείτο να παραιτηθεί. Ώσπου, στις 4 Οκτωβρίου 1955, πεθαίνει και δίνεται λύση στο αδιέξοδο. Η χώρα, μετά την περιπέτεια που πέρασε με την πρωθυπουργία Πλαστήρα, έμεινε πάλι ακυβέρνητη, για 8 μήνες, λόγω της επιμονής ενός νοσηρά νάρκισσου να αγκιστρωθεί με κάθε τρόπο στην εξουσία.
Ανδρέας Παπανδρέου
Fast forward 35 χρόνια μετά: ο Ανδρέας Παπανδρέου από το 1990 και μετά ήταν σοβαρά άρρωστος και σκιά του εαυτού του. Μετά τη νίκη στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1993, τη χώρα, ουσιαστικά, κυβερνούσαν η σύζυγός του Δήμητρα Λιάνη και η ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Στις 21 Νοεμβρίου 1995 εισήχθη επειγόντως στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο και από εκείνη τη στιγμή χάνει την επαφή με την πραγματικότητα και την ικανότητα να διατηρείται στη ζωή χωρίς μηχανική υποβοήθηση. Όμως, το περιβάλλον του αποκρύπτει την πραγματική κατάσταση της υγείας του και επί δύο μήνες αρχηγός της ελληνικής κυβέρνησης ήταν ένας διασωληνωμένος ετοιμοθάνατος, εκτός επαφής με την πραγματικότητα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, που αντιστεκόταν σε όσους του ζητούσαν ή τον πίεζαν να παραιτηθεί. Τελικά, τον Ιανουάριο 1996 πείθεται να παραιτηθεί και τον Ιούνιο πεθαίνει.
***
Αυτά είναι λίγα μόνο παραδείγματα από δεκάδες τέτοιες περιπτώσεις, μόνο τα τελευταία 100 χρόνια. Δυστυχώς, σχεδόν παντού, το πρόβλημα της αντικατάστασης ηγετών που αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντα τους λόγω ασθένειας δεν έχει αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά. Οι Αμερικανοί προσπάθησαν να θέσουν κανόνες υποχρεωτικής διαδοχής του προέδρου σε περίπτωση αδυναμίας του να ασκήσει τα καθήκοντά του με την 25η Τροπολογία του συντάγματος, που επικυρώθηκε το 1967 και προβλέπει ότι ο αντιπρόεδρος και το υπουργικό συμβούλιο έχουν το συνταγματικό δικαίωμα να αποφασίσουν την έκπτωση του προέδρου από το αξίωμά του. Όμως, η 25η Τροπολογία δεν χρειάστηκε να ενεργοποιηθεί μέχρι στιγμής και υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες εάν η διαδικασία θα είναι ομαλή όταν και εάν ποτέ χρειασθεί να χρησιμοποιηθεί.
Τι έγινε, λοιπόν, τον περασμένο μήνα στην Ουάσιγκτον και πώς πείστηκε να αποσυρθεί ο Τζο Μπάιντεν; Αυτό που έγινε, επί της ουσίας, ήταν, πρώτον, μια φαντασμαγορική επίδειξη της κρίσιμης σημασίας που έχει για την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας η ύπαρξη ανεξάρτητου Τύπου που έχει ανταγωνιστική και όχι συμβιωτική σχέση με την εξουσία και, δεύτερον, ένα ζωντανό σεμινάριο του πόσο πιο δυνατή και αποτελεσματική είναι η δημοκρατία όταν περιλαμβάνει πολλά κέντρα εξουσίας που, σε κρίσιμες στιγμές, μπορούν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα με ωφέλιμα αποτελέσματα για την πολιτεία.
[Παρένθεση: Δυστυχώς, η χώρα μας υστερεί σημαντικά και στους δύο παραπάνω κρίσιμους θεσμούς μιας δημοκρατικής πολιτείας. Κλείνει η παρένθεση.]
Η βουλευτίνα από την Καλιφόρνια, Νάνσυ Πελόζι, πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και ουσιαστική αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος, χρησιμοποίησε στοχευμένες διαρροές στον Τύπο σχετικές με τη δυσαρέσκεια που επικρατούσε μεταξύ των Δημοκρατικών βουλευτών και γερουσιαστών, για να ασκήσει πίεση στον Λευκό Οίκο και να πείσει τον πρόεδρο να αποσυρθεί χωρίς να εκδηλωθεί ανοιχτή ανταρσία εναντίον του, κάτι που θα πλήγωνε το κόμμα, θα δημιουργούσε πληγές και ρωγμές και θα επηρέαζε αρνητικά τις πιθανότητες επικράτησης τον Νοέμβριο. Η πρωτοβουλία της Πελόζι είχε κίνητρο εν μέρει το φάσμα της εκλογής Τραμπ αλλά, στην πραγματικότητα, η φροντίδα της ήταν διαφορετική: η έλλειψη ενθουσιασμού των Δημοκρατικών ψηφοφόρων για τον προεδρικό υποψήφιο θα είχε αποτέλεσμα την αποχή, που θα έκανε το Δημοκρατικό Κόμμα όχι μόνο να μην κερδίσει και πάλι τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων αλλά και να χάσει την ισχνή πλειοψηφία που διατηρεί σήμερα στη Γερουσία. Αυτό, για την Πελόζι, ήταν μια προοπτική περισσότερο απευκταία από την απώλεια του Λευκού Οίκου. Και ανέλαβε δράση.
Χρησιμοποίησε τον ανεξάρτητο Τύπο που, μετά την κρίση των Εγγράφων του Πενταγώνου (Pentagon Papers), το 1971, και το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, το 1972-74, όχι μόνο αποφεύγει αλλά έχει απαγορεύσει στους θεράποντές του τα πολλά πάρε-δώσε και τα «κολλητηλίκια» με την εξουσία και κυνηγάει την είδηση και την αποκλειστικότητα με μονομανία. Σε αντίθεση με τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, όταν οι διαπιστευμένοι στην Ουάσιγκτον δημοσιογράφοι έκαναν τα στραβά μάτια στις παρατυπίες και στην παραβατικότητα των πολιτικών, σήμερα οι αμερικανοί δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν τους πολιτικούς, λίγο ως πολύ, ως εν δυνάμει ψεύτες και απατεώνες και γράφουν γι’ αυτούς υπ’ αυτό το πρίσμα. Η Πελόζι δεν χρειάστηκε να κουραστεί πολύ για να ξεδιπλώσει το σχέδιό της.
Κλείνοντας, μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: το debate της 27ης Ιουνίου, που αποκάλυψε την αδυναμία του Μπάιντεν, ήταν το πρώτο στην αμερικανική πολιτική ιστορία που έγινε Ιούνιο. Όλα μέχρι φέτος είχαν γίνει τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο, δηλαδή μετά την έναρξη της επίσημης προεκλογικής περιόδου. Ήταν ιδέα του CNN, την οποία αποδέχτηκαν τα δύο στρατόπεδα. Ο Τραμπ από αλαζονεία και ο Μπάιντεν για να δείξει ότι δεν φοβάται. Εάν ο Τραμπ είχε ακολουθήσει την πεπατημένη και είχε αρνηθεί να κάνει debate τόσο νωρίς, αφού προηγείτο στις δημοσκοπήσεις και δεν είχε κανένα λόγο να κάνει βεβιασμένες κινήσεις, η αδυναμία του Μπάιντεν θα είχε αποκαλυφθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου, στο πρώτο debate, και η εκλογή του Τραμπ θα ήταν βεβαία γιατί οι Δημοκρατικοί δε θα μπορούσαν, 2 μήνες προ των εκλογών, να κάνουν τίποτε για να την αποτρέψουν. Όμως, το πρώτο debate έγινε σχεδόν 5 μήνες προ των εκλογών και η Πελόζι είχε την άνεση χρόνου να αλλάξει τον υποψήφιο του κόμματός της για την προεδρία. Και σήμερα η αντιπρόεδρος Χάρις, από ό,τι φαίνεται, έκλεισε το δημοσκοπικό κενό με τον Τραμπ και πλέει με τα πανιά ανοιχτά προς τη νίκη. Ο Τραμπ θα έχει τα χρόνια που του έμειναν στη ζωή να περιφέρεται ντυμένος με τη ρόμπα του στους σκοτεινούς διαδρόμους του Μαρ-α-Λάγκο, όπως ο Τσαρλς Φόστερ Κέιν στους ατελείωτους διαδρόμους του Xanadu, και να προσπαθεί να καταλάβει γιατί στην ευχή δέχτηκε να συναντήσει τον Μπάιντεν σε debate τον Ιούνιο....
[1] Normal Ohler, BLITZED Drugs in the Third Reich, Mariner Books, 2018.
[2] Η οξυκοδώνη σήμερα ονομάζεται oxycontin και είναι υπεύθυνη για περίπου 70 χιλιάδες θανάτους το χρόνο στις
ΗΠΑ τα τελευταία 25 χρόνια.
[3] Conrad Black, Franklin Delano Roosevelt: Champion of Freedom, Public Affairs publishing, 2003.
[4] Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον Εμφύλιο στη Χούντα: 1952-57, Παπαζήση, 1986.