Σύνδεση συνδρομητών

Πώς η Δύση παραπλανήθηκε από τη Μόσχα

Τετάρτη, 17 Ιουλίου 2024 18:28
Boeing 777-2H6ER των μαλαισιανών αερογραμμών. Ένα τέτοιο αεροπλάνο, που εκτελούσε την πτήση Άμστερνταμ -Κουάλα Λουμπούρ (Πτήση MH17) και στο οποίο επέβαιναν συνολικά 298 άνθρωποι, συνετρίβη στις 17 Ιουλίου 2014 στην περιφέρεια του Ντόνετσκ, στην Ανατολική Ουκρανία, κοντά στα ρωσοουκρανικά σύνορα. Το αεροπλάνο χτυπήθηκε από πύραυλο εδάφους-αέρος ενώ πετούσε σε ύψος 33.000 πόδια. Κατά το πόρισμα της Ολλανδικής Επιτροπής Ασφάλειας, το αεροπλάνο καταρρίφθηκε από σοβιετικής κατασκευής πυραυλικό σύστημα. Δεν διασώθηκε κανείς.
Laurent Errera / Wikipedia
Boeing 777-2H6ER των μαλαισιανών αερογραμμών. Ένα τέτοιο αεροπλάνο, που εκτελούσε την πτήση Άμστερνταμ -Κουάλα Λουμπούρ (Πτήση MH17) και στο οποίο επέβαιναν συνολικά 298 άνθρωποι, συνετρίβη στις 17 Ιουλίου 2014 στην περιφέρεια του Ντόνετσκ, στην Ανατολική Ουκρανία, κοντά στα ρωσοουκρανικά σύνορα. Το αεροπλάνο χτυπήθηκε από πύραυλο εδάφους-αέρος ενώ πετούσε σε ύψος 33.000 πόδια. Κατά το πόρισμα της Ολλανδικής Επιτροπής Ασφάλειας, το αεροπλάνο καταρρίφθηκε από σοβιετικής κατασκευής πυραυλικό σύστημα. Δεν διασώθηκε κανείς.

Άρθρο παρέμβασης των Julia Kazdobina, Jakob Hedenskog και Andreas Umland

Ο ρωσοουκρανικός πόλεμος ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2014. Γιατί όμως οι δυτικές χώρες αναθεώρησαν σοβαρά την πολιτική τους για τα ρωσικά πράγματα οκτώ μόλις χρόνια αργότερα, μετά δηλαδή την έναρξη της πλήρους εισβολής;

Πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, στις 17 Ιουλίου 2014, ο κόσμος συγκλονίστηκε από την είδηση της συντριβής επιβατηγού αεροπλάνου των Μαλαισιανών Αερογραμμών που εκτελούσε την πτήση MH-17 από το Άμστερνταμ προς την Κουάλα Λουμπούρ στην Ανατολική Ουκρανία. Δεν σώθηκε κανένας από τους 298 επιβάτες, μεταξύ των οποίων 80 παιδιά, που επέβαιναν στο Boeing 777. Επρόκειτο για εξαιρετικά τραγικό γεγονός, μόνο ένα από τα πολλά σοβαρά συμβάντα εκείνης της χρονιάς. Κατά τη διάρκεια του 2014, εκτυλισσόταν στην Ουκρανία ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός πόλεμος μετά το 1945. Αυτό συνέβαινε μέσω ολοένα και πιο ανησυχητικών ένοπλων κλιμακώσεων ανά μήνα της Ρωσίας στην Κριμαία και στη λεκάνη του Ντόνετς (Ντονμπάς).

Ο πόλεμος της Ρωσίας ξεκίνησε με την κατάληψη της Κριμαίας από τακτικά ρωσικά στρατεύματα τον Φεβρουάριο του 2014 και συνεχίστηκε με την προσάρτηση της Χερσονήσου τον Μάρτιο του 2014. Ακολούθησε, τον Απρίλιο του 2014, η εισβολή ρωσικών άτακτων στρατευμάτων (εθελοντές, μισθοφόροι, τυχοδιώκτες, εξτρεμιστές κ.λπ.) στο Ντονμπάς και, τον Μάιο του 2014, η βίαιη κλιμάκωση των συγκρούσεων στους δρόμους με πάνω από 40 νεκρούς στην Οδησσό. Τον Ιούνιο του 2014, ένα ουκρανικό μεταγωγικό αεροσκάφος Il-76 που προσέγγιζε το αεροδρόμιο του Λουχάνσκ καταρρίφθηκε με αποτέλεσμα το θάνατο και των 49 μελών του πληρώματος και των στρατιωτών που επέβαιναν σε αυτό. Ακολούθησε η κατάρριψη του MH-17 τον Ιούλιο του 2014. Τέλος, τακτικές ρωσικές δυνάμεις άρχισαν να εισβάλλουν, σε μεγάλη κλίμακα, στην ηπειρωτική Ανατολική Ουκρανία στα μέσα Αυγούστου 2014.

Υπήρξαν έτσι, επί έξι μήνες, συνεχείς εκδηλώσεις αυξανόμενης ρωσικής στρατιωτικής επιθετικότητας στην καρδιά της Ευρώπης. Ωστόσο, η Δύση αντέδρασε μόνο υποχωρητικά με πολιτικές δηλώσεις και μικρής κλίμακας τιμωρητικά μέτρα. Τομεακές κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) εμφανίστηκαν μόλις στα τέλη Ιουλίου 2014 ως άμεση απάντηση στη ρωσική κατάρριψη του MH-17 και στη δολοφονία δεκάδων πολιτών της ΕΕ – και όχι ως αντίδραση στον ίδιο τον πόλεμο της Ρωσίας στο Ντονμπάς. Κατά τη διάρκεια των επόμενων περισσότερων από επτά ετών, ελήφθησαν ελάχιστα πρόσθετα μέτρα.

Μόνο μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, η Δύση άρχισε να ξυπνά, αντιλαμβανόμενη ότι η Ρωσία είναι ένα αναθεωρητικό κράτος που επιδιώκει να επιβάλει το δικό του όραμα για μια ευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας. Για να μην υπάρχει αμφιβολία, ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε ήδη καταδείξει την πρόθεσή του να κάνει ακριβώς αυτό που έκανε στην ομιλία του στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια το 2007, όπως και πολλές φορές μετά. Παρά ταύτα, όταν η Ρωσία εξαπέλυσε τη μυστική της επίθεση εναντίον της Ουκρανίας το 2014, πολλοί στη Δύση εξακολουθούσαν να πιστεύουν σε μια αμοιβαία παρεξήγηση, καθώς και ότι οι στόχοι της Ρωσίας ήταν περιορισμένοι.

Ο πόλεμος στο Ντονμπάς το 2014-22 ερμηνεύτηκε συχνά ως ενδο-ουκρανική σύγκρουση που θα μπορούσε να επιλυθεί απομονωμένη από το ευρύτερο πλαίσιο. Οι προσπάθειες αυτές δεν απέτυχαν απλώς. Οδήγησαν σε ολοένα αυξανόμενο τυχοδιωκτισμό της Μόσχας. Γιατί η Δύση απέτυχε να διαγνώσει σωστά το πρόβλημα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα; Με ποιον τρόπο σήμερα τα διδάγματα από αυτή την αποτυχία είναι σημαντικά;

 

Έλλειψη εμπειρογνωμοσύνης ανά χώρα

Οι εκρηκτικές εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, καθώς και η ανάμειξη της Μόσχας στις ενδοουκρανικές υποθέσεις από το 1991 είχαν διαφύγει σε μεγάλο βαθμό της προσοχής της δυτικής δημοσιογραφίας, της ανάλυσης και της επιστήμης ήδη πριν από την έναρξη της ανοιχτής ρωσικής ανάμειξης το 2014. Όταν ορισμένοι δυτικοί δημοσιογράφοι ήρθαν να καλύψουν τα μοιραία γεγονότα εκείνης της χρονιάς, η κατάσταση επιτόπου ήταν χαοτική και η ερμηνεία της μια πρόκληση για πολλούς νεόκοπους εμπειρογνώμονες για τα θέματα της Ουκρανίας. Από την άλλη πλευρά, οι ρωσικές αφηγήσεις για την περιφερειακή κλιμάκωση στην Ανατολική και τη Νότια Ουκρανία ήταν απλές, κατανοητές και έβγαζαν νόημα για πολλούς παρατηρητές – και όχι λιγότερο για εκείνους που είχαν περιόδους διαμονής και διαβίωσης στη Μόσχα.

Υπήρχε μια κραυγαλέα έλλειψη διεθνούς ευαισθητοποίησης για τη ρωσική υβριδική μεθοδολογία στις εξωτερικές της σχέσεις. Πριν από δέκα χρόνια, ελάχιστοι κατανοούσαν τον ρωσικό τρόπο πολέμου για τον οποίο η Ουκρανία αποτελούσε πεδίο δοκιμών. Οι προσπάθειες των Ουκρανών, άλλων Ανατολικοευρωπαίων και κάποιων εν εγρηγόρσει δυτικών εμπειρογνωμόνων της περιοχής να εξηγήσουν τη στρατηγική της Ρωσίας αντιμετωπίζονταν με σκεπτικισμό. Στους εξωτερικούς παρατηρητές ακούγονταν ως υπερβολικές προειδοποιήσεις, ως μανιχαϊστικά επιχειρήματα ή ακόμη και ως θεωρίες συνωμοσίας.

Οι «αλεξιπτωτιστές» δημοσιογράφοι που έφτασαν το 2014 στην Ανατολική Ουκρανία έγιναν μάρτυρες φιλορωσικών διαδηλώσεων και άκουσαν φιλορώσους ουκρανούς πολίτες. Δεν κατάφεραν κατ’ επανάληψη να τοποθετήσουν τα γεγονότα που εκτυλίσσονταν σε ένα πλαίσιο και να κατατάξουν σωστά τη σημαντικότητα των φαινομενικά εμφανών φιλορωσικών τοπικών τάσεων. Ορισμένοι ξένοι παρατηρητές δεν μπορούσαν καν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ των κατοίκων του Ντονμπάς και των «πολιτικών τουριστών» από τις γειτονικές ρωσικές Περιφέρειες που πέρασαν ως τυχοδιώκτες τα κρατικά σύνορα ή μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στην Ουκρανία για να συμμετάσχουν στη «ρωσική άνοιξη».

Αντίθετα, οι φιλο-ουκρανοί δημοσιογράφοι και άλλες αντι-αποσχιστικές τοπικές φωνές στο Ντονμπάς αντιμετώπιζαν ανοιχτές απειλές και σωματική βία από τους πολιτικούς τους ανταγωνιστές που συχνά καθοδηγούνταν από τη Μόσχα ή μερικές φορές απλώς μετανάστευαν από τη Ρωσία. Συχνά, οι φιλο-ουκρανοί ντόπιοι δεν μπορούσαν να εκφράσουν δημόσια τη θέση τους και έτσι παρέμεναν αόρατοι για τους δημοσιογράφους που επισκέπτονταν την περιοχή. Ορισμένοι Ανατολικοουκρανοί που αντιστέκονταν στην κατάληψη της εξουσίας απειλήθηκαν, δέχθηκαν επιθέσεις, απήχθησαν, τραυματίστηκαν σοβαρά ή σκοτώθηκαν κρυφά από συνεργαζόμενους παράγοντες με τοπικά ή ρωσικά συμφέροντα. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι από όσους εκπροσωπούσαν τέτοια συμφέροντα, ενθαρρύνθηκαν, χρηματοδοτήθηκαν ή τοποθετήθηκαν από τη Μόσχα την περίοδο 2014-2021. Όπως αποδείχθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022, όλα αυτά έγιναν για να προετοιμάσουν την ενδεχόμενη προσάρτηση από τη Ρωσία των περιφερειών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ.

 

Κοιτάζοντας την Ουκρανία μέσα από τους ρωσικούς φακούς

Τα δυτικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να επεκτείνουν την παρουσία τους στην Ουκρανία σε ικανοποιητικό βαθμό μόλις τον Δεκέμβριο του 2021, την παραμονή της πλήρους εισβολής. Πριν από αυτό, μεγάλο μέρος των ρεπορτάζ γινόταν από ανταποκριτές που είχαν έδρα τη Μόσχα και μιλούσαν μόνο ρωσικά. Όπως δήλωσε ο Οτάρ Ντοβζένκο στο Radio Liberty«Αν ζεις στη Ρωσία και διαβάζεις ρωσικά μέσα ενημέρωσης, είτε είσαι Αμερικανός, Γερμανός ή Γάλλος, αρχίζεις να βλέπεις τα γεγονότα στην Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Λευκορωσία κάπως μέσα από τα ρωσικά μάτια».

Η Washington Post άνοιξε το γραφείο της τον Μάιο του 2022 και η πρώην ανταποκρίτρια του γραφείου της στη Μόσχα, Isabel Khurshudyan, στάλθηκε για να κάνει ρεπορτάζ για την Ουκρανία. Ομοίως, οι New York Times (NYT) άνοιξαν γραφείο στην Ουκρανία τον Ιούλιο του 2022. Ο Andrew E. Kramer, ο οποίος είχε ζήσει στη Ρωσία για περισσότερα από 15 χρόνια, είχε εργαστεί στο γραφείο της Μόσχας των NYT και είχε γράψει μεροληπτικά άρθρα για την Ουκρανία, διορίστηκε επικεφαλής του γραφείου του Κιέβου.

Παράδειγμα μιας τέτοιας ανισόρροπης αναφοράς ήταν ένα άρθρο των NYT τον Φεβρουάριο του 2022 από τον Kramer με τον ατυχή τίτλο «Οι ένοπλοι εθνικιστές στην Ουκρανία αποτελούν απειλή όχι μόνο για τη Ρωσία» - μια διατύπωση που σε μεγάλο βαθμό συμφωνεί με την επίσημη ρωσική προπαγάνδα εκείνη την εποχή και σήμερα. Το περιεχόμενο του άρθρου που δημοσιεύτηκε δύο εβδομάδες πριν από την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας, με σκοπό την «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, ήταν, το λιγότερο, κοντά στην αιτιολογία από τον Πούτιν των λόγων για την επίθεση στην Ουκρανία. Ωστόσο, ο Kramer προειδοποίησε για «δεκάδες δεξιές ή εθνικιστικές ομάδες που αντιπροσωπεύουν μια ισχυρή πολιτική δύναμη στην Ουκρανία». Η εικόνα που ζωγράφισε ο Kramer στο άρθρο ήταν μια παραποίηση του κομματικού και πολιτικού τοπίου της Ουκρανίας στις αρχές του 2022. Φουσκώνοντας υπέρμετρα τη ριζοσπαστική δεξιά της Ουκρανίας, ακολούθησε μια γραμμή δημοφιλή στα ΜΜΕ που επηρεάζονται από το Κρεμλίνο, και μπορεί να είχε ζωγραφιστεί διαφορετικά (ή και καθόλου) αν ο συγγραφέας ζούσε τα προηγούμενα χρόνια στο Κίεβο και όχι στη Μόσχα.

Πολλοί έμαθαν τελικά να είναι πιο επικριτικοί απέναντι στις ρωσικές αφηγήσεις. Ορισμένοι, όπως ο ανταποκριτής του περιοδικού Time Simon Shuster, παραδέχθηκαν ακόμη και ότι έκαναν λάθος. Ωστόσο, παρέμεινε και ενίοτε παραμένει μέχρι σήμερα μια αγκυλωτική προκατάληψη. Όταν οι άνθρωποι μαθαίνουν κάτι για πρώτη φορά, θυμούνται την αρχική τους ερμηνεία. Χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια για να ξεμάθει κανείς τις εμπαθείς αφηγήσεις και εξηγήσεις, τις οποίες μπορεί ακόμη και σήμερα να εκμεταλλευτεί η ρωσική προπαγάνδα.

 

Διάκριση των γεγονότων από τη μυθοπλασία

Υπήρχαν πολλαπλές ενδείξεις άμεσης ρωσικής εμπλοκής σε ύποπτα γεγονότα στο Ντονμπάς από τον Απρίλιο του 2014, αν όχι νωρίτερα. Οι περισσότεροι Ουκρανοί κατάλαβαν διαισθητικά, από τις πρώτες ημέρες της υποτιθέμενης «εξέγερσης», ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Διαισθάνθηκαν ότι αυτός ο πόλεμος ξεκίνησε, κατευθύνθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τη Ρωσία. Αντίθετα, η Δύση χρειάστηκε χρόνο για να διαπιστώσει, να διευκρινίσει και να επαληθεύσει τα γεγονότα, καθώς και για να διαψεύσει τα πολλά ψέματα.

Μια προσεκτική προσέγγιση των πληροφοριών από εμπόλεμες ζώνες μπορεί, καταρχήν, να είναι καλή πρακτική. Εξυπηρετεί την αποφυγή δημοσιογραφικών λαθών, την αποφυγή της διάδοσης της παραπληροφόρησης, αλλά και της άσκοπης κλιμάκωσης. Ορισμένες φορές, ωστόσο, αυτή η επιφυλακτικότητα εμποδίζει τους ανταποκριτές και τους σχολιαστές να εκφράσουν εγκαίρως εκτιμήσεις και ερμηνείες. Ανεξάρτητα από τα κίνητρα, η αργή δημόσια αντίδραση της Δύσης στα γεγονότα που εκτυλίσσονται στη νότια και ανατολική Ουκρανία άφησε χώρο στη Μόσχα να τον γεμίσει με παραπληροφόρηση, μισές αλήθειες και απολογητικές αφηγήσεις. Πολλές από αυτές, ακόμη και αφού διαψεύστηκαν, εξακολουθούν να κυκλοφορούν σήμερα στα κοινωνικά και, εν μέρει, στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Η προκύπτουσα διστακτικότητα της Δύσης, το 2014-21, να λάβει θέση και να ενεργήσει βάσει αυτής ήταν ιδιαίτερα ατυχής όσον αφορά τη νομική και πολιτική φύση της λεγόμενης Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ (DNR) και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουγκάνσκ (LNR). Η ουκρανική πλευρά έλεγε εδώ και χρόνια ότι δεν υπήρχαν τέτοιες ανεξάρτητες οντότητες όπως η DNR και η LNR. Και τα δύο ψευδοκράτη ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος τους, τον Σεπτέμβριο του 2022, ρωσικά καθεστώτα αντιπροσώπων.

Ωστόσο, μόλις τον Ιανουάριο του 2023, μήνες αφότου οι δύο «λαϊκές δημοκρατίες» είχαν ήδη εξαφανιστεί, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) διαπίστωσε, στην απόφασή του για την υπόθεση της κατάρριψης του MH-17, επισήμως την αλήθεια. Το ΕΔΑΔ διαπίστωσε ότι η Ρωσία είχε τον ουσιαστικό έλεγχο των εδαφών της DNR και της LNR από την ίδια τη δημιουργία τους, στις 11 Μαΐου 2014. Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων σχεδόν εννέα ετών, η φύση των υποτιθέμενων ανατολικοουκρανών «ανταρτών» και των «λαϊκών δημοκρατιών» τους είχε παραμείνει ένα ανοιχτό ζήτημα. Συζητήθηκε και μερικές φορές εξακολουθεί να συζητείται αμφιλεγόμενα σε πολιτικά, ακαδημαϊκά, καθώς και άλλα δημόσια φόρουμ.

 

Δυτικός καθρέφτης που φαντάζεται τη Ρωσία

Πολλοί δυτικοευρωπαίοι πολιτικοί καθοδηγούνται από το παράδειγμα της ειρηνικής επίλυσης των συγκρούσεων, ανάγκη η οποία γεννήθηκε από τη δέσμευση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο να μην επιτραπεί «Ποτέ ξανά!» ο πόλεμος και η γενοκτονία. Πίστευαν ότι η Ρωσία είχε πάρει τα ίδια μαθήματα από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα όλο και πιο εμφανή προειδοποιητικά σημάδια από το 2014, ότι η Μόσχα καθοδηγείται από μάλλον διαφορετικές αξίες, αγνοούνταν συνεχώς. Οι τελικοί στόχοι και η συνολική στρατηγική της Ρωσίας παρέμειναν ασαφείς μέχρι το 2022.

Αυτό το γνωστικό πρόβλημα ήταν αποτέλεσμα ενός ακόμη μη πλήρως αναγνωρισμένου θεμελιώδους χάσματος όχι μόνο μεταξύ της ρωσικής νεο-ιμπεριαλιστικής και της δυτικής μετα-αποικιακής κοσμοθεωρίας, αλλά και μεταξύ του διεθνούς τρόπου δράσης της Μόσχας και της δυτικής μεταπολεμικής στρατηγικής κουλτούρας. Ο επιχειρησιακός τρόπος της Ρωσίας είναι ευέλικτος και αναπτύσσεται μέσω της μεθόδου της δοκιμής και του σφάλματος (trial and error). Το Κρεμλίνο αναζητά τρωτά σημεία που μπορούν να αξιοποιηθούν και προτιμά να επιτίθεται, όσο το δυνατόν περισσότερο, κάτω από ένα όριο που θα προκαλέσει αντίποινα. Η Δύση προσπάθησε να αντιμετωπίσει τις κρίσεις που προκύπτουν από τις ρωσικές ενέργειες κατά περίπτωση και να δώσει προτεραιότητα στο πιο καυτό σήμερα σημείο. Δεν αντιμετώπισε επαρκώς το μεγάλο σχέδιο της Μόσχας για ευέλικτη ανατροπή και την ευρύτερη στρατηγική δημιουργίας χάους που βρίσκεται πίσω από τα πολλά και διάφορα επιμέρους «ενεργά μέτρα» (έννοια της KGB).

Αρχικά, ορισμένοι ξένοι παρατηρητές δίσταζαν ακόμη και να αναγνωρίσουν ότι ο πόλεμος στο Ντονμπάς αποτελούσε συνέχεια της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία. Με κάθε μήνα νέας ρωσικής κλιμάκωσης και δημοσιογραφικής αποκάλυψης, γινόταν όλο και πιο φανερό ότι η ένοπλη αντιπαράθεση στην Ανατολική Ουκρανία ξεκίνησε σκόπιμα, καθώς και διατηρήθηκε κρυφά από μία από τις δύο πλευρές – και μάλιστα από την πολύ ισχυρότερη. Ωστόσο, παρέμενε η αφελής πεποίθηση ότι ο πόλεμος στο Ντονμπάς αποτελούσε απλώς μια ατυχή αντιπαράθεση μεταξύ εξίσου θεμιτών αλλά αποκλινόντων τοπικών συμφερόντων που θα επιλύονταν μέσω κοινών διαπραγματεύσεων, διαβουλεύσεων και διαμεσολάβησης.

 

Η Ρωσία χειραγωγεί το πλαίσιο επίλυσης των συγκρούσεων

Ακολουθώντας μια τακτική που είναι γνωστή ως «αντανακλαστικός έλεγχος»  ή «έλεγχος κλιμάκωσης», η ρωσική ηγεσία χρησιμοποίησε εργαλειακή επιθετικότητα μέσω αντιπροσώπων για να επιβάλει τη θέλησή της στην Ουκρανία και τις αντιλήψεις της στους δυτικούς εταίρους. Η επιθετική συμπεριφορά εναλλασσόταν με υποτιθέμενη αποκλιμάκωση και προσποιητή παραχώρηση για να εξαπατήσει τους δυτικούς πολιτικούς και διπλωμάτες και να τους κάνει να ελπίζουν ότι η ειρηνική επίλυση παραμένει δυνατή. Για παράδειγμα, κατόπιν αιτήματος του Πούτιν, η Άνω Βουλή του Ρωσικού Κοινοβουλίου, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, ανακάλεσε τον Ιούνιο του 2014 μια προηγούμενη άδεια που είχε δώσει στον πρόεδρο να χρησιμοποιήσει ρωσικά στρατεύματα στην Ουκρανία τον Μάρτιο του 2014. Υποτίθεται ότι αυτό έγινε για την υποστήριξη μιας λύσης της σύγκρουσης με διαπραγματεύσεις.

Ωστόσο, οι τακτικές δυνάμεις συνέχισαν να αναπτύσσονται κρυφά και εισήλθαν στην Ουκρανία, σε μεγάλη κλίμακα, στα μέσα Αυγούστου 2014. Το αρχικά διακηρυγμένο σχέδιο Novorossiya (Νέα Ρωσία), δηλαδή η πρόθεση της Μόσχας να αποσπάσει ολόκληρο το νοτιοανατολικό τμήμα της Ουκρανίας από τον έλεγχο του Κιέβου, έκλεισε τον Οκτώβριο του 2014. Και αυτό εκλήφθηκε από πολλούς ως χειρονομία αποκλιμάκωσης, αλλά αποτέλεσε απλώς μια τακτική υποχώρηση της Μόσχας. Σε μια νέα προσπάθεια, το σχέδιο Novorossiya αναβίωσε οκτώ χρόνια αργότερα σε συνδυασμό με την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» και σήμερα υλοποιείται με απροκάλυπτη ανάπτυξη ρωσικών τακτικών δυνάμεων.

Η εμπλοκή της Ρωσίας στο παζάρεμα φαινομενικών συμφωνιών με τον εχθρό της προετοιμάζεται και συνοδεύεται από στοχευμένη κλιμάκωση. Αυτό γίνεται για να ασκηθεί η μέγιστη δυνατή πίεση στον διαπραγματευτικό εταίρο. Το καλοκαίρι του 2014 και τον χειμώνα του 2014-2015 προηγήθηκαν μαζικές εισβολές τακτικών ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία και επιθέσεις εναντίον ουκρανικών στρατευμάτων, ενίοτε κατά προφανή παραβίαση των συμφωνιών με το Κίεβο, πριν από τις συμφωνίες του Μινσκ.

Καθ’ όλη τη διάρκεια των συνομιλιών, η Μόσχα υπενθύμισε τη συνεχιζόμενη ετοιμότητά της για επιθετικότητα και κυριαρχία κλιμάκωσης. Ανέπτυξε ενεργά τις τακτικές και πληρεξούσιες δυνάμεις της πριν, μεταξύ, καθ’ όλη τη διάρκεια και μετά τις διαπραγματεύσεις – ώς το 2022, σε μεγάλο βαθμό ατιμώρητα. Ταυτόχρονα, η Μόσχα διατήρησε με την πλήρη συμμετοχή της στο σχήμα της Νορμανδίας, την τριμερή ομάδα επαφής («Διαδικασία του Μινσκ») και τις δύο ειδικές αποστολές παρατήρησης του ΟΑΣΕ την ψευδαίσθηση μιας ακόμα πιθανής ειρηνικής επίλυσης.

Αυτή η δομημένη επιθετικότητα δεν αποτελούσε ένδειξη μετριοπάθειας, αλλά αποσκοπούσε στην επίτευξη των ρωσικών στόχων χωρίς, όσο το δυνατόν περισσότερο, μια ανοικτή και μαζική ρωσική στρατιωτική εμπλοκή που θα προκαλούσε αντίποινα. Οι δήθεν διαλλακτικές κινήσεις και η παρελκυστική τακτική της Μόσχας κατάφεραν να εξαπατήσουν πολλούς δυτικούς παρατηρητές. Τα ζιγκ-ζαγκ του Κρεμλίνου παρείχαν αρκετό έδαφος, για τους επιφανειακά ενδιαφερόμενους διπλωμάτες και παρατηρητές, για να ισχυριστούν ότι η ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης παρέμενε δυνατή. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία εδραίωσε τον έλεγχο των κατεχόμενων εδαφών και προετοίμασε τις επόμενες κινήσεις της.

 

Συμπεράσματα

Μόνο μετά την 24η Φεβρουαρίου 2022, η Δύση αφυπνίστηκε στην πραγματικότητα, ανέλαβε αποφασιστική δράση και επέβαλε ουσιαστικές οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία. Αμέσως μετά, οι δυτικές χώρες άρχισαν επίσης να υποστηρίζουν την Ουκρανία με βαρύ οπλισμό. Θα υπήρχαν σοβαροί λόγοι να το πράξουν ήδη από το 2014, όταν τα ουκρανικά εδάφη προσβλήθηκαν και προσαρτήθηκαν από ρωσικά τακτικά και άτακτα στρατεύματα. Ωστόσο, η Δύση στηρίχθηκε σε μια προσέγγιση διαχείρισης της κλιμάκωσης που εξέλαβε λανθασμένα τη ρωσική χρήση βίας κάτω του ορίου ως ένδειξη μετριοπάθειας. Ως αποτέλεσμα, η σύγκρουση μόνο διογκώθηκε.

Η δυτική αυταπάτη συνεχίζεται ακόμη και μετά την έναρξη της εισβολής πλήρους κλίμακας. Η δίκη το 2022 στην Ολλανδία τεσσάρων μαχητών –τριών Ρώσων πολιτών και ενός Ουκρανού πολίτη– που συμμετείχαν στην επιχείρηση της Ρωσίας στο Ντονμπάς πριν από δέκα χρόνια, η οποία οδήγησε στην κατάρριψη του MH-17 στις 17 Ιουλίου 2014, ήταν μια αμφίσημη διαδικασία. Οι Ολλανδοί ερευνητές, οι εισαγγελείς και το δικαστήριο έκαναν εξαιρετική δουλειά στη διαπίστωση των υλικών λεπτομερειών αυτού του μαζικού εγκλήματος. Ωστόσο, η δίκη περιέργως απέδωσε λανθασμένα την ευθύνη γι’ αυτό σε τρεις παραστρατιωτικούς μαχητές και όχι στον ρωσικό στρατό και το ρωσικό κράτος.

Το δικαστήριο παραδέχθηκε ότι οι τρεις «μαχητές της DPR [Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ] και συνεπώς και οι κατηγορούμενοι δεν μπορούν να θεωρηθούν ως μέρος των ενόπλων δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Αναγνώρισε επίσης ότι «η χρήση ενός Buk TELAR [...] απαιτεί ένα άρτια εκπαιδευμένο πλήρωμα. Επιπλέον, το όπλο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί τυχαία». Παρ’ όλα αυτά, το δικαστήριο ανακοίνωσε ακόμη ότι «θεωρεί νομικά και πειστικά αποδεδειγμένο ότι ο Girkin ήταν σε θέση να αποφασίσει για την ανάπτυξη και τη χρήση του Buk TELAR».

Αυτό ήταν ένα περίεργο συμπέρασμα στο βαθμό που ο Girkin ή οι άλλοι παραστρατιωτικοί μαχητές δεν ήταν σε θέση να δώσουν εντολές στους κανονικούς Ρώσους στρατιώτες που χειρίζονταν το σύστημα Buk. Την ευθύνη για το μαζικό έγκλημα της δολοφονίας των 298 αμάχων οι οποίοι επέβαιναν στο MH-17 φέρουν οι εμπλεκόμενοι αξιωματικοί και στρατηγοί των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς και ο αρχιστράτηγός τους, Βλαντιμίρ Πούτιν. Οι ανήλικοι Ρώσοι ή Ουκρανοί παραστρατιωτικοί τυχοδιώκτες που ήταν παρόντες στο σημείο απλώς βοήθησαν τους Ρώσους στρατιώτες να προσανατολιστούν στην Ανατολική Ουκρανία.

Σήμερα, είναι σημαντικό να μάθουμε με προσήλωση και να βγάλουμε συμπεράσματα από την εμπειρία του πολέμου του Ντονμπάς 2014-2021. Το ρωσικό εγχειρίδιο παιχνιδιού παραμένει το ίδιο. Η Μόσχα συνεχίζει να κατασκευάζει και να εδραιώνει ψεύτικες ιστορικές αφηγήσεις. Συνεχίζει να εκμεταλλεύεται τις κοινωνικές εντάσεις και την πολιτική πραότητα στις χώρες-στόχους της, κλιμακώνει οριζόντια και προσπαθεί να ματαιώσει μια αποφασιστική απάντηση.

Έτσι, ακούει κανείς Ρώσους και φιλορώσους εκπροσώπους με ένταση να ζητούν σήμερα  διπλωματική λύση. Ταυτόχρονα, η Μόσχα επεκτείνει καθημερινά την κατοχή της Ουκρανίας, η απλή παύση της οποίας θα σταματούσε τον πόλεμο. Η Δύση και άλλοι ξένοι παρατηρητές δεν πρέπει να εξαπατηθούν για άλλη μια φορά ή να αντιμετωπίσουν και πάλι τις διπλωματικές και στρατιωτικές εξελίξεις ως άσχετες μεταξύ τους. Δεν πρέπει να πέσουν για άλλη μια φορά στην παγίδα της λεγόμενης «ουκρανικής κρίσης» που πρέπει να κατευναστεί με τη διαμεσολάβηση στη σύγκρουση. Αντίθετα, ο πόλεμος πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητός ως πρόβλημα της Ρωσίας και να αντιμετωπιστεί καθώς και να επιλυθεί ως τέτοιο.

The Books' Journal

Το Books' Journal είναι μια απολύτως ανεξάρτητη επιθεώρηση με κείμενα παρεμβάσεων, αναλύσεις, κριτικές και ιστορίες, γραμμένα από τους κατά τεκμήριον ειδικούς. Πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους, συγγραφείς και επιστήμονες με αρμοδιότητα το θέμα με το οποίο καταπιάνονται.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.