Η ουσία της Ορθοδοξίας όμως είναι τελείως ξένη προς όλα αυτά. Τελικά όχι μόνο δεν πέρασε η γραμμή τους, αλλά η ιστορία αφάνισε μέχρι και τα ονόματά τους, δεν έμεινε κανείς γνωστός - υπέστησαν έναν πνευματικό θάνατο χειρότερο του βιολογικού, για τα δεδομένα της πίστης που υποτίθεται ότι υπηρετούσαν. Ο Μάξιμος ο Ομολογητής υπήρξε τραγικά μόνος όταν υποστήριζε τη χριστολογική του σύνθεση. Είχε εναντίον του τον βυζαντινό αυτοκράτορα, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιο, καθώς και την πλειονότητα του κλήρου. Μόνο ο Πάπας της Ρώμης Μαρτίνος τον στήριξε, χωρίς όμως να διαθέτει πολιτική ή και εκκλησιαστική δύναμη. Πλήρωσε βαρύ τίμημα για όσα υποστήριζε: του έκοψαν τη γλώσσα και το ένα του χέρι και πέθανε από τις κακουχίες της αναπηρίας του στην εξορία, ατιμασμένος και μισητός σχεδόν από τους πάντες. Λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, όμως, η χριστολογία του (που είναι συναρπαστική) αναγνωρίστηκε ως ορθόδοξη, συμβάλλοντας σε βάθος χρόνου σε ό,τι αποκαλείται σήμερα Ορθόδοξη θεολογία.
Η ιδρυματική Εκκλησία, όταν πωρώνεται θεσμικά, δεν μαθαίνει από τα λάθη του παρελθόντος. Στις μέρες μας αποφάσισε να πάρει διαζύγιο από την ελληνική κοινωνία και βέβαια από την ίδια τη ζωή και την αλήθειά της, χωρίς να αναστοχαστεί από το κάζο που έπαθε μετά την καταδίκη του Γαλιλαίου και του Κοπέρνικου - ο οποίος Κοπέρνικος είχε καταδικαστεί από ολόκληρο το ιδρυματικό φάσμα του χριστιανισμού επειδή η θεωρία του «ανέτρεπε τη φυσική τάξη πραγμάτων στον ουρανό»! Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Γιαχβέ (ο άσαρκος τότε Λόγος) άσκησε σκληρότατη κριτική στο πανίσχυρο και σκληρόκαρδο ιερατείο της εποχής διά στόματος περιθωριακών, ασήμαντων φαινομενικά ανθρώπων. Το ίδιο θα κάνει και σήμερα με το χριστιανικό ιερατείο, εκείνο που ακυρώνει τη διακονία και το πνεύμα του Χριστού επανατοποθετώντας το Σάββατο πάνω απ' τον άνθρωπο και τις ανάγκες του.