Σύνδεση συνδρομητών

Τι να κάνουμε για την εκπαίδευση: Τέχνη, Τύχη, Τόλμη

Πέμπτη, 31 Αυγούστου 2023 16:15
Μάθημα θεολογίας σε τάξη του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα, Ισπανία. Έργο του ισπανού ζωγράφου Martín de Cervera, 1614.
Martín de Cervera / Salamanca, Universidad - Biblioteca.
Μάθημα θεολογίας σε τάξη του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα, Ισπανία. Έργο του ισπανού ζωγράφου Martín de Cervera, 1614.

Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση επαναφέρει το ζήτημα της παιδείας ως κεντρική μέριμνα. Και ο υπουργός παιδείας σημείωνε πρόσφατα ότι η παιδεία του σήμερα θα κρίνει το αύριο του τόπου. Ορθώς. Αλλά η φυσιογνωμία του μέλλοντος προσδιορίζεται εν πολλοίς από τον χαρακτήρα των οραμάτων του παρόντος.

Το παρόν κείμενο υιοθετεί μακροπρόθεσμη προοπτική επί των πραγμάτων της εκπαιδεύσεως. Γράφω περί εκπαιδεύσεως και όχι περί παιδείας, διότι η τελευταία δεν μπορεί παρά να είναι το ευκταίο αποτέλεσμα της πρώτης.

Παρά τη μακροπρόθεσμη στόχευση, είναι ίσως χρήσιμο να διευκρινισθούν δύο επίκαιρα σημεία που αφορούν την «αξιοκρατία» και το ζήτημα της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως.

Υπό οποιεσδήποτε συνθήκες θα προκύπτουν άξιοι και ολιγότερο άξιοι και η κοινωνία θα χρειάζεται και θα επιλέγει τους αξιότερους. Είναι εντελώς διαφορετικό το ζήτημα αν για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης η εργασία αξίων και αναξίων θα πρέπει ενδεχομένως να αμείβεται εξίσου. Ο συλλογισμός για το επιθυμητό ή μη της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως είναι παράλληλος: Το κατά πόσον για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης θα έπρεπε να υπάρχει ή όχι ιδιωτική εκπαίδευση είναι ζήτημα που θα μπορούσε καταρχήν να τεθεί ιδίως προκειμένου περί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως, όπου τίθενται οι προϋποθέσεις προκειμένου εν συνεχεία ο νέος να έχει ίση πρόσβαση στις επαγγλεματικές ευκαιρίες (μετά ή και προ πάσης τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως). Εδώ υπάρχουν, βέβαια,  άλλοι λόγοι που συνηγορούν ίσως υπέρ της διατηρήσεως της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως: καλό είναι το κράτος να μη μονοπωλεί τον ισχυρότερο μηχανισμό διαμόρφωσης συνειδήσεων.  Στο επίπεδο της πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως είναι ήδη αργά να αποκαταστήσεις ισότητα ευκαιριών ενώ, όπως έγραφε ο αείμνηστος Τόνι Τζαντ, η ανώτερη εκπαίδευση δεν αποτελεί πάντως πρόσφορο έδαφος ασκήσεως κοινωνικής πολιτικής. Τέλος, επειδή η σχέση εκπαιδευόμενου-εκπαιδευτή είναι κατεξοχήν σχέση εμπιστοσύνης (όπως είναι και οι σχέσεις ιατρού-ασθενή, δικηγόρου-πελάτη), καλόν είναι η ευχέρεια απομάκρυνσης εκπαιδευτικών που κρίνονται ακατάλληλοι να είναι ευρύτερη από την ευχέρεια απόλυσης άλλων εργαζομένων στη σχέση εργασίας των οποίων δεν συντρέχει στον ίδιο βαθμό το στοιχείο της εμπιστοσύνης.

Το θεμελιώδες ζήτημα είναι να υπάρχει υψηλού επιπέδου δημόσια εκπαίδευση. Ακριβέστερα, να είναι προσβάσιμη σε όλους υψηλού επιπέδου εκπαίδευση (δημόσια ή ιδιωτική, αδιάφορο) υπό συνθήκες δίκαιων και ίσων ευκαιριών.

Στόχοι της εκπαιδεύσεως εν γένει είναι τρεις: παιδεία, επιστήμη, επαγγελματικές δεξιότητες. Η παιδεία οφείλει να είναι προσιτή σε όλους – στον καθένα ανάλογα με την επιθυμία του. Επιστήμη και επαγγελματικές δεξιότητες στους ικανούς κατ’ αντικειμενική (δηλαδή την των επαϊόντων) κρίση.

Σε όλες τις βαθμίδες καλόν είναι η εκπαίδευση να εποπτεύεται από έναν ανεξάρτητο φορέα πιστοποίησης. To υποχρεωτικό μέρος του προγράμματος σπουδών όλων των βαθμίδων εκπαιδεύσεως καλόν είναι να παραμένει ελάχιστο. Δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτήρια καλόν είναι να δικαιούνται να διαφοροποιούνται κατά τα λοιπά ως προς τα μαθήματα, τις δράσεις κ.λπ. που θα προσφέρουν. Έλεγχος μαθησιακών δεξιοτήτων και αποτελεσμάτων φυσικά από τον ανεξάρτητο φορέα πιστοποίησης, ο οποίος θα δικαιούται να προβαίνει και σε υποχρεωτικές υποδείξεις ως προς τη δομή του προγράμματος κατά περίπτωση.

Πρωτοβάθμια/δευτεροβάθμια εκπαίδευση: Διήκων σκοπός η προετοιμασία για το ευ ζην, εξειδικευόμενος στην προετοιμασία για έναν βίο ποιητικό είτε πρακτικό (υπό την αριστοτελική έννοια των όρων). Συνεπώς προσήκει η καλλιέργεια χρήσιμων δεξιοτήτων (υπολογιστικών, γλωσσικών, κριτικών, συνδυαστικών) αλλά και η καλλιέργεια ιδιοτήτων χωρίς απαραιτήτως εργαλειακή αξία, δηλονότι η άσκηση στην τέχνη, την τέρψη, την αδολεσχία, τη μετοχή (η διδασκαλία της αρχαίας, αλλά και της λατινικής θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και με αυτό το κριτήριο). Με τα λόγια του Ελύτη, χρειάζεται τέχνη, τύχη, τόλμη. Τέχνη, δηλαδή εφόδια που θα εξυπηρετούν το ξεπέταγμα της «πυθικής σπίθας» της δημιουργικότητας. Τύχη, για να είναι προετοιμασμένος κανείς να διακρίνει τις ευκαιρίες που του επιτρέπουν να συνδυάσει πράγματα φαινομενικά ανόμοια –χρώματα, σχήματα, ευωδιές, ήχους, γράφει ο Ελύτης– σε νέες αρμονικές συνθέσεις.  Τόλμη, για να είναι προετοιμασμένος να κάνει τομές, ενίοτε επικίνδυνες ή και επώδυνες, στην τέχνη, στην επιστήμη, στην ζωή του, εντέλει.

Τριτοβάθμια εκπαίδευση: Καθώς η παιδεία (προϋπόθεση, άλλωστε, του ευ ζην) οφείλει να είναι προσιτή σε όλους, θεσμοί τύπου «ανοιχτό πανεπιστήμιο» οφείλουν να επεκταθούν και να γενικευθούν. Το μεγαλύτερο ποσοστό των σημερινών πανεπιστημιακών σχολών και τμημάτων θα όφειλε να καταργηθεί και τα αντικείμενα που διακονούνται εκεί (όπως και οι διδάσκοντες που τα διδάσκουν) καλό θα ήταν να ενταχθούν στη δομή και τη λογική «ανοιχτών πανεπιστημίων». Εδώ η «δωρεάν παιδεία» οφείλει να εύρει το κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής της, χωρίς να αποκλείεται η αναζήτηση διδάκτρων από ορισμένους φοιητές με εισοδηματικά κριτήρια. Επαγγελματικά «δικαιώματα» δεν έχει νόημα να συνάπτονται, πόσο δε μάλλον να «κατοχυρώνονται» προς τη μορφή αυτή ανώτερης εκπαιδεύσεως. Προφανώς η αγορά θα κρίνει για την τυχόν επαγγελματική αξία της εκπαιδεύσεως αυτής.

Η επιστήμη –που συνεπάγεται τη δυνατότητα όχι μόνον της αναπαραγωγής αλλά και της προαγωγής της γνώσης– είναι εκ της φύσεώς της «αριστοκρατική» συνάμα και δαπανηρή δραστηριότητα. Συνεπώς μπορεί να υπηρετηθεί μόνο με τη συσπείρωση των υπαρχόντων πόρων, ανθρώπινων και υλικών. Τα υπάρχοντα «πανεπιστήμια» οφείλουν κατ’ ανάγκην να καταργηθούν και η επιστημονική πανεπιστημιακή γνώση και έρευνα να συγκεντρωθεί σε 3-4 μεγάλα πανεπιστημιακά ιδρύματα, συνεργαζόμενα με αντίστοιχα ερευνητικά κέντρα. Η επιλογή των εισακτέων θα πρέπει εδώ να γίνεται κατόπιν εξετάσεων κατά περίπτωση και κατά ειδικότητα – δηλαδή όχι στο επίπεδο της εξόδου από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά στο επίπεδο της εισόδου στην αντίστοιχη πανεπιστημιακή σχολή. Λόγω της κοινωνικής της σημασίας, η επιστημονική πανεπιστημιακή εκπαίδευση οφείλει να παρέχεται δωρεάν. Και εδώ η «κατοχύρωση» επαγγελματικών δικαιωμάτων δεν έχει νόημα: η επιστήμη διαθέτει ίδια κριτήρια αξίας και η αγορά το γνωρίζει και το αναγνωρίζει.

Η ανώτατη επαγγελματική εκπαίδευση οφείλει να είναι ανοικτή σε όλους κατά την πρόσβαση (για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης) αλλά να υπόκειται σε αυστηρούς ποσοτικούς και ποιοτικούς περιορισμούς κατά την έξοδο (για λόγους κοινωνικής αποτελεσματικότητας). Για τους ίδιους κοινωνικούς λόγους οφείλει να παρέχεται καταρχήν μεν δωρεάν, αλλά με δίδακτρα επιβαλλόμενα με εισοδηματικά κριτήρια είτε με ένα σύστημα φοιτητικών δανείων αποπληρωτέων μετά την αποφοίτηση. Συνεπάγεται προφανώς επαγγελματικά «δικαιώματα».

Μερικές τελευταίες σκέψεις περί τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως (και όχι μόνο): το προτεινόμενο σχήμα συνεπάγεται συρρίκνωση είτε κατάργηση των περισσοτέρων «πανεπιστημίων» που εμφανίσθηκαν στον τόπο μας τα τελευταία χρόνια για να εξυπηρετήσουν ιδιοτελείς σκοπούς πολιτικών και διδασκόντων – ιδίως στην περιφέρεια. Η προτεινόμενη συρρίκνωση δεν ελαύνεται από το κριτήριο της εξοικονομήσεως κόστους –αν και έχει και μια τέτοια ευτυχή συνέπεια– αλλά από την εκπαιδευτική λογική που εκτίθεται ανωτέρω. Εντούτοις, επειδή οι κανόνες της αγοράς έχουν τη δική τους σοφία και ο πλουραλισμός και η άμιλλα στη γνώση πάντα ωφελούν και ουδέποτε βλάπτουν, τίποτε από όσα προαναφέρθηκαν δεν θα εμπόδιζε π.χ. τη διατήρηση είτε τη δημιουργία νέων περιφερειακών πανεπιστημιακών δομών εφόσον η τοπική κοινωνία θα μπορούσε και θα επιθυμούσε να επωμισθεί το σχετικό οικονομικό κόστος (και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των εν λόγω δομών θα ικανοποιούσαν τα κριτήρια του αρμόδιου φορέα πιστοποίησης). Ούτε, φυσικά, τη λειτουργία ιδιωτικών είτε ιδρυματικών πανεπιστημιακών μονάδων είτε τη λειτουργία ξενόγλωσσων τέτοιων μονάδων, την προσέλκυση αλλοδαπών φοιτητών και επιστημόνων κ.τ.τ.

Κλείνω ζητώντας την κατανόηση του αναγνώστη για το αφορισματικό ύφος όσων προηγήθηκαν. Ας μην το αποδώσει σε υπεροψία, αλλά στον σεβασμό του χρόνου του και στην ελπίδα της προσοχής του.

Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος

Αναπληρωτής καθηγητής φιλοσοφίας, μεθοδολογίας, ιστορίας και γενικής θεωρίας του δικαίου στο τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται σήμερα στη θεωρία της δικαιοσύνης, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη φιλοσοφία του δικαίου και το ρόλο των θεσμών. Βιβλία του: Family, Law and Society (1993), Η δεύτερη οδός: Η πολιτική και νομική σκέψη του R.M. Unger (2008), Κράτος δικαίου (2010). Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. 

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.