Αναδυθήκαμε στο φως της ημέρας ελαφρά σοφότεροι.
Επόμενος σταθμός, η Πινακοθήκη – Εθνική κι αυτή. Ο διευθυντής της, ελευθερόστομος, βαρύς και ακλόνητος, μας κοίταγε με ένα ειρωνικό μειδίαμα –όχι και τόσο αδιόρατο– όσο εξηγούσαμε το όραμα της υπουργού να εκσυγχρονίσει την προστασία και τη διαχείριση των πολιτιστικών μας αγαθών. «Σας άκουσα, αλλά εγώ πιστεύω σε άλλον Θεό», μας πέταξε όταν ολοκληρώσαμε το ποίημά μας, γυρίζοντας προς τα πίσω και δείχνοντάς μας μια τεράστια κορνιζαρισμένη φωτογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τότε Προέδρου της Δημοκρατίας. Ένα ακόμη μάθημα με ποια θεριά είχαμε να παλέψουμε. Αυτός ο πολιτισμός ήταν άλλο πράγμα από ό,τι είχα φανταστεί· περιβαλλόταν από ένα αόρατο ιστό εξουσίας.
***
Κάποτε θα γράψω και για το παρόν, ίσως και για το μέλλον. Η επικαιρότητα, ωστόσο, δεν με αφήνει ν’ αγιάσω. Μνήμες παλιές, καταχωνιασμένες στο βυθό του νου (ιδίως εκείνες όπου είμαι εγώ ο χαμένος) αναδύονται στην επιφάνεια και παραμένουν πεισματικά στον αφρό των ημερών. Όπως εκείνη η ιστορία που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1982 –κανονική αρχαιολογία!–, τότε που είχε έρθει ο σοσιαλισμός στην Ελλάδα, αλλά και εγώ, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές μου στην αλλοδαπή και μη θέλοντας να παραμείνω ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω σε αυτήν.
Ξεκίνησε όταν χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν ο πρωτότοκος γιος του τότε πρωθυπουργού, αδελφός του συμφοιτητή μου στο πανεπιστήμιο. «Η Μελίνα χρειάζεται στήριξη στο Υπουργείο», μου είπε κάπως αιφνιδιαστικά και με θέρμη. Θα ήθελα να πάω στο Υπουργείο, συνέχισε, για να τη βοηθήσω στη μηχανογράφηση [έτσι τη λέγαμε τότε· καμιά φορά και μηχανοργάνωση, όταν θέλαμε να φανούμε πιο ολοκληρωμένοι επιστήμονες, ότι κάναμε κάτι σπουδαίο, και προτού οι γαλλοσπουδαγμένοι μεταφράσουν το “informatique” σε «πληροφορική», όρος που καθιερώθηκε] της «πολιτιστικής μας κληρονομιάς»; Βεβαίως, αποκρίθηκα, μέσα στο γενικότερο κλίμα ενθουσιασμού της εποχής. Αλώστε αυτοί που σκάμπαζαν από υπολογιστές τότε ήσαν μία δράκα.
Βρέθηκα λοιπόν ξαφνικά με δουλειά, την πρώτη μου μετά την επιστροφή στην πατρίδα. Άρχισα να ανεβοκατεβαίνω κάθε μέρα στο κτίριο της Αριστείδου, διαγώνια από το Χρηματιστήριο. Στα γραφεία γύρω από την υπουργό (και στο δικό της αν κάποιος ήταν τυχερός) παρήλαυνε καθημερινά ο καλλιτεχνικός κόσμος της χώρας, πάντα με μια πρωτότυπη ιδέα και πάντα με ευγενή αιτήματα. Τι ωραίος κόσμος, ηθικός, αδελφικά πλασμένος!
Μαζί με έναν αρχαιολόγο, που κι εκείνος είχε πρόσφατα επιστρέψει και δεν είχε επαφή με τους ντόπιους μηχανισμούς, ξεκινήσαμε το τιτάνιο έργο. Πήγαμε παντού: σε μουσεία, σε αρχαιολογικούς χώρους, σε πινακοθήκες. Μιλήσαμε με τον κορυφαίο Χαράλαμπο Μπούρα στο ΕΜΠ, που προσπάθησε μάταια να μας συνετίσει. Επισκεφθήκαμε πολιτισμικά προηγμένες χώρες, τη Γαλλία και την Ιταλία, για να δούμε πώς το είχαν κάνει εκεί και πώς θα το προσαρμόζαμε εδώ: να καταγράψουμε μηχανογραφικά τα αρχαία, τα μνημεία, τους πίνακες, όλα. Μια Βάση Δεδομένων (άλλη καινούργια έννοια αυτή) της patrimoine –γαλλοκρατούμενο γαρ το υπουργείο. Εθνικό έργο.
Οι μέρες περνούσαν, οι μήνες κυλούσαν, είχαμε κάνει κάποια πρόοδο, αλλά –σε αντίθεση με το άσμα του Λουκιανού– και παρά τις διαρκείς διαβεβαιώσεις ότι «είναι θέμα ημερών», όπου να ’ναι η σύμβαση υπογράφεται δηλαδή, παραμέναμε στον αέρα. Εργαζόμασταν αμισθί, μάλλον για τον νεότευκτο σοσιαλισμό.
Στο χρόνο επάνω (ήμουν νέος τότε) τα παράτησα. Δεν είχα πάρει δεκάρα. Κατεβαίνοντας παραζαλισμένος για τελευταία φορά τα σκαλιά του υπουργείου με βρήκε ένας έμπειρος υπάλληλος, με τον οποίο είχαμε αναπτύξει μία φιλική σχέση. «Μα κι εσύ αγόρι μου, τι ήθελες και έμπλεξες με τους αρχαιολόγους; Ήταν ανάγκη να θέλεις να ανοίξεις τα κασόνια τους, να σκαλίσεις εκεί που δεν έπρεπε; Αυτοί εδώ είναι κράτος εν κράτει. Και μετά είναι ν’ απορείς που η σύμβασή σου έμεινε ένα χρόνο στο συρτάρι και δεν υπογράφτηκε ποτέ;»
Ο πρώτος κύκλος των μαθημάτων για την Ελλάδα, στην οποία είχα επιστρέψει με μεγάλες προσδοκίες, ολοκληρώθηκε. Έχουν περάσει σαράντα χρόνια από τότε αλλά εξακολουθούν να μου είναι χρήσιμα για να ερμηνεύω τον κόσμο.
Που και που καποιος πρεπει να τα λεει εστω και ψιθυριστα.Την αγκυλωση του Ελληνικου κρατους σε ολες του τις πτυχες αν δεν την ξερουμε πως θα τη λυσουμε;Οπως παντα ευστοχο και καλογραμμενο.
18 Αυγ 2023, 11:08