Έχοντας μια προηγούμενη θητεία στη βιομηχανία του θεάματος, ως διευθυντής κινηματογράφου, έβλεπε την πώληση ως ένα μικρό σόου – αλλά και ως αποστολή, ως δωρεάν παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών. Θεωρούσε υποχρέωσή του δηλαδή να συμβουλεύει ήπια τα παιδιά που έρχονταν με τα μασούρια σφιγμένα στην παλάμη, αλλά και τους γονείς, για το ποιο παιχνίδι τους ταίριαζε καλύτερα: γιατί σε αυτό το αγόρι ταίριαζε το πιστόλι, σε εκείνο το ηλεκτρικό τρενάκι και σε ένα διαφορετικό ο Φωτεινός Παντογνώστης.
Στα αμιγώς κοριτσίστικα παιχνίδια παρουσιαζόταν μικρότερη ποικιλία, αλλά και πάλι: κούκλες μικρές και κούκλες μεγάλες, στρουμπουλές σαν ψωμί ή αδύνατες σαν καλάμι, που μιλούσαν ή ανοιγόκλειναν ναζιάρικα τα μάτια τους, κουζίνες ή μαγειρικά σκεύη για να κάνουν πιο λειτουργικό το δώρο της προηγούμενης χρονιάς – κάτι θα βρισκόταν να ταιριάζει. Επιλογές υπήρχαν πολλές.
Αυτές άρχισαν να λιγοστεύουν όταν έφθασε στην επαρχία η τηλεόραση. Ασπρόμαυρη ΕΙΡ και ΥΕΝΕΔ στην αρχή, έγχρωμη κατόπιν, ιδιωτική με πλημμυρίδα διαφημίσεων («να πάρουμε μία ανάσα για διαφημίσεις») πολύ αργότερα. Τώρα ο άρχων του παιχνιδάδικου ένιωθε να χάνει τα σκήπτρα, να γλιστρά η δύναμη από τα χέρια του. Ολοένα και περισσότερα παιδιά (και γονείς) έρχονταν προγραμματισμένοι να ψωνίσουν «εκείνο που είχε δείξει η τηλεόραση». Τα σόου και οι συμβουλές είχαν πλέον χάσει την αίγλη τους.
Αυτό τον πίκρανε, του έκοψε τα φτερά, τον ματαίωσε. Το αποκορύφωμα –ή το ναδίρ, αν προτιμάτε– ήρθε με την Barbie (και τον Ken). Στρατιές υπνωτισμένων θεατών, αφιονισμένων από την TV σαν στο 1984, κατέφθαναν με θρησκευτικό ζήλο προκειμένου να προμηθευτούν την ροζ πραμάτεια. Μια μικρή απογοήτευση για τα κορίτσια –όταν διαπίστωναν ότι η κούκλα δεν ήταν ζωντανή, όπως φαινόταν στην τηλεόραση– αλλά αυτή γρήγορα περνούσε. Ήταν λες και οι άλλες κούκλες ήταν παιδιά ενός κατώτερου Θεού.
Όταν δε τα ροζ αποθέματα, στοιβαγμένα μέχρι το ταβάνι, έπεφταν, γινόταν σφαγή. Οι καλοί πελάτες, οι λεφτάδες της επαρχίας, προσπαθούσαν να βάλουν μέσον για να αποκτήσουν μια πολύτιμη Barbie για τα κορίτσια τους ή τις εγγόνες τους – τρανή απόδειξη της αγάπης τους.
Ο πατέρας μου ο παιχνιδέμπορας απεχθανόταν έτσι κι αλλιώς το πρότυπο που προωθούσε το εν λόγω άθυρμα, αλλά και τη μέχρι αηδίας διαφήμισή του. Ερχόντουσαν τώρα και οι πιέσεις. Τι νόημα είχαν πλέον όλα αυτά…
Άνθρωπος χωρίς πάθη, ποτέ δεν μίσησε κάτι άλλο στη ζωή του τόσο βαθιά όσο την Barbie. Λίγο καιρό μετά κατέβασε τα ρολά.