Σύνδεση συνδρομητών

Η παθογένεια των τυπικών προσόντων

Σάββατο, 14 Ιουνίου 2014 07:06
Ο Γιάννης Δαραβίγκας, αστέρας της τηλεόρασης και ιδίως της ζώνης του πολτού. Τυπικώς, μπορούσε να είναι στο δ.σ. του ΟΚΑΝΑ. Ουσιαστικώς, διορίστηκε στο δ.σ. του ΟΚΑΝΑ επειδή ήταν γνωστός του Άδωνι Γεωργιάδη.
Αρχείο The Books' Journal
Ο Γιάννης Δαραβίγκας, αστέρας της τηλεόρασης και ιδίως της ζώνης του πολτού. Τυπικώς, μπορούσε να είναι στο δ.σ. του ΟΚΑΝΑ. Ουσιαστικώς, διορίστηκε στο δ.σ. του ΟΚΑΝΑ επειδή ήταν γνωστός του Άδωνι Γεωργιάδη.

Οι σύγχρονοι Έλληνες αμελούν την ουσία της γνώσης και τη σημασία της προσωπικής τους ανάπτυξης. Προσπαθούν να περνούν εξετάσεις, να παρακολουθούν σεμινάρια, να ζητούν επίμονα «χαρτιά» που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να «πουλήσουν» τον εαυτό τους. Η στείρα αναζήτησή τους αποδυναμώνει την προσπάθειά τους να μάθουν πραγματικά, να βελτιωθούν, να προσφέρουν.

Σχετικά με τον τοποθέτηση του κυρίου Δαραβίγκα στο δ.σ. του ΟΚΑΝΑ, ο κύριος Γεωργιάδης δήλωσε ότι ο επικρατέστερος επί της υπουργίας του υποψήφιος διέθετε τα τυπικά προσόντα. Με μία φράση, ο τέως υπουργός Υγείας ξεδίπλωσε μία από τις χρόνιες παθογένειες του ελληνικού Δημοσίου: την παθογένεια των τυπικών προσόντων. Αρκεί να έχεις τα τυπικά προσόντα για να δικαιολογείται η τοποθέτησή σου σε οποιαδήποτε θέση.

Δυστυχώς, πολύ συχνά οι Έλληνες αγωνίζονται για την απόκτηση του «χαρτιού» που θα ανοίξει τις πύλες στη διεκδίκηση πολυπόθητων θέσεων στο Δημόσιο. Ένα πτυχίο ή μία διαπίστευση, όμως, καθορίζει ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσεων και προδιαγραφών για τη διεκδίκηση μίας θέσης. Δεν καθορίζει απαραίτητα την υψηλή ποιότητα της εργασίας ενός ατόμου. Παράλληλα, είναι συνήθης η ύπαρξη πολλών υποψηφίων που τηρούν αυτές τις ελάχιστες προδιαγραφές. Πώς γίνεται λοιπόν η επιλογή;

Μάλλον ξέρουμε την απάντηση: μετράει ποιον ξέρεις και πόσο σε συμπαθεί. Η καθιέρωση του ΑΣΕΠ, βέβαια, προσπάθησε να βάλει ένα φρένο σε αυτή την αναξιοκρατία. Από την άλλη, όμως, οι εξετάσεις του ΑΣΕΠ ελέγχουν μία μεμονωμένη πτυχή των ικανοτήτων ενός υποψηφίου, συνήθως τη γραπτή επικοινωνία κάποιων ειδικών γνώσεων. Σίγουρα είναι καλύτερο από το να ελέγχουν το επίπεδο του κοινωνικού του κύκλου, αλλά δύσκολα μπορούν να πιστοποιήσουν το ακριβές επίπεδο της εργασίας του κατά αυτόν τον τρόπο. 

Το ζητούμενο είναι η αξιολόγηση να μην σταματά στο αρχικό βήμα της πρόσληψης. Πρέπει να είναι συνεχής και να διενεργείται από προϊσταμένους, υφισταμένους και ανεξάρτητους παρατηρητές με τη συνδρομή αντικειμενικών δεικτών. Πρέπει κυρίως να έχει την δυνατότητα να εντοπίζει τους ανθρώπους που διέθεσαν το χρόνο να αποκτήσουν τα τυπικά προσόντα αλλά δεν διαθέτουν το χρόνο να είναι σωστοί στην εργασία τους.

Θα μου πείτε ότι είναι δύσκολο να γίνει μία τέτοια αξιολόγηση σωστά και αντικειμενικά. Σωστά. Η λύση όμως δεν είναι να μη γίνει καθόλου. Η συζήτηση πρέπει να περιστρέφεται γύρω από τον τρόπο της αξιολόγησης και όχι γύρω από το αν πρέπει να γίνει αξιολόγηση.

Μόλις τις προάλλες είχαμε σύσκεψη κορυφής (πρωθυπουργός, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, δύο υπουργοί) για τον τρόπο επιλογής των ανθρώπων που θα απολυθούν από το δυναμικό των πανεπιστημίων. Οπωσδήποτε είναι μία πολύ σοβαρή, δύσκολη και συνάμα στενάχωρη υπόθεση η επιβολή της απώλειας της θέσης εργασίας για τον οποιοδήποτε. Η συνεδρίαση όμως των κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών για αυτή την απόφαση καταδεικνύει την παντελή έλλειψη μηχανισμού αξιολόγησης και την ανάγκη δημιουργίας του από το μηδέν. Είναι αποκαρδιωτικό.

Εξαιτίας αυτής της τρανταχτής έλλειψης της ελληνικής κοινωνίας, οι Έλληνες αμελούν την ουσία της γνώσης και τη σημασία της προσωπικής τους ανάπτυξης. Προσπαθούν να περνούν εξετάσεις, να παρακολουθούν σεμινάρια, να ζητούν επίμονα «χαρτιά» που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να «πουλήσουν» τον εαυτό τους. Η στείρα αναζήτησή τους αποδυναμώνει την προσπάθειά τους να μάθουν πραγματικά, να βελτιωθούν, να προσφέρουν. Είναι κρίμα και για τους ίδιους και για ολόκληρη την κοινωνία.

Η αξιολόγηση ως όχημα συνεχούς βελτίωσης και προσφοράς πρέπει να είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας, προς όφελος δικό μας αλλά και όλης της κοινωνίας. Η επικέντρωση στα «τυπικά προσόντα» μας αποπροσανατολίζει από αυτή την πολύτιμη διαδικασία καθώς εστιάζει κυρίως στο αποτέλεσμα κάποιων μεμονωμένων εξετάσεων. Αυτές, όμως, σπάνια συνδέονται άμεσα με την ποιότητα της εργασίας των ανθρώπων. Δεν είναι ώρα να πάμε ένα βήμα παραπέρα;

Αλέξιος Αρβανίτης

Διδάκτωρ κοινωνικής ψυχολογίας. Διδάσκει στο τμήμα ψυχολογίας του Οικονομικού Κολλεγίου Αθηνών (BCA), στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα κατάρτισης στις διαπραγματεύσεις του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.