Οι «Μένουμε Ευρώπη» (που βρήκαν χώρο και βήμα στον φιλόξενο αέρα της πιο ελεύθερης και ταυτόχρονα πνευματικής συλλογικότητας στην οποία έχω συμπράξει, του διαδικτυακού ραδιοφωνικού σταθμού Αμάγκι, ο οποίος λειτούργησε χάρη στην, απούσα πλέον, Μαρία Τσάκος (η εκδήλωση αυτή γίνεται για να σημειώσει τη μεγάλη της απουσία) και στον συγγραφέα Κυριάκο Αθανασιάδη. Ορθώς, ο Αμάγκι δεν έμεινε ένα ραδιόφωνο αντίστασης στο λαϊκισμό και διαμαρτυρίας αλλά επιδίωξε τη διεύρυνση και την εξάπλωση της φωνής του στην κοινωνία – η βίαιη διακοπή του, την οποία επέφερε η απώλεια της Μαρίας Τσάκος, άφησε το πείραμα της εξέλιξής του στη μέση.
Οι «Μένουμε Ευρώπη», παρότι αποκλειστικά ένα κίνημα από τα κάτω, επιδίωξαν με κάθε τρόπο να εμπλέξουν τα κόμματα στις στοχεύσεις τους. Αποδείχτηκε δύσκολο, επειδή οι πολιτικοί, ακόμα και σε κρίσιμη στιγμή για τον τόπο, πολιτεύονταν με στεγανά, με στερεότυπα, αδυνατώντας να αναλύσουν σωστά τα δεδομένα της στιγμής (τα οποία, πάντως, είχε κατανοήσει απολύτως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ήρθε στη μεγάλη συγκέντρωση της πλατείας Συντάγματος). Η χώρα σώθηκε αφού πρώτα είχε υπερψηφιστεί το ΟΧΙ, που θα μπορούσε να μας έχει στείλει στα τάρταρα, χάρη στην κωλοτούμπα του Τσίπρα, χάρη δηλαδή στην πρόσκρουση των ανεύθυνων λαϊκιστών στην πραγματικότητα.
Η κοινωνία των πολιτών, όπως φαίνεται από τα παραδείγματα που χρησιμοποίησα, δεν είναι μια στεγανή έκφραση. Είναι συχνές οι ωσμώσεις ανάμεσα στην πολιτική εκτός κομμάτων και στη σχέση με τα κόμματα, τα οποία άλλωστε έχουν τεράστια συμβολή στη διαχείριση της δημοκρατίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προέκυψε όχι μόνο ως άρνηση των κυβερνητικών πρακτικών του λαϊκισμού του Τσίπρα, αλλά και ως αίτημα της κοινωνίας των πολιτών. Αυτό το αίτημα γέννησε και τις μεταρρυθμιστικές υποσχέσεις του Μητσοτάκη αλλά και την υπόσχεση σταθερότητας. Για τα επιτεύγματα και τις ανακολουθίες έχουμε διαμορφώσει, όχι σύμφωνες για όλους (ευλόγως λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων των τελευταίων χρόνων), απόψεις. Ωστόσο, αν η χώρα βρέθηκε εκτός του πεδίου ανασφάλειας της προηγούμενης δεκαετίας, αυτό οφείλεται στην υπόσχεση σταθερότητας του Κυριάκου Μητσοτάκη, που τηρήθηκε. Η πολιτική σταθερότητα δίνει το πλαίσιο λειτουργίας της δημοκρατίας – κι αυτό οφείλουμε να το λάβουμε υπόψη μας εν μέσω σοβαρών διεθνών κρίσεων στο δρόμο προς τις επόμενες εκλογές, μαζί με όσα φέρουν οι δυνάμεις που, ενόψει εκλογών, επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν πιθανές δυνατότητες που δίνει η απλή αναλογική.
Πριν τελειώσω, επιτρέψτε μου να κάμνω αναφορά σε μια υπέροχη συνέντευξη του ομότιμου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, Ρόμπερτ Κόνορ, στον Δημήτρη Δουλγερίδη (Τα Νέα, 24 Σεπτεμβρίου). Εκεί ο εξειδικευμένος στην ερμηνεία του Θουκυδίδη ιστορικός σχολιάζει την μετά τον Περικλή Αθήνα. Η θέση του, απροσδόκητα επίκαιρη, αξίζει τον τονισμό:
Ο Θουκυδίδης βοηθά τους αναγνώστες να εντοπίσουν […] τι συμβαίνει όταν υπάρχει κενό ηγεσίας. Αυτό που επήλθε, δηλαδή, μετά τον θάνατο του Περικλή. […] Σ’ εκείνο το κενό ανήλθαν οι δημαγωγοί, με σημαντικότερο τον Κλέωνα. Οι δημαγωγοί αγαπούν το πολιτικό και ηθικό κενό. Το ζήσαμε όλοι στις ΗΠΑ με τον Τραμπ. Ορισμένοι μάλιστα προτίμησαν να το καμουφλάρουν με τον όρο «λαϊκιστής». Ο όρος είναι πολύ ήπιος για έναν τόσο μοχθηρό πολιτικό. Ας τους αποκαλούμε με την αρχαιοελληνική ονομασία: είναι δημαγωγοί! Στον Θουκυδίδη βλέπουμε τι σημαίνει αυτό, καθώς περιγράφει τη δράση του αρχετυπικού Κλέωνα. Είναι έξυπνος (όχι τόσο όσο νομίζει), εκδικητικός και φαύλος.
Ο καθηγητής Κόνορ μιλάει για την αξία της πολιτικής σταθερότητας και, ενόψει εκλογών, προειδοποιεί κι εμάς. Το ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας είναι καίριο σε μια δημοκρατία, λέει, επειδή όταν δεν υπάρχει, στο ηθικό και πολιτικό κενό που ανοίγει, έρχονται οι δημαγωγοί. Που στην Ελλάδα τους γνωρίζουμε καλά.
(απόσπασμα από παρέμβαση στο πρόσφατο συνέδριο του eκύκλος, 3/10/2022, στην ενότητα την αφιερωμένη στη Μαρία Τσάκος και στη δραστηριότητά της)