Εν Χριστώ αδελφοί μου, ιδού η συγκομιδή μου:
Πρώτη Μάχη του Γκρόζνι (1994-1995)
Το Γκρόζνι είναι η πρωτεύουσα της Τσετσενίας. Στα ρωσικά, "Γκρόζνι" σημαίνει "τρομακτικό", η ίδια λέξη όπως στον Ιβάν Γκρόζνι (Ιβάν ο Τρομερός). Η Πρώτη Μάχη του Γκρόζνι ήταν η εισβολή του Ρωσικού Στρατού και η επακόλουθη κατάκτηση της πρωτεύουσας της Τσετσενίας. Η επίθεση διάρκεσε από τον Δεκέμβριο του 1994 έως τον Μάρτιο του 1995.
Η αρχική επίθεση είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές ρωσικές απώλειες και κατάρρευση του ηθικού των ρωσικών δυνάμεων. Χρειάστηκαν άλλοι δύο μήνες σκληρών μαχών και αλλαγή τακτικής, προτού ο ρωσικός στρατός καταφέρει να καταλάβει το Γκρόζνι. Η μάχη προκάλεσε τεράστιες καταστροφές και απώλειες μεταξύ του άμαχου πληθυσμού και σημειώθηκε η βαρύτερη εκστρατεία βομβαρδισμών [από τους Ρώσους] στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο από το τέλος του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου.
[Διαβάζω ότι οι έφηβοι Ρώσοι κληρωτοί δεν ήθελαν να πολεμήσουν και να πεθάνουν. Πιστεύω ότι το ίδιο συμβαίνει και τώρα στην Ουκρανία. Σε πολλούς μάλιστα δεν είχαν καν πει ότι πάνε στον πόλεμο. Νόμιζαν ότι συμμετέχουν σε μία στρατιωτική άσκηση επίδειξης ισχύος].
Στις 7 Ιανουαρίου, τα Ορθόδοξα Χριστούγεννα, οι Ρώσοι επικέντρωσαν την επίθεσή τους στο Προεδρικό Μέγαρο της Τσετσενίας. Οι Τσετσένοι συγκράτησαν τους Ρώσους, αν και οι επάνω όροφοι του κτιρίου πήραν φωτιά. Επίσης οι Ρώσοι εξαπέλυσαν βολές βαρέος πυροβολικού και ρουκέτες Grad, πυρπολώντας κτίρια και ένα διυλιστήριο πετρελαίου. Ο Ρώσος Υποστράτηγος Βίκτορ Βορόμπιοφ σκοτώθηκε από όλμο την ίδια μέρα, και έγινε ο πρώτος σε μια μακρά λίστα Ρώσων στρατηγών που σκοτώθηκαν στην Τσετσενία.
Στις 9 Ιανουαρίου, οι Ρώσοι κήρυξαν δόλια κατάπαυση του πυρός. Δύο ώρες μετά την έναρξη της εκεχειρίας, στις 10 Ιανουαρίου, εξαπέλυσαν σφοδρό βομβαρδισμό εναντίον του Προεδρικού Μεγάρου και κατάφεραν να τοποθετήσουν τρία άρματα μάχης γύρω από το κτίριο, τα οποία άρχισαν να πυροβολούν εξ επαφής.
Οι Ρώσοι προχώρησαν στον βομβαρδισμό του Γκρόζνι με πυροβολικό, άρματα μάχης και ρουκέτες καθώς η μάχη επικεντρώθηκε σε νέες τακτικές στις οποίες προχώρησαν στην καταστροφή της πόλης τετράγωνο-τετράγωνο. Οι ρωσικές δυνάμεις χρησιμοποιούσαν εμπρηστικά φυσίγγια λευκού φωσφόρου και θερμοβαρικές βόμβες ή «βόμβες κενού». Οι βόμβες κενού καταστρέφουν καταφύγια, κτίρια και αποθήκες, καθιστώντας αδύνατη την προστασία των αμάχων από την καταστροφική φύση τους στις κατοικημένες περιοχές. Το κύμα πίεσής τους σκοτώνει μέσω μιας συνακόλουθης αραίωσης του αέρα, ενός κενού, που διαρρηγνύει τους πνεύμονες ή προκαλεί ασφυξία στους ανθρώπους. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης αεροπορικά πλήγματα για επιθέσεις σε μαχητές που κρύβονταν σε υπόγεια καταφύγια.
Έπειτα στάλθηκαν μικρές ομάδες ανδρών, μερικές φορές με ειδικές δυνάμεις ως αιχμή του δόρατος, και έγινε ευρεία χρήση ελεύθερων σκοπευτών Ακολούθησαν δύο δύσκολες εβδομάδες σκληρών μαχών με μεγάλες απώλειες, καθώς οι Ρώσοι κινήθηκαν για να καταλάβουν το Προεδρικό Μέγαρο.
Στις 18 Ιανουαρίου, οι ρωσικές δυνάμεις εξαπέλυσαν μια μαζική επίθεση από αέρα και πυροβολικό. Σύμφωνα με την εκτίμηση των Τσετσένων οι ρουκέτες χτυπούσαν το Προεδρικό Μέγαρο με συχνότητα μία ανά δευτερόλεπτο. Επίσης αεροσκάφη έριξαν βόμβες εναντίον καταφυγίων στο Προεδρικό Μέγαρο Οι βόμβες τρύπησαν και τους 11 ορόφους του κτίριου και εξερράγησαν στο ενισχυμένο καταφύγιο κάτω από το κτίριο.
[Ο πειρασμός να γίνει αντιλογισμός και συμψηφισμός βαρβαροτήτων με άλλα ιστορικά γεγονότα είναι μεγάλος. Όμως κάθε μεγάλη βάρβαρη πράξη πρέπει να κρίνεται αυτοτελώς, ενώπιον Θεού και ανθρώπων].
Δεύτερη Μάχη του Γκρόζνι (1999-2000)
Το Γκρόζνι ήταν για άλλη μια φορά το επίκεντρο των μαχών μετά το ξέσπασμα του Δεύτερου Πολέμου της Τσετσενίας, ο οποίος προκάλεσε πολλές χιλιάδες θανάτους. Κατά την αρχική φάση της ρωσικής πολιορκίας στο Γκρόζνι, στις 25 Οκτωβρίου 1999, οι ρωσικές δυνάμεις εκτόξευσαν πέντε βαλλιστικούς πυραύλους SS-21 στο κατάμεστο κεντρικό παζάρι και σε ένα μαιευτήριο, σκοτώνοντας περισσότερα από 140 άτομα και τραυματίζοντας εκατοντάδες. Κατά τη διάρκεια του μαζικού βομβαρδισμού της πόλης που ακολούθησε, το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πυροβολικού στόχευσε προς τους επάνω ορόφους των κτιρίων […] προκαλώντας μαζική καταστροφή υποδομών.
Τα ρωσικά χερσαία στρατεύματα προήλασαν αργά και το Γκρόζνι περικυκλώθηκε στα τέλη Νοεμβρίου 1999. Απαιτήθηκαν περισσότερες από δύο επιπλέον εβδομάδες βομβαρδισμών και ρίψης οβίδων προτού τα ρωσικά στρατεύματα μπορέσουν να προωθηθούν σε μέρος της πόλης.
Η ρωσική τακτική το 1999 ήταν να μη χρησιμοποιηθούν άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, αλλά να επιτεθούν σφοδρά στους ταμπουρωμένους Τσετσένους με βαρύ πυροβολικό και εναέριο βομβαρδισμό προτού πέσουν στην μάχη σχετικά μικρές ομάδες πεζικού, με προηγούμενη εκπαίδευση στον πόλεμο πόλης. Οι ρωσικές δυνάμεις βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό σε πυραυλικό πυροβολικό, βαλλιστικούς πυραύλους, βόμβες διασποράς και βόμβες κενού (το TOS-1, ένας πολλαπλός εκτοξευτής πυραύλων με θερμοβαρικές κεφαλές όπλων, έπαιξε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην επίθεση).
Οι επιθέσεις αυτές σχεδιάστηκαν για μέγιστη ψυχολογική πίεση και κατέστρεψαν τους Τσετσένους, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά Κατέδειξαν επίσης την ματαιότητα της περαιτέρω αντίστασης ενάντια σε έναν εχθρό που μπορούσε να χτυπήσει ατιμώρητα και ο οποίος ήταν απρόσβλητος σε αντίμετρα.
Η τελική κατάληψη της πόλης έγινε στις αρχές Φεβρουαρίου του 2000, όταν ο ρώσικος στρατός παρέσυρε τους πολιορκημένους μαχητές σε ένα ασφαλές πέρασμα που τους είχε υποσχεθεί. Καθώς δεν είδαν συσσώρευση δυνάμεων σε εκείνο το σημείο, οι Τσετσένοι μαχητές συμφώνησαν. Μια μέρα πριν από την προγραμματισμένη εκκένωση, ο ρωσικός στρατός ναρκοθέτησε το μονοπάτι μεταξύ της πόλης και του χωριού Alkhan-Kala και συγκέντρωσε τη μεγαλύτερη δύναμη πυρός σε αυτό το σημείο. Πολλοί εξέχοντες ηγέτες αυτονομιστών και εκατοντάδες μαχητές σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν κατά την «εκκένωση».
Στη συνέχεια, οι Ρώσοι μπήκαν σιγά σιγά στην άδεια πόλη και στις 6 Φεβρουαρίου ύψωσαν τη ρωσική σημαία στο κέντρο. Πολλά κτίρια, ακόμη και ολόκληρες περιοχές της πόλης δυναμιτίστηκαν συστηματικά. Ένα μήνα αργότερα, κηρύχθηκε ασφαλές να επιτραπεί στους κατοίκους να επιστρέψουν στα σπίτια τους, αν και η κατεδάφιση συνεχίστηκε για αρκετό καιρό.
Το 2003 τα Ηνωμένα Έθνη αποκάλεσαν το Γκρόζνι την πιο κατεστραμμένη πόλη στη γη.
[Φαίνεται ότι το Χάρκοβο και η Μαριούπολη έχουν πάρει μία μικρή γεύση του γιατρικού που χρησιμοποιήθηκε στο Γκρόζνι. Για να βλέπει το Κίεβο και να παραδειγματίζεται;]
Η Μάχη στο Χαλέπι (2012-2016)
Το Χαλέπι (Aleppo σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες) είναι η μεγαλύτερη πόλη της Συρίας. Ο πληθυσμός της το 2010 ήταν 4,5 εκατομμύρια. Πρόκειται για μια από τις παλαιότερες συνεχώς κατοικούμενες πόλεις στον κόσμο. Είναι πιθανόν ότι κατοικούνταν από την 6η χιλιετία π.Χ.
Το Χαλέπι έγινε το θέατρο μίας από τις μεγαλύτερες μάχες του συριακού εμφύλιου πολέμου που κράτησε 4 χρόνια. Η μεγάλης κλίμακας καταστροφή σε εκείνη την μάχη και η σημασία της της χάρισαν την προσωνυμία «μητέρα των μαχών» ή «Στάλινγκραντ της Συρίας».
Αναφέρθηκαν συχνά περιστατικά εγκλημάτων πολέμου κατά τη διάρκεια της μάχης: η ρίψη βομβών διασποράς σε κατοικημένες περιοχές από τις ρωσικές και συριακές δυνάμεις και η διενέργεια αεροπορικών επιδρομών με «διπλό χτύπημα» που στόχευαν τους διασώστες οι οποίοι είχαν ανταποκριθεί σε προηγούμενα χτυπήματα.
Επιπλέον, η συριακή κυβέρνηση, με τη βοήθεια του ρωσικού στρατού, χρησιμοποίησε πολεμικά αεροπλάνα για να βομβαρδίσει συστηματικά νοσοκομεία στις περιοχές της πόλης που ελέγχονταν από τους αντάρτες. Μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου 2016, δεν είχε απομείνει κανένα λειτουργικό νοσοκομεία στο Χαλέπι. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εξέδωσε μια δήλωση στην οποία ανέφερε ότι η συριακή και ρωσική στρατιωτική εκστρατεία σκότωσε περισσότερους από 440 αμάχους, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 90 παιδιών, μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2016, επισημαίνοντας ότι οι αεροπορικές επιδρομές συχνά φαινόταν να είναι «απρόσεκτα [επίτηδες;] αδιάκριτες».
[Όταν οι άνθρωποι υποφέρουν και φοβούνται τόσο πολύ η παράδοση είναι λύτρωση. Ακόμη και οι πιο γενναίοι λυγίζουν. Ειδικά όταν πλήττονται «σκληροί» στρατιωτικοί στόχοι, όπως νοσοκομεία και πανεπιστήμια].
Η Human Rights Watch καταδίκασε τον ρωσικό στρατό για χρήση εμπρηστικών όπλων στο Χαλέπι, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Οι βόμβες διασποράς χρησιμοποιήθηκαν επίσης τόσο από τη ρωσική αεροπορία, όσο και από τη συριακή κυβέρνηση. Η Ρωσία κατηγορήθηκε πολλές φορές ευθέως για εγκλήματα πολέμου για τη συμμετοχή της στη μάχη στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών από τους πρεσβευτές του Ηνωμένου Βασιλείου, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας, λόγω της χρήσης βομβών που διαπερνούν καταφύγια και εμπρηστικών βομβών σε αστικές κατοικημένες περιοχές.
[Μόλις οι πολεμικοί ανταποκριτές μπόρεσαν να μπουν στο Χαλέπι ανέφεραν ότι η καταστροφή εκτεινόταν για χιλιόμετρα, όπου ούτε ένα κτίριο δεν ήταν άθικτο. Οι δρόμοι ήταν μπλοκαρισμένοι από βουνά ερειπίων.]
Η πρέσβειρα των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη, Smanatha Power, συνέκρινε την κατάσταση στο Χαλέπι με τις μαζικές δολοφονίες στη Χαλάμπτζα, τη Ρουάντα και τη Σρεμπρένιτσα, και απευθύνθηκε στις κυβερνήσεις της Συρίας, της Ρωσίας και του Ιράν, ρωτώντας τους «είστε πραγματικά ανίκανοι να ντρέπεστε;» Ο επικεφαλής της ανθρωπιστικής οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών Stephen O’ Brien κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας να εμποδίσει τον βομβαρδισμό του ανατολικού Χαλεπίου, περιγράφοντας τους κατοίκους που «έσκαβαν με γυμνά χέρια στον δρόμο για να παραμερίσουν τα τσιμεντένια ερείπια προσπαθώντας να πλησιάσουν το μικρό παιδί τους που ούρλιαζε, μέσα στη σκόνη και το χώμα κάτω από τα πόδια τους, χωρίς να μπορούν να το δουν». Ο Ρώσος πρεσβευτής, Vitaly Churkin, απέρριψε τις κατηγορίες του λέγοντας: «Αν επιθυμούσα κήρυγμα, θα είχα πάει στην εκκλησία».
[Κατανοώ ότι σε έναν πόλεμο διαπράττονται ανομολόγητες αγριότητες εκατέρωθεν. Δεν έχω ψευδαισθήσεις. Τα συμπεράσματά μου, ωστόσο, τα έβγαλα. Έχω την ταπεινή εντύπωση ότι όσο αυξάνεται η αντίσταση, ή όσο περισσότερο φαίνονται οι επιχειρησιακές τους αδυναμίες, τόσο σφοδρότερα βομβαρδίζουν οι ρωσικές δυνάμεις. Τόσον αγριότερα πλήττονται οι άμαχοι. Μάλλον αυτό θα εννοούσε ο Εμμανουέλ Μακρόν. Γι’ αυτό ανησυχεί· γι΄ αυτό έχει ξοδέψει μία περιουσία σε υπεραστικά στο Κρεμλίνο.]
*
Ο μέντοράς μου, ο αδελφός Γουλιέλμος της Μπάσκερβιλ, ο οποίος δυστυχώς δεν είναι πλέον εν ζωή, με είχε συμβουλέψει να μην εμπιστεύομαι ποτέ μία μοναδική πηγή: «Κανένα κείμενο από μόνο του, μήτε η Αγία Γραφή, δεν θα σου πει όλη την αλήθεια, τέκνο μου», με νουθετούσε πατρικά. Άκουσα τη συμβουλή του και διασταύρωσα προσεκτικά την αρχική μου πηγή, την Wikipedia. Ακολούθησα τις εκατοντάδες παραπομπές του κάθε λήμματος και στο τέλος πείστηκα ότι καθρεφτίζουν ικανοποιητικά την πραγματικότητα. Σας προτείνω να κάνετε το ίδιο.
Και τώρα θα μου επιτρέψετε να επιστρέψω στο σωτήριο έτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού 1327 και στο βιβλίο μου. Νιώθω καλύτερα εκεί.
Άντσο ντε Μελκ
(για την αντιγραφή: Γιώργος Ναθαναήλ)