Δεν είμαι κανένας πρόσχαρος τύπος, κι είναι πολλοί οι πρώην ασθενείς μου με τους οποίους έχουν χωρίσει οι δρόμοι μας απότομα επειδή δεν υπήρξε συμβόλαιο εμπιστοσύνης. Όχι τόσο με τον χαρακτήρα μου όσο με αυτό που υπηρετώ, αυτή την ιατρική της γνώσης, των αποδείξεων αλλά και της αμφιβολίας, της εξέλιξης, της επιστημονικής βάσης, της συνέχειας, του υποβάθρου, της ανανέωσης των στοιχείων, του επαναπροσδιορισμού του ζητούμενου για κάθε άνθρωπο. Η «δουλειά» μου είναι να λαμβάνω υπόψη το σκεπτικό τού καθενός, τα συστατικά του, και να προτείνω λύσεις και οδούς υγείας. Αποφεύγω να κρίνω, δεν το επιθυμώ. Όμως αυτές τις μέρες, τους πρωτόγνωρους μήνες που περνάμε, κάποιες στιγμές δεν μπορώ παρά να κρίνω. Επειδή οι πράξεις, οι παρορμήσεις, ακόμη και τα λόγια όλων μας, έχουν βαρύτητα. Είναι τέτοιοι οι καιροί και τόσο ανήσυχος ο κόσμος. Γι’ αυτό αναρωτιέμαι και κρίνω.
Αναρωτιέμαι τι εξωθεί κάποιον να βγει στα κανάλια έτσι αυτάρεσκα, εν μέσω πανδημίας: είτε είναι υπουργός που την επομένη του lockdown ονειρεύεται ανοίγματα δραστηριοτήτων και international sunsets full of memories, είτε αντιπολιτευόμενος που θέλει να κλέψει ψήφους και απογοήτευση και θλίψη και εύκολες αντιδράσεις και άκοπα ρίσκα, είτε μεγαλοδημοσιογράφος που βαυκαλίζεται πως εκφράζει την κοινή γνώμη βροντοφωνάζοντας καταγγελτικά αδιασταύρωτες ειδήσεις που καίγονται σε λίγες ώρες κι ανακαλύπτοντας νέους φόβους εκεί που δεν υπάρχουν. Ε, σας έχω νέα: υπάρχει κι άλλο κοινό εκεί έξω, υπάρχουν κι αυτοί που πειθήνια αυτοπεριορίζονται, που σκέφτονται πολλές φορές πριν μιλήσουν, που προφυλάσσουν τον εαυτό τους και τους γύρω τους, που εξαντλούν την αυστηρότητά τους και την ανησυχία τους, που αδημονούν να λήξει όλο αυτό, που αγόγγυστα υπομένουν τις κλειστές επιχειρήσεις τους γιατί ξέρουν πως κολλάει ο άτιμος, παντού. Υπάρχουν κι αυτοί λοιπόν, που δεν επιθυμούν κάποια επιβράβευση και χάιδεμα στα αυτιά, αλλά αισθάνονται συμμέτοχοι στην προσπάθεια να τελειώνουμε με τον ιό, κι αυτό το τέλος να ανήκει σε όλους. Αυτοί που τηρούν μέτρα και αποστάσεις, που περιορίζουν επαφές και κοινωνικότητες, που ξοδεύουν για να εξασφαλίσουν τη μεγαλύτερη προστασία, όλων, εκεί που η πολιτεία, οι πολιτείες, ολιγώρησαν δραματικά. Είναι πολλοί αυτοί, είναι περισσότεροι, είναι εκ φύσεως λιγότερο θορυβώδεις, και έχουν τα ίδια δικαιώματα. Αλλά γνωρίζουν και τις υποχρεώσεις τους. Είναι αυτοί που με τη συμπεριφορά τους εντέλει ελαττώνουν τον αντίκτυπο των δικών σας λαθών, και ασφυκτιούν κάθε φορά που όλοι εσείς δίνετε χώρο και αγάπη στο ψέμα και την παράλειψη.
Αναρωτιέμαι τι περνά από τον νου κάποιων επιστημόνων. Πώς εξακολουθούν να κοιτάζονται στον καθρέφτη τους κάποιοι που, όσο προβεβλημένοι κι αν είναι, ακκίζονται με την αποθέωση των αναγνωστών τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περιφέρονται σε όποιο μέσο ενημέρωσης βρουν για να ποζάρουν με επιτήδευση και να εκφωνήσουν το λογύδριο των αντιρρήσεών τους, με ύφος καρδιναλίων και βαρύγδουπη εμμονή σε ψεύδη. Πώς προτάσσουν τους τίτλους και τις έδρες τους, πώς αβασάνιστα ξεστομίζουν ανοησίες για πράγματα που όφειλαν να γνωρίζουν, πώς ξεδιάντροπα αγνοούν τα εξωφρενικά τους λάθη του πρόσφατου παρελθόντος και αναζητούν δικαίωση, πώς παραβιάζουν τη βιολογία και την επιδημιολογία και κάθε αρχή της επιστήμης και της ακεραιότητας με κάθε τους εμφάνιση, πώς ονειρεύονται τις νύχτες ότι ηγούνται επαναστάσεων και γκρεμίζουν τείχη. Κοιταχτείτε στον καθρέφτη σας ξανά. Κι όταν περάσει το λεπτό του αυτοθαυμασμού σας, αναλογιστείτε τι λέτε, πού ανήκετε. Και πάρτε μαζί σας σε μια παρατεταμένη σιωπή και όλους τους αμετροεπείς συστημικούς επιστήμονες που αγωνιούν για την επόμενη δημόσια παρουσία τους ως νεαρές debutante πριν τον χορό των πολύφερνων γαμπρών, που δεν αντιλαμβάνονται ότι παρανοείται κάθε ασαφώς διατυπωμένη τους σκέψη, ότι οφείλουν οι ίδιοι να δημιουργούν την ατζέντα της παρουσίας τους και όχι να άγονται από το μέσο, ότι εκπροσωπούν εκείνη τη στιγμή τη γνώση και όχι την αυριανή, ποικιλόμορφη, «καταξίωσή» τους. Έχω νέα και για εσάς: απαξίωση καρπώνεστε· και κακό στην επιστήμη κάνετε.
Αναρωτιέμαι για παράδειγμα αν ποτέ σταμάτησαν εκεί στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και ρώτησαν ο ένας τον άλλον: «Τι θα γινόταν αν ζητούσαμε κλείσιμο συνόρων νωρίς, αν ηχούσαμε συναγερμούς από τον Ιανουάριο του 2020, ακόμη κι αν αποδεικνυόταν τελικά λάθος συναγερμός — που βαθιά μέσα μας το ξέραμε πως δεν θα αποδεικνυόταν αλλά δεν είχαμε φανταστεί το μέγεθος». Τους φαντάζομαι να ιδρώνουν πάνω από μέιλ και τηλέφωνα καθώς περίμεναν απεγνωσμένα περισσότερες πληροφορίες από την πηγή, καθώς μιλούσαν με παγκόσμιους ηγέτες για τους φόβους τους, καθώς σκέφτονταν το αδιανόητο (παιχνιδάκι πια φαντάζει…) της σκληρής απόφασης: του να σταματήσει ο κόσμος. Για λίγο. Θα είχαμε αποφύγει να σταματήσουμε για πολύ, και θα ήμαστε όλοι εδώ. Όπως αναρωτιέμαι για άλλες Αρχές, για τις βραδυφλεγείς αντιδράσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων για παράδειγμα («Μα τι λες, προχτές μάς έδωσε ωραία σχεδιάκια κι από εκεί μπορείς να εξαγάγεις συμπεράσματα». Ναι, αλλά την ίδια ώρα «δεν μπόρεσε να σταδιοποιήσει τον κίνδυνο ανά φύλο, καθώς στοιχεία για το φύλο δόθηκαν μόνο από ορισμένες χώρες τής ΕΕ»). Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο ήταν να σηκώσουν το τηλέφωνο και να απαιτήσουν τα στοιχεία. Και να το έχουν κάνει αυτό πριν από τέσσερις εβδομάδες. Και να έχουν δώσει την απαραίτητη πληροφορία.
Αναρωτιέμαι τι ωθεί κάποιον συμπολίτη μου να πιστεύει και να βροντοφωνάζει πως όλα είναι σκευωρία. Πως οι παγκόσμιες δυνάμεις συνωμότησαν για χάρη του, πως τη φωνή του τρέμουν οι ηγεσίες, πως όλοι πληρώθηκαν για να στήσουν μια παγκόσμια παράσταση, πως ο ιός κολλάει a la carte εκτός από εκκλησίες ή πλατείες ή τις δικές του επιχειρήσεις ή επαναστατικές ασκήσεις, πως αυτός ξέρει (και, οκέι, όλοι θέλουν να κοιτάζονται στον καθρέφτη και να νιώθουν ψηλότεροι), πως «δεν πεθαίνεις». Πεθαίνεις, κοίταξε γύρω σου πια, συμπολίτη: Πες το αν τολμάς στους τάφους των 71 ανθρώπων κάτω των 40 ετών που χάθηκαν, στους συγγενείς τους (εσύ κι εγώ είμαστε οι συγγενείς τους), και πήγαινε μετά και στους 1.467 τάφους των κάτω των 65 ετών που πέθαναν, ψάξε να βρεις αν είχαν υποκείμενα, ψάξε να βρεις τι λένε οι αμπελοφιλόσοφοι ταγοί σου για «τους νεκρούς των lockdown και τις αυτοκτονίες», και πήγαινε να τα παπαγαλίσεις στα παιδιά των χαμένων πατεράδων, στους συζύγους, στους γονείς. Πήγαινε αν τολμάς. Και μετά πήγαινε και στους τάφους των μεγαλύτερων σε ηλικία, σε αυτή τη βασανιστική ακολουθία προς τους 10.000 νεκρούς, σε αυτούς που πιθανώς έχεις προγράψει εσύ, ως «ηλικιωμένους». Εσύ, ο κριτής ζωής και θανάτου. Πήγαινε να στρατευτείς στον παραλογισμό που βοηθά να ανοιχτούν αυτοί οι τάφοι, πήγαινε να μηρυκάσεις για ψεύτικα πιστοποιητικά και εξυπναδίστικες ατάκες, πήγαινε να ζητήσεις «ελευθερία» όταν εσύ την εννοείς ως «ατομική ασυδοσία», πήγαινε να γίνεις μέρος της αλυσίδας που θα στείλει κάποιον αθώο στη ΜΕΘ. Είναι βάρβαρος ο θάνατος της COVID-19. Είναι βάρβαρος ο θάνατος. Πάψε να είσαι κι εσύ βάρβαρος.
Ξέρεις, πονηρέ πολιτευτή, αυτάρεσκε στολισμένε επιστήμονα, διστακτική υγειονομική Αρχή, παντογνώστη και απελεύθερε της διπλανής πόρτας, οι νεκροί δεν ξεχνούν. Θα έρθουν σαν ερινύες κάποια στιγμή στον ύπνο σας. Έρχονται σαν μνήμες στον δικό μας.