Κι εγώ θέλω, φίλε, να ξυπνήσω αύριο το πρωί και όλα να είναι ένας παρατεταμένος εφιάλτης. Ούτε που θυμάμαι για ποιο ανόητο πράγμα διαφωνούσαμε με πάθος πριν ένα χρόνο, το μόνο που θυμάμαι είναι τις ευχές που ανταλλάξαμε παραμονή Πρωτοχρονιάς για ευτυχισμένο 2020. Πού να φανταστούμε. Αλλά δεν καταστράφηκε ο κόσμος, φίλε, ένα δυσάρεστο, μακρύ διάλειμμα ζούμε. Που θα λήξει, σε λίγους μήνες. Γιατί θα λήξει. Θυμήσου το αυτό.
Δεν απειλείται, γείτονα, η ελευθερία μας από τα μέτρα, ο ιός και ο θάνατος την απειλούν. Τα μέτρα είναι η εγγύηση της αυριανής μας ελευθερίας, της ζωής. Της δικής μας και των αγαπημένων μας, και των αγνώστων της διπλανής μας πόρτας. Πεθαίνουν άνθρωποι από τον ιό, γείτονα, δεν υπάρχουν ψεύτικα πιστοποιητικά. Ναι, έχω ακούσει κι εγώ πως κάποιος γνωστός κάποιου γνωστού είπε πως τον δωροδόκησαν για να γράψει στο πιστοποιητικό της μάνας του ψέματα, ένα όνομα δεν άκουσα όμως, γείτονα. Ποιος ήταν αυτός ο γνωστός του γνωστού; Επώνυμα. Όπως επώνυμοι είναι όλοι οι τριακόσιοι τόσοι νεκροί της Ελλάδας και οι εκατοντάδες χιλιάδες του κόσμου.
Και σε άκουσα, δάσκαλέ μου, να λες τις προάλλες πως «οι περισσότεροι ήταν ηλικιωμένοι, δεν άλλαξε το προσδόκιμο επιβίωσης». Μα, δάσκαλε, όλοι αυτοί οι ηλικιωμένοι είχαν χρόνο ζωής μπροστά τους, Μπορεί να πάλευαν με καρκίνους, να αγκομαχούσαν από την ανεπαρκή καρδιά τους, μπορεί ακόμη-ακόμη να ήταν βυθισμένοι σε μια τρικυμία του μυαλού, ανοϊκοί σε κάποιο ίδρυμα. Αλλά όλοι θα ζούσαν αν δεν συναντούσαν τον ιό. Λεπτά, ώρες, μέρες, εβδομάδες, μήνες, κάποιοι μπορεί και χρόνια. Είχαν μάχες ακόμη να δώσουν, ανάσες να κλέψουν, στιγμές διαύγειας να χαρούν. Είχαν αγκαλιές να γευτούν, είχαν παιδιά και εγγόνια, είχαν αναμνήσεις να ξαναεπισκεφτούν. Κι ακόμη περισσότερο, δάσκαλε, δεν ήταν όλοι «ηλικιωμένοι», υπήρξαν και νέοι, υπήρξαν και «απρόβλεπτοι» από τη λογική σου θάνατοι. Και, δάσκαλε, πότε έπαψες να μιλάς σαν δάσκαλος και μιλάς σαν δικαστής, σαν Θεός, σαν τιμωρός που στερεί ανάσες; Πότε αναγορεύτηκες σε υπέρτατο κριτή; Δεν σε στοιχειώνουν τις νύχτες οι νεκροί που έτσι άκοπα τους έκανες ποσοστά;
«Μα», θα μου πεις, φίλε, «δεν βλέπεις τι γίνεται αλλού; Δεν βλέπεις πώς σπουδαίοι καθηγητές που σέβεται όλος ο κόσμος μιλάνε για την ανοσία της αγέλης, για χώρες του Βορρά, για υπερβολές, για απουσία αποδείξεων, για ιατρικές του 18ου αιώνα, για τους θανάτους που θα έρθουν από την ύφεση»; Και θα σου πω, φίλε, πως ο παππούς μου, το ίδιο και ο δικός σου υποθέτω, έλεγε πως τα στερνά τιμούν τα πρώτα. Θα σου πω πως είναι προσβολή των χιλιάδων νεκρών που προέκυψαν από τις εναλλακτικές προσεγγίσεις ακόμη και να το συζητάμε. Θα σου πω πως, όταν έρχεται καταπάνω σου ένα γιγάντιο κύμα να σε πνίξει, δενψάχνεις αποδείξεις για το αν βοηθά το σωσίβιο. Και θα σου πω πως τις ζωές τις σώζεις τώρα, στη στιγμή, δεν τις θυσιάζεις με την αβάσιμη αόριστη δοξασία πως έτσι θα αποφύγεις υφέσεις και μελλοντικούς θανάτους. Δεν είναι απαρχαιωμένη ιατρική αυτό, φίλε. Είναι ηθική, τόσο απλή και διαχρονική και αρχαία όσο και ο όρκος που έδωσαν κι αυτοί οι πλανημένοι πρώην δάσκαλοι που έμειναν να παλεύουν με το υπέρμετρο εγώ τους στον καθρέφτη. Στον καθρέφτη τους κοιτάζονται, φίλε, αυτοί οι δάσκαλοι, τον εαυτό τους νοιάζονται, όχι εσένα, όχι τη ζωή σου ή την ευτυχία σου, όχι τους δικούς σου ανθρώπους. Στις αποτυχημένες προβλέψεις τους και στο θράσος τους χαμογελούν, εσένα ούτε που σε βλέπουν.
Γιατί δουλεύουν γείτονα οι μάσκες, δουλεύουν και οι αποστάσεις. Υπάρχουν ατέλειωτες μελέτες για το θέμα, υπάρχουν μελέτες και για την πανδημία πλέον. Και κάθε φορά που κάποιος προκλητικά σού μιλά για μια έρευνα στα Νέα της Περαχώρας, θυμήσου, τα Νέα της Περαχώρας δεν είναι σοβαρό έντυπο, και υπάρχουν πολλά τέτοια έντυπα, με δήθεν ιατρικούς τίτλους, όπου αν πληρώσεις μπορείς να δημοσιεύσεις τα πάντα. Τα πάντα όμως.
«Κι όμως», θα φέρεις αντίρρηση, ξάδερφε, «είδαμε και τους δικούς σου επιστήμονες, είδαμε τι λέγανε για μάσκες, μας έκλεισαν στα σπίτια μας με λιγότερα κρούσματα την άνοιξη και τώρα μας κοροϊδεύουν». Έχεις δίκιο για τα λάθη θα σου πω, ναι, πολλά λάθη γίνανε. Τα μετράω κι εγώ, συχνά με εκνευρίζουν κιόλας. Αλλά είναι η πρώτη τέτοια πανδημία όλων. Και πολλοί από αυτούς τους επιστήμονες που ειρωνεύεσαι έσωσαν εκατοντάδες ζωές με τις αποφάσεις τους, μπορεί να ήταν και η δική μου ή η δικιά σου ανάμεσά τους, μπορεί να ήταν των γονιών μας, ή του παιδιού με το ζάχαρο που μένει δίπλα σου — δεν ήξερες πως έχει ζάχαρο, ε; Έχει και κινδυνεύει, ξάδερφε, φίλε, άγνωστε. Θυμήσου πόσο παράξενη σου φαινόταν η απόφαση να ακυρωθούν οι αποκριάτικες εκδηλώσεις τότε, πόσο υπερβολική. Δεν θα μάθεις ποτέ πόσες ζωές σώθηκαν έτσι. Ευτυχώς. Ναι, θα έχεις δίκιο να απορείς για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τις ανακοινώσεις του, ναι, θα έχεις δίκιο για ασάφειες και παλινδρομήσεις των δικών μας ειδικών και των δικών μας πολιτικών. Και είναι εύκολο να παρασυρθείς από τις κραυγές κάποιων άλλων, που έχουν κι αυτοί τον τίτλο του επιστήμονα, αλλά δεν κλήθηκαν να πάρουν αποφάσεις, μόνο να κραυγάζουν μπορούν.
Και σκέψου λοιπόν, φίλε, ποιους ακολουθείς. Πώς συντάσσεσαι με κάποιους χωρίς να σκεφτείς, έστω για μισό λεπτό, ποια είναι τα κίνητρά τους. Δεν είναι μόνο οι πληγωμένοι εγωισμοί, είναι κι αυτοί οι επιστήμονες που φωνασκούν γιατί ονειρεύονται πολιτική καριέρα, και ξέρουν πως είναι εύκολος δρόμος για τη Βουλή οι κραυγές στις μέρες μας — έχουν μπει άλλωστε και χειρότεροι, επικίνδυνοι. Σκέψου, φίλε, κάθε φορά που αναπαράγεις ψέματα και διαστρεβλώσεις στοιχείων από θρασύτατους τύπους που εκμεταλλεύονται τη διαχρονική ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών συγκλήτων και ιατρικών συλλόγων. Θα μου πεις, «Ο τάδε Νομπελίστας είπε έτσι», και θα σε ρωτήσω γιατί να ακούσεις αυτόν και όχι τους άλλους 49 Νομπελίστες. Θα μου πεις, «Ο τάδε γενναίος Καθηγητής είπε έτσι», και θα σε ρωτήσω αν διασταύρωσες πως δεν είναι απλώς ένας ημιμαθής θρασύς που δεν παρακολουθεί τις τελευταίες ιατρικές εξελίξεις ως όφειλε. Θα μου πεις, «Ο τάδε καρδιολόγος/πνευμονολόγος/βιολόγος/ιστοπαθολόγος είπε αλλιώς», και θα σε ρωτήσω γιατί να μην ακούσεις άλλους αντίστοιχους, ειδικούς, όλους αυτούς για παράδειγμα που φτιάξανε σημαντικές μελέτες για τον παράξενο αυτό ιό, και ήταν Έλληνες κι αυτοί. Γιατί να εμπιστευτείς κάποιον «ειδικό» που δεν έχει μια αποδεδειγμένη έρευνα και δημοσίευση στο θέμα, ενώ απορρίπτεις άλλους που νυχθημερόν εργάστηκαν σοβαρά; Γιατί θες να γίνεις ουρά της πολιτικής σταδιοδρομίας κάποιων που είδαν φως και μπήκαν, ενώ αγνοείς πως κάποιοι άλλοι ακόμη δουλεύουν, και δουλεύουν και για εμάς; Και κανείς δεν θέλει να φιμώσει, φίλε, εναλλακτικές φωνές. Τα ψέματα και τις αστοιχείωτες εικασίες θέλουμε να διώξουμε μακριά.
Σκέψου, άγνωστε, κάθε φορά που αναπαράγεις παραλογισμένα κείμενα με άσχετες αναφορές, ποιος τα έγραψε; Σκέψου τους φυσικοπαθητικούς, τους γκουρού δυναμικής ενέργειας, τους αυτοσχεδιάζοντες αλχημιστές που αναπαράγεις. Κοιτάξου μια στιγμή στον καθρέφτη, και θύμισε στον εαυτό σου ότι γίνεσαι προφήτης ενός επιτήδειου. Κάθε φορά που ακούς για παρεξηγημένους επιστήμονες του εξωτερικού, ψάξε λίγο πριν αφήσεις να σου χαϊδέψουν τ’ αυτιά: δες τις καταδικασμένες για ψεύτικες έρευνες δήθεν ερευνήτριες που πουλάνε βιβλία, δες τους άλλους που πουλάνε θαυματουργά συμπληρώματα και μαγικές αλοιφές, δες τους τρίτους που έχουν στήσει βιομηχανία στην οποία προσπαθούν να σε παρασύρουν. Δες οπαδούς της ευγονικής που τα όνειρά τους κοσμούν σβάστικες και τολμούν να υπερασπίζονται θρασύδειλα τους θανάτους που προκάλεσαν οι αποφάσεις τους. Σκέψου πως σαν πελάτη σε βλέπουν, να σου πουλήσουν θέλουν, να αγοράσουν την ψήφο σου λογαριάζουν, να σε υποβιβάσουν επιθυμούν. Δεν τους πήρε η καλοσύνη, μπίζνα κάνουν στην πλάτη σου.
Κι εγώ έχω απορίες, άγνωστε, πιθανώς ακόμη περισσότερες από εσένα. Κι εγώ βλέπω πως γίνανε λάθη, αλλά δεν είδα λάθη από κακία. Κι εγώ είδα χώρες και δομές απροετοίμαστες, βραδυκίνητες, κοντόφθαλμες. Αλλά όχι, άγνωστε — τσιπάκια και παρακολούθηση και εξαναγκασμοί γίνονται κι αλλιώς αν ήθελαν. Σκέψου απλά, άγνωστε, αν θέλουν να ελαττώσουν τον παγκόσμιο πληθυσμό, δεν θα χρησιμοποιούσαν έναν ιό πιο θανατηφόρο; Είναι τέλος πάντων σατανικοί ή ανίκανοι;Σκέψου κι εσύ, ξάδερφε, όμως, που απόρησες χτες, «Ναι, αλλά η γρίπη κάθε χρόνο...» Σκέψου πως «η γρίπη κάθε χρόνο...» σκοτώνει λιγότερους πλέον: τρέχουν οι αριθμοί της πανδημίας. Και τρέχουν παρά τα μέτρα, παρά τους περιορισμούς. Τρέχουν γιατί δεν είναι γρίπη, που έχει εμβόλιο και φάρμακα και μικρότερη επιθετικότητα και μικρότερη πονηριά ως ιός.
Σκέψου κι εσύ, γείτονα, που έχεις πειστεί πως όλα γίνονται στον βωμό της φαρμακοβιομηχανίας. Σκέψου πως είναι παράλογο να θέλουν να κερδοσκοπήσουν με ένα εμβόλιο τριών ευρώ, ειδικά όταν θα υπάρξουν πολλά —θες να τα πεις ανταγωνιστικά;— εμβόλια. Σκέψου πως υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου, πως για κάθε ερευνητικό κενό υπάρχει επιστημονική κοινότητα να σημάνει συναγερμούς: αλλά επιστημονική κοινότητα με λόγο και στοιχεία και γνώση, κοινότητα που γνωρίζει πως υπάρχει εμβόλιο για τον Έμπολα, πως υπάρχουν εμβόλια για κορονοϊούς, και όχι μόνο στην κτηνιατρική, κοινότητα που γνωρίζει πως δεν υπήρξαν χιλιάδες θάνατοι από το εμβόλιο της πανδημικής γρίπης το 2009, επιστημονική κοινότητα που δεν αποτελείται από αδιάβαστους ή ψεύτες.
Κι εγώ δυσκολεύομαι, γείτονα. Και η δική μου δουλειά, και της γυναίκας μου, άλλαξε. Περισσότερες απαιτήσεις, λιγότερη κίνηση, ίδιες σχεδόν υποχρεώσεις, απολυμάνσεις, νέοι εξοπλισμοί για την εποχή και την ασφάλεια, κόστος, άγχος για το αν θα βγει. Αλλά θα τελειώσει αυτό. Σε λίγους μήνες, δεν ξέρω αν θα είναι στην αρχή της άνοιξης ή στα μέσα του καλοκαιριού, δεν ξέρω με πόσες πληγές θα βγούμε όλοι, αλλά θα τελειώσει αυτό, και το μόνο που προέχει είναι να βγούμε ζωντανοί. Κι εγώ έχω κουραστεί, γείτονα, να αναγκάζομαι να ζω σε μια διαφορετική καθημερινότητα. Κι εγώ θέλω να πάω σινεμά και θέατρο, κι εγώ θέλω να περπατήσω χωρίς να μετρώ τα βήματά μου και το εμβαδόν του κλειστού χώρου και τα ρεύματα του αέρα και τα ανοιχτά παράθυρα. Κι εγώ θέλω να μη σκέφτομαι πια την πανδημία.
Γι’ αυτό βάλε πλάτη, γείτονα, φίλε, ξάδερφε, δάσκαλε, άγνωστε. Βοήθησε τον εαυτό σου και τον διπλανό σου τον νεαρό διαβητικό, φρόντισε να καλύψουμε με τη συμπεριφορά μας τα λάθη και τις ελλείψεις των Αρχών, άκουσε αυτούς που μοχθούν, που διαβάζουν ατέλειωτα και εκτιμούν δεδομένα, απομόνωσε φωνές παράταιρες. Και όπως μπορείς να ξεχωρίσεις τις παράταιρες φωνές του «κατεστημένου», έτσι απομόνωσε και τους δήθεν αντισυστημικούς κραυγάζοντες. Φόρα απλά μια μάσκα, κράτα αποστάσεις, φρόντισε να αερίζεις τους χώρους όπου κινείσαι, περιόρισε για λίγο κάποιες δραστηριότητες. Κάν’ το και γι’ αυτούς που δεν μπορούν να αποφύγουν συνωστισμούς, κάν’ το και για όσους μάχονται να σώζουν ζωές. Κάν’ το και για τα παιδιά μας, που μπορεί μετά από χρόνια να μας κοιτάζουν απορημένα που δεν μπορέσαμε να κάνουμε κάτι απλό, να συμπεριφερθούμε, προσωρινά, υπεύθυνα.
Τέλειωσαν τα πέντε λεπτά, ήρθε, αλήθεια λοιπόν, η στιγμή ν’ αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις:με τους ζωντανούς, τιμώντας τη μνήμη των νεκρών; Ή με ασεβείς εγωπαθείς καιροσκόπους που, ακούσια ή εκούσια, σκάβουν τάφους αθώων; Αλλά κοιτάξου στον καθρέφτη πριν αποφασίσεις. Το κάνω συνέχεια. Για να θυμάμαι να είμαι άνθρωπος.