Με έντεκα μαχαιριές και εν μέρει απανθρακωμένη βρέθηκε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, στις 23 Μαρτίου 2018, η 85άχρονη Γαλλο-εβραία Μιρέϊγ Κνολ (Mireille Knoll), που επιβίωσε του Ολοκαυτώματος, αλλά, όπως ειπώθηκε σχετικά, έμελλε να το ζήσει πολλά χρόνια αργότερα μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Ένας από τους δύο υπόπτους που συνελήφθησαν θα δηλώσει στην αστυνομία ότι ο συνένοχός του φώναζε «Αλλάχ ακμπάρ» την στιγμή της αποτρόπαιας πράξης του. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν συνέδεσε, στον επικήδειο λόγο του για τον αντισυνταγματάρχη Αρνώ Μπελτράμ, τον ηρωικό θάνατο του αξιωματικού με αυτόν της Μιρέιγ Κνολ, εκτιμώντας ότι αυτή υπήρξε θύμα του ίδιου «βάρβαρου σκοταδισμού». Προσθέτοντας ότι ο δολοφόνος «σκότωσε μια αθώα και ανήμπορη γυναίκα γιατί ήταν εβραία».
Στο άρθρο που ακολουθεί (το οποίο δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Le Monde, 29/3/2018), ο φιλόσοφος και ιστορικός των ιδεών Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (Pierre-André Taguieff), με αφορμή και αυτό το γεγονός, επισημαίνει και πάλι τις μεταμορφώσεις του αντισημιτισμού, της σημερινής νέας εβραιοφοβίας, ένας βασικός πυρήνας της οποίας είναι ο εξισλαμισμός της. Για τον Π.-Α. Ταγκιέφ, μόνο μία βαθιά μεταρρύθμιση του ίδιου του ισλάμ, που θα προέλθει από το εσωτερικό του, από τις ίδιες τις ανώτατες πνευματικές του ηγεσίες, θα μπορέσει να πλήξει αυτή τη βίαιη μορφή της εξισλαμισμένης εβραιοφοβίας. Ας σημειώσουμε, ότι τον προσεχή Μάιο, στις 14 Μαΐου 2018, την εβδομηκοστή επέτειο της δημιουργίας του Ισραήλ, θα εκδοθεί (από τις εκδόσεις Fayard) το νέο βιβλίο του Ταγκιέφ με τίτλο: Εβραιοφοβία, το τελευταίο κύμα (Pierre-André Taguieff, Judéophobie, la dernière vague).
Ανδρέας Πανταζόπουλος
*Aκολουθεί το άρθρο του Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ:
Από την δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, στις 14 Μαΐου 1948, παρά την αραβική και μουσουλμανική άρνηση που μεταφράσθηκε σε μία σειρά ένοπλων συγκρούσεων, γίναμε μάρτυρες της αργής ανακατασκευής μιας αντιεβραϊκής κοσμοαντίληψης. Η αναδιαβολοποίηση των εβραίων επιχειρήθηκε στη βάση της διαβολοποίησης του Ισραήλ και του «σιωνισμού», που έγινε αντικείμενο φαντασίωσης ως «παγκόσμιος σιωνισμός».
Αυτή η επανεπινόηση δεν ανάγεται σε μία ανακύκλωση των παραδοσιακών σχημάτων κατηγορίας με στόχο τους εβραίους, δανεισμένα από το ευρωπαϊκό αντιεβραϊκό σώμα, είτε αυτά προέρχονται από τον χριστιανικό αντιεβραϊσμό, την σύγχρονη αντιχριστιανική εβραιοφοβία, την αντικαπιταλιστική (σοσιαλιστική και επαναστατική) εβραιοφοβία, είτε από τον εθνικιστικό αντισημιτισμό, ρατσιστικό ή μη. Αυτή η επανεπινόηση επιχειρείται πάνω σε νέες ιδεολογικές βάσεις, ορισμένες εκ των οποίων είναι ξένες στην δυτική αντιεβραϊκή κληρονομιά και αρδεύουν από την μουσουλμανική κουλτούρα.
Αν αληθεύει ότι τα αντιεβραϊκά πάθη παγκοσμιοποιήθηκαν, αυτό συνέβη πριν από όλα γιατί εξισλαμίσθηκαν. Με αυτόν τον μετασχηματισμό, που προϋποθέτει μία δογματική αναμόρφωση και ταυτοχρόνως μία μετατόπιση του πρωταρχικού εστιασμού της αντιεβραϊκής εχθρότητας, επιχειρήθηκε μία θεολογικοποίηση του μίσους κατά των εβραίων. Πάνω σε αυτήν την πολιτικο-πολιτισμική βάση πραγματοποιείται και νομιμοποιείται η δαιμονοποίηση των εβραίων.
Θυματικός ανταγωνισμός
Μια νέα αντιεβραϊκή βουλγκάτα, δομημένη από συνωμοσιολογικά θέματα, εγκαταστάθηκε για τα καλά στην Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε αυτήν συναντάμε προκαταλήψεις και «κλασικά» αρνητικά στερεότυπα—γύρω από την εξουσία, τον πλούτο και την χειραγώγηση--, τα οποία προσλαμβάνουν νέο νόημα μέσω της ένταξής τους στην υπό διαμόρφωση ισλαμο-επαναστατική κοσμοαντίληψη.
Αυτή χαρακτηρίζεται από την συνάρθρωση τριών θεμάτων κατηγορίας που έχουν στόχο τους «εβραίους» ή τους «σιωνιστές», τούτες οι συμβατικές ονομασίες ποικίλλουν ανάλογα τις συγκυρίες και τις καταστάσεις: κατά πρώτο λόγο, είναι «κυρίαρχοι» στην Δύση («Έχουν τα πάντα», «κατέχουν την εξουσία», «κατευθύνουν την Αμερική»), χειραγωγούν την ενημέρωση και είναι πλούσιοι, άρα ισχυροί∙ δεύτερον, είναι «ρατσιστές», ιδιαίτερα στην Μέση Ανατολή, όπου συμπεριφέρονται «όπως οι ναζί» με τους Παλαιστίνιους, θύματα μιας πραγματοποιούμενης «γενοκτονίας»∙ τρίτον, ασκούν ισχυρή κρυφή επιρροή και συνωμοτούν παντού σε όλο τον κόσμο: οργάνωσαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ωθούν σε πόλεμο, βρίσκονται πίσω από τις συγκρούσεις που διαμελίζουν τις αραβικές χώρες (κυρίως χειραγωγώντας το Ισλαμικό Κράτος, που είναι απλό φόβητρο), οργανώνουν τρομοκρατικές επιθέσεις υπό ψεύτικη σημαία για να «κηλιδώνουν το ισλάμ» ή την «εικόνα των μουσουλμάνων» και, γενικότερα, χειραγωγούν τη διεθνή πολιτική. Αυτό το σύνολο των θεμάτων κατηγορίας και αρνητικών στερεοτύπων εγγράφεται σήμερα σε μία κοσμοαντίληψη που δομείται από τον θυματικό ανταγωνισμό, ο οποίος επιτρέπει να ταυτοποιεί τον «εβραίο» ή τον «σιωνιστή» ως τον ανταγωνιστή, τον απατεώνα ή τον εχθρό. Κατηγορούμενοι ότι μονοπωλούν καταχρηστικά το statusτου θύματος και ότι, σε συσχέτιση με αυτό, συσκοτίζουν την ύπαρξη άλλων ομάδων που αποτελούνται από αυθεντικά θύματα, οι εβραίοι κατασκευάζονται ως λαός-δήμιος, που ναζιστοποιείται ασύστολα, και συγκεντρώνεται πάνω του η εχθρότητα.
Τζιχάντ κατά των εβραίων
Ο εξισλαμισμός του αντιεβραϊκού λόγου συνίσταται στο ότι ανάγει, ρητά ή μη, την τζιχάντ κατά των εβραίων (και των συμμάχων τους ή συνενόχων τους) στην έκτη θρησκευτική υποχρέωση που πρέπει να σέβεται κάθε μουσουλμάνος. Λόγω αυτών των συμβολικών επενδύσεων, το κανονικό μοντέλο της ισραηλο-παλαιστινιακής σύγκρουσης, ως αυστηρά πολιτικής και γεωγραφικής σύγκρουσης, αποδεικνύεται απατηλό. Η αντιπαράθεση δεν ανάγεται στην απλή σύγκρουση δύο ανταγωνιστικών εθνικισμών, που προϋποθέτουν συγκρούσεις νομιμοποίησης, και οι οποίοι στον έναν ή τον άλλο βαθμό μπορούν να ξεπερασθούν. Τείνει να προσλάβει την φιγούρα μιας ατελεύτητης εβραιο-μουσουλμανικής σύγκρουσης.
Η φυσική ανασφάλεια που αισθάνονται οι Εβραίοι της Γαλλίας αναδιπλασιάζεται από μία κοινωνιακή και πολιτισμική ανασφάλεια. Γι αυτό και τα συνθήματα: «Θάνατος στους εβραίους!», ή «Εβραίε, δίνε του, η Γαλλία δεν είναι δική σου», συνοδευόμενα από «Αλαχού ακμπάρ!», ή «Τζιχάντ! Τζιχάντ! Τζιχάντ!», που ακούσθηκαν στις βίαιες διαδηλώσεις της 26ης Ιανουαρίου και της 13ης Ιουλίου 2014, πρέπει να παρθούν στα σοβαρά: είναι σημάδι διολίσθησης σε μία αντιεβραϊκή κινητοποίηση που διεκδικείται ως τέτοια. Αλλά, αν η ισλαμιστική διείσδυση είναι ο πρωταρχικός παράγοντας του αντιεβραϊκού μίσους, οι φανατικοί αντιεβραίοι δεν περνούν στην δράση παρά όταν προσχωρούν στον τζιχαντο-σαλαφισμό.
Η νέα εβραιοφοβία χαρακτηρίζεται κυρίως από την πλανητική της διάδοση η οποία, διευκολυνόμενη από το Διαδίκτυο, συμβάλλει ώστε να χάνει κατά μεγάλο μέρος τα εθνικά της χαρακτηριστικά. Στο εξής, είναι δύσκολο να ορισθεί ένα αυστηρά εθνικό πρόγραμμα αγώνα κατά των νέων μορφών μίσους που στοχοποιούν τους εβραίους, έστω και αν πρέπει να χαιρετίσουμε αυτή την γαλλική ιδιαιτερότητα: την άμεση εμπλοκή του κράτους στον αγώνα κατά ενός φαινομένου «σε σταθερή εξέλιξη». Σήμερα, αυτός ο αγώνας είναι αδιαίρετος με έναν πολυδιάστατο αγώνα κατά της γοητείας που ασκεί ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός. Έτσι, το παλιό ζήτημα του διανοητικού αγώνα κατά του θρησκευτικής βάσης φανατισμού επανέρχεται στην ημερήσια διάταξη. Μακροπρόθεσμα, ο αγώνας κατά του αντιεβραϊκού μίσους, αυτού του αφηρημένου και «θεολογικοποιημένου» μίσους, δεν μπορεί να έχει κατάληξη χωρίς μία βαθιά μεταρρύθμιση του ισλάμ, προερχόμενη από τις ίδιες τις ανώτατες μουσουλμανικές ηγεσίες. Στο μεταξύ, για να καταπολεμηθεί η σαλαφοποίηση των πνευμάτων στην γαλλική κοινωνία, πρέπει να εφαρμοσθεί μια πολιτική αποτροπής και περιορισμού (containment), τιμωρώντας αυστηρά τις στάσεις και τις συμπεριφορές που είναι αντίθετες στις θεμελιώδεις αρχές και τους νόμους της Δημοκρατικής Πολιτείας (République). Η εποχή των αρνήσεων, των λίγο πολύ εκούσιων τυφλώσεων, των υποτιθέμενων λογικών προσαρμογών είναι πίσω μας. Αυτό είναι το λιγότερο που μας επιτρέπεται, ώστε να ελπίζουμε.
μετάφραση: Ανδρέας Πανταζόπουλος