Με αφορμή το νομοσχέδιο για την αλλαγή ταυτότητας φύλου πλήθος άρθρων έχει δει το φως της δημοσιότητας. Με περισσότερη ή λιγότερη σοβαρότητα στον τρόπο προσέγγισης, οι αρθρογράφοι προσπαθούν να αναδείξουν πτυχές του ζητήματος και, φυσικά, να τοποθετηθούν επί του θέματος ανάλογα με τις κοσμοθεωρητικές, πολιτικές ή και προσωπικές τους παραδοχές. Πανδαιμόνιο απόψεων αναδύεται από τη δημόσια σφαίρα και το επίμαχο ζήτημα λαμβάνει διαστάσεις εθνικού προβλήματος. Πρόκειται για παιχνιδίσματα και εφευρήματα για να σκορπάμε τον χρόνο μας, όπως υπαινίχθηκε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος; Πρόκειται για ένα ζήτημα που τελικά δεν αφορά την ευρύτερη ελληνική κοινωνία; Πρόκειται για έναν αντιπερισπασμό της γεμάτης προβλήματα κυβέρνησης για να αποσπάσει την προσοχή του λαού από καίρια και άλυτα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα;
Πιθανώς να υπάρχουν ψήγματα αληθείας σε όλες τις παραπάνω απόψεις. Ωστόσο, πέρα από τακτικισμούς και σκοπιμότητες, πρέπει να ομολογήσει κανείς πως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ζήτημα το οποίο αγγίζει ευαίσθητες χορδές ανθρώπων οι οποίοι είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν τις ηθικές αυθεντίες από τις αρχές των οποίων εμφορούνται μέχρι τα άκρα.
Ασφαλώς και πολιτικές και τακτικιστικές μέριμνες εμφιλοχωρούν στη συζήτηση. Ωστόσο, στην καρδιά του ζητήματος βρίσκεται η αγεφύρωτη αντίθεση ανάμεσα σε διαφορετικές παραδοχές, οι φορείς των οποίων δεν δύνανται να κάνουν πίσω εξ αιτίας της δυναμικής των χώρων που εκπροσωπούν και ενσαρκώνουν. Αρχίζοντας από τους εναντίον και εστιάζοντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία οφείλει να επισημάνει κανείς πως όσοι εντός των κόλπων της ενστερνίζονται την άποψη πως η ηθική είναι μία και αμετάβλητη στους αιώνες δεν μπορούν να ανεχτούν ένα τέτοιο πλήγμα στην παραδοσιακή ηθική και διδασκαλία, εμφορούμενοι από τον πουριτανισμό που αποπνέουν οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου και όχι μόνο. Για τους ανθρώπους αυτούς η ηθική έχει θεϊκή και όχι ανθρώπινη προέλευση και, αφού ο νόμος του Θεού δίνει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, κάθε ανθρώπινη κοινωνική σύμβαση πρέπει να εμφορείται από τον νόμο αυτόν. Το πρόβλημα δεν αγγίζει μόνο τη γνωστή για τον συντηρητισμό της Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος αλλά όλο τον χριστιανικό κόσμο, καθώς και όσους γενικότερα θεωρούν πως η σεξουαλική ηθική πρέπει να εδράζεται στην αυθεντία κάποιας θείας Αποκάλυψης. Δεν θα ήθελα καθόλου να βρίσκομαι στη θέση της ελληνικής εκκλησιαστικής ιεραρχίας η οποία βλέπει την ηθική της αυθεντία επί σεξουαλικών ζητημάτων να μαραζώνει στην ευρύτερη κοινωνία και να είναι αναγκασμένη να κάνει συνεχείς παραχωρήσεις στα νέα ήθη για να συγκρατήσει τη φυγή των εναπομεινάντων πιστών, ενώ παράλληλα καλείται να αντιμετωπίσει τους όχι λίγους ζηλωτές οι οποίοι ξιφουλκούν ενάντια στην ηθική σήψη που κατ’ αυτούς επιφέρει η συμμόρφωση της χώρας με τα πρότυπα του δυτικού τρόπου ζωής.
Στις δυτικές χώρες, πάλι, τα διλήμματα των λεγόμενων «ιστορικών εκκλησιών» είναι επίσης τεράστια – δανείζομαι την ομολογία του Αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι, Τζάστιν Ουέλμπι, στο τελευταίο τεύχος του βρετανικού GQ, πως οι διαφωνίες που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα των ομοφυλοφίλων και τη διαχείρισή της έχουν οδηγήσει την παγκόσμια Αγγλικανική Κοινότητα σε ανυπέρβλητο ρήγμα ανάμεσα στη φιλελεύθερη δυτική και την αυστηρά παραδοσιακή αφρικανική της πτέρυγα. Η δική μας Εκκλησία είναι πιο σίγουρη για τις ηθικές τις παραδοχές από τις Εκκλησίες στη Δύση, αλλά και αυτή δοκιμάζεται από τραντάγματα.
Η άλλη πλευρά τώρα, ήτοι η δυτικόστροφη δικαιωματοκρατική διανόηση και όσοι ενστερνίζονται τον δυτικό τρόπο ζωής, καθώς και οι ακτιβιστές της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, είναι και αυτοί υποχρεωμένοι να επιμείνουν μέχρι τέλους στις θέσεις τους. Οι μεν ακτιβιστές γιατί αυτό προβλέπει το καταστατικό πρόγραμμα της κοινωνικής τους στράτευσης, οι δε οπαδοί της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και των δικαιωμάτων γιατί κατ’ αυτούς εκσυγχρονισμός με ημίμετρα δεν γίνεται και γιατί τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αδιαπραγμάτευτα και όχι εξαρτώμενα από τη δημοψηφισματική βούληση κοινωνικών πλειοψηφιών. Η αρχή της δεσμευτικής τήρησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ασχέτως του πόσους αφορά κάθε φορά το συγκεκριμένο δικαίωμα, είναι ένα ιερό τοτέμ του χώρου το οποίο τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια.
Πρόκειται λοιπόν για μια σύγκρουση ιδεολογικών κόσμων στην οποία κανείς από τους μονομάχους δεν θέλει να κάνει πίσω, μπας και δείξει υποχωρητικότητα προς τον αντίπαλο και εκτεθεί στην αντίστοιχη βάση του. Μέσα σε όλα αυτά, ποιο είναι το βάρος της ουσίας του προβλήματος, του πραγματικού συμφέροντος δηλαδή της μειοψηφικής ομάδας των ανθρώπων, και μάλιστα των ανηλίκων, οι οποίοι αισθάνονται και βιώνουν αναντιστοιχία ανάμεσα στο πώς αισθάνονται και το βιολογικό τους φύλο; Ελπίζω να μην επαληθευτούν τα γραφόμενα του Στέφανου Κασιμάτη στο πιο πρόσφατο φύλλο της Καθημερινής της Κυριακής:
Δεν θα έχει happy ending η ιστορία αυτή και θα την πληρώσουν, φοβάμαι, οι πιο αδύναμοι, εκείνοι ακριβώς που έχουν ανάγκη τη μέριμνα της Πολιτείας. Είναι κρίμα –δηλαδή, αμαρτία– ότι όσοι θα μπορούσαν να ευεργετηθούν από το νομοσχέδιο, εφόσον περάσει, είναι ελάχιστοι. Η πολιτική σπανίως παρακάμπτει τις μικρές μειοψηφίες, συνήθως συνεχίζει ακάθεκτη και περνάει από πάνω τους…