Οι Ροχίνγκα είναι κυρίως μουσουλμάνοι, λίγοι απ’ αυτούς είναι ινδουιστές και ζουν στην πολιτεία Ραχάιν (προφέρεται Γιακάι στη βιρμανική γλώσσα). Εκτιμάται ότι αριθμούν περί το 1,3 εκατ. και αποτελούν ισχνή μειοψηφία σε μια χώρα όπου το 90% των κατοίκων είναι βουδιστές. Πρόκειται για μια πολύχρονη αντιπαράθεση, η οποία έγινε ευρύτερα γνωστή το τελευταίο διάστημα για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί η νέα κυβέρνηση της Βιρμανίας, με επικεφαλής την κάτοχο του Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σούου Τσιι, έχει άρει σε μεγάλο βαθμό τη συσκότιση που επέβαλλε το προηγούμενο στρατιωτικό καθεστώς στην χώρα. Δεύτερον, γιατί η πληθυσμιακή αύξηση τόσο των Ροχίνγκα όσο και των βουδιστών στην πολιτεία Γιακάι εντείνει συνεχώς τον ούτως ή άλλως σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ των δύο κοινοτήτων για χώρο και φυσικούς πόρους στην περιοχή.
Λέγεται συχνά ότι οι Ροχίνγκα είναι ο πιο ανεπιθύμητος λαός της υφηλίου – σημειωτέον, δεν έχουν καν υπηκοότητα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι διαμένουν στην παραμεθόριο μεταξύ δύο χωρών, που τους εξωθούν η μία προς την άλλη σαν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ. Παρ’ ότι το γειτονικό Μπανγκλαντές είναι κατά πλειοψηφία μουσουλμανικό κράτος, η περιοχή Τσιταγκόνγκ Χιλ Τρακτς (ΤΧT) έχει βουδιστές κατοίκους, οι οποίοι βρίσκονταν σε ένοπλη αντιπαράθεση με την κεντρική κυβέρνηση στην Ντάκα για περισσότερα από 20 χρόνια, μέχρι την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας το 1997. Έκτοτε, οι εχθροπραξίες έχουν σταματήσει, αλλά οι βουδιστές του Μπανγκλαντές αντιλαμβάνονται ότι συνεχώς χάνουν έδαφος λόγω της εκρηκτικής πληθυσμιακής αύξησης των μουσουλμάνων, και αυτό τούς κάνει ακόμη πιο καχύποπτους έναντι των Ροχίνγκα από τη Βιρμανία. Αλλά και οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι της επαρχίας Τσιταγκόνγκ του Μπανγκλαντές βλέπουν τους Ροχίνγκα ως «εισβολείς» και κρατούν ιδιαίτερα αδιάλλακτη στάση.
Η διεθνής κοινότητα ασκεί ασφυκτικές πιέσεις στην Αούνγκ Σαν Σούου Τσιι να λάβει μέτρα για την προστασία των Ροχίνγκα και διατυπώνονται προτάσεις να της αφαιρεθεί το Νόμπελ Ειρήνης του 1990. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η νικήτρια των τελευταίων εκλογών του 2015 έχει τα χέρια της δεμένα από τους Βιρμανούς στρατιωτικούς, οι οποίοι διατηρούν πολλές εξουσίες και όλα τα κρίσιμα υπουργεία βάσει του ισχύοντος συντάγματος της χώρας. Για την ακρίβεια, η Αούνγκ Σαν Σούου Τσιι δεν είναι καν πρωθυπουργός, αλλά έχει εφεύρει για τον εαυτό της το αξίωμα του υπερυπουργού Επικρατείας (State Councillor), προκειμένου να εφαρμόζει την πολιτική της, όσο της το επιτρέπει το περιοριστικό θεσμικό πλαίσιο.
Ο ΟΗΕ έχει αναλάβει πολλές διπλωματικές πρωτοβουλίες, στις οποίες συγκαταλέγεται και η διαμεσολαβητική προσπάθεια του πρώην ΓΓ του διεθνούς οργανισμού, Κόφι Ανάν, αλλά ακόμη και οι δικές του συστάσεις είναι δύσκολο να εφαρμοστούν. Με τις δυνάμεις ασφαλείας της Βιρμανίας εν δράσει στην περιοχή, δεν είναι αβάσιμοι οι φόβοι ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια εκστρατεία εθνοκάθαρσης και μεγάλης κλίμακας ανθρωπιστική τραγωδία. Ταυτόχρονα, ένα πολύ μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον η κρίση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε στρατιωτικές συμπλοκές μεταξύ των δύο χωρών και να προκαλέσει περιφερειακή αποσταθεροποίηση.
Ωστόσο, κάποια άλλα ερωτήματα θα έπρεπε επίσης να τεθούν με αφορμή τους Ροχίνγκα. Και δεν τίθενται κυρίως για λόγους πολιτικής ορθότητας ή λόγω του κυνισμού που εγγενώς χαρακτηρίζει τις διεθνείς σχέσεις. Ειδικότερα:
- Στη Δύση κυριαρχεί μια κάπως αφελής εντύπωση ότι οι βουδιστές είναι εξ ορισμού φιλήσυχοι άνθρωποι που αναζητούν την αρμονία, με πολλούς αστέρες του διεθνούς καλλιτεχνικού στερεώματος (π.χ. Ρίτσαρντ Γκηρ) να αναζητούν τη δική τους εσωτερική γαλήνη στο βουδισμό. Την εντύπωση αυτή ενισχύει και η θετική δημοσιότητα γύρω από τον Δαλάι Λάμα, παρά το γεγονός ότι αυτός είναι πνευματικός ηγέτης ενός συγκεκριμένου κλάδου του βουδισμού, με επίκεντρο το Θιβέτ. Η συμπεριφορά των βουδιστών της Βιρμανίας και του Μπανγκλαντές μάλλον διαψεύδει τη ρομαντική αντίληψη των Δυτικών. Ομοίως, στη Σρι Λάνκα η βουδιστική κυβέρνηση εξολόθρευσε τους αντάρτες της ινδουιστικής μειοψηφίας Ταμίλ σε μια από τις πιο βίαιες συγκρούσεις της τελευταίας δεκαετίας, στα όρια της γενοκτονίας.
- Η ανθρωπιστική τραγωδία στα σύνορα Βιρμανίας και Μπανγκλαντές έχει όλα τα χαρακτηριστικά βίαιης διαθρησκευτικής αντιπαράθεσης που αποτελεί τρόπον τινά μια τοπική «σύγκρουση πολιτισμών». Αν κοιτάξει κανείς τη μεγάλη κλίμακα των πραγμάτων θα βρει στην κρίση αυτή πολλές αναλογίες με όσα συμβαίνουν στο νησί Μιντανάο στις Νότιες Φιλιππίνες ή στη Νιγηρία, με τις αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων.
- Τόσο στη Βιρμανία, όσο και στο Μπανγκλαντές, ο πληθυσμός αυξάνεται με ανεξέλεγκτους ρυθμούς – κάτι που οξύνει ακόμα περισσότερο τα άπειρα προβλήματα των δύο χωρών. Και πρόκειται για ένα γενικότερο φαινόμενο στον Τρίτο Κόσμο, στο οποίο όμως η διεθνής κοινότητα κλείνει τα μάτια της, στο όνομα ενός νεφελώδους ανθρωπισμού ή/και κυρίως λόγω της επιρροής των εκκλησιών που αντιτίθενται στον έλεγχο των γεννήσεων.
Αυτές είναι κάποιες γενικότερες τάσεις που εκδηλώνονται στην τρέχουσα κρίση με τους Ροχίνγκα. Κι αν δεν ειπωθούν τα πράγματα με το όνομά τους και δεν ληφθούν σχετικές πολιτικές αποφάσεις σε διεθνές επίπεδο, η δυστυχία του να είσαι ανεπιθύμητος θα συνεχίσει να μαστίζει πολλές άλλες χώρες και κοινότητες παγκοσμίως – παρά τα Νόμπελ Ειρήνης και παρά τις αγωνιώδεις εκκλήσεις για ανθρωπισμό.