Ένα Σύνταγμα επιτελεί πλείονες λειτουργίες χωρίς η μια να αναιρεί την άλλη αλλά αντιθέτως όλες μαζί λειτουργούν συμπληρωματικά. Κυρίως όμως το Σύνταγμα είναι ένας Νόμος, ο πρώτος και βασικός νόμος μιας πολιτείας που θέτει τα θεμέλια για να δομηθεί ένα Κράτος. Ένα σύνταγμα περιλαμβάνει κανόνες οργάνωσης μιας Πολιτείας, θέτει τους όρους διεξαγωγής του πολιτικού παιχνιδιού και βάζει όρια στις σχέσεις των οργάνων μεταξύ τους. Μια λεπτή νομοθετική διαδικασία ανάδειξης οργάνων εξουσίας και ανάσχεσης τους από τυχόν εκτροπή. Ταυτόχρονα καθορίζει την σχέση των πολιτειακών οργάνων με τους πολίτες, εξοπλίζοντας τους τελευταίους με δικαιώματα έναντι της εξουσίας.
Εφόσον η Πολιτεία συντάσσεται αποτελεσματικά, τότε η κοινωνία ευημερεί και το Σύνταγμα ακτινοβολεί ως πυξίδα, αποκτά την πολυπόθητη συμβολική ενοποιό λειτουργία. Αν το Σύνταγμα είναι αναχρονιστικό, ανελεύθερο, υπερβολικά δυσκίνητο και καταπιεστικό, ναι μεν εφαρμόζεται ως πρωταρχικός κανόνας δικαίου αλλά στα μάτια του λαού υφίσταται τη φθοροποιό απαξίωση. Απολύει την πραγματική βάση ισχύος του, με αποτέλεσμα να κλονίζονται τα θεμέλια της ίδιας της πολιτείας.
Η συντακτική ή αναθεωρητική διαδικασία είναι μια διαδικασία επίπονη αφού ό,τι γράφεται στο Σύνταγμα περιβάλλεται με την αίγλη του. Απολαμβάνει την υπεροχή έναντι οποιουδήποτε άλλου κανόνα τίθεται από τον κοινό νομοθέτη. Δεν αναιρείται με νέο νόμο, δεν τροποποιείται και δεν ερμηνεύεται με εγκυκλίους και υπουργικές αποφάσεις. Επομένως, ο Συντακτικός Νομοθέτης βαρύνεται με το χρέος να σκεφτεί διπλά πριν νομοθετήσει.
Αν αυτά τα λάβει κανείς σοβαρά υπόψη του, θα κατέληγε στο παράδοξο των Λοκρών. Στους Αρχαίους Λοκρούς όποιος ήθελε να εισηγηθεί έναν νέο νόμου, του ζώνανε μια θηλιά στο λαιμό και τον άκουγαν να υπερασπίζεται το υπό ψήφιση νομοθέτημα. Αν ο νόμος ψηφιζόταν, εξερχόταν σώος της διαδικασίας. Αν αντίθετα καταψηφιζόταν, τον απαγχόνιζαν διότι αποπειράθηκε να διαταράξει την αρμονία της ισχύουσας νομοθεσίας. Αυτός ο βάρβαρος τρόπος νομοθετήσεως κατέληξε γρήγορα σε αδιέξοδο. Κανείς δεν έβαζε το κεφάλι του στον ντορβά και έτσι οι θεσμοί δεν εκσυγχρονίζονταν, τελμάτωσαν και παρήκμασαν.
Στην Ελλάδα τους 2016 περάσαμε στο άλλο άκρο. Στην Επιτροπή για την Αναθεώρηση -με την ελαφρότητα της άγνοιας και με το θράσος της έπαρσης- συμμετέχουν ακόμα και ηθοποιοί. Η ερώτηση παγίδα εδώ είναι, «μα δεν έχει λόγο ο λαός για το σύνταγμα; Τι θέλουμε δηλαδή ένα σύνταγμα τεχνοκρατών;».
Η δουλειά του νομοθέτη, είναι να αφουγκράζεται την κοινωνία και να νομοθετεί πετυχημένα. Όχι να παραχωρεί την θέση του στην κοινωνία, κρυπτόμενος πίσω της. Μπορεί ο λαός να εκφραστεί με την τεχνική γλώσσα που απαιτεί ένα νομικό κείμενο; Ξέρει ο λαός για τις ιδιαίτερες σχέσεις που συνδέουν την Ελλάδα με την Διεθνή Κοινότητα; Ο λαός ασκεί πρωτογενή εξουσία μόνο εκεί που δεν υπάρχουν Συντάγματα ή εκεί που καταλύονται. Στα πολιτισμένα κράτη οι επιτυχημένες αναθεωρήσεις φιλτράρουν τα κοινωνικά αιτήματα μέσα από την ακριβόλογο γραφίδα ενός νομικού επιστήμονα. Το Σύνταγμα του 1864, εισηγητής του οποίου ήταν ο Ν.Ι.Σαρίπολος, διαπρεπής νομικός, δεν υστερούσε στην ικανοποίηση κοινωνικών αιτημάτων της εποχής. Δεν θα ήταν περισσότερο φιλολαϊκό, αν εισηγητής ήταν κάποιος τραγουδιστής. Μάλλον πιο λαϊκίστικο θα ήταν.
Νομικός επιστήμων δεν μετέχει στην Επιτροπή. Ούτε ένας Καθηγητής Νομικής από κάποια Νομική Σχολή της Χώρας. Το Σύνταγμα ως θεατρική παράσταση τουλάχιστον θα έχει ικανούς ηθοποιούς για να χειροκροτηθεί στις προγραμματιζόμενες εκδηλώσεις απαξίωσης του.