Στην Ελλάδα η πόλωση της κοινωνίας για τη μετανάστευση συνέπεσε σε σημαντικό βαθμό με την ακραία πόλωση και τον «εθνικό διχασμό» σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς». Σε ένα περιβάλλον δηλητηριασμένο από τις ακραίες φωνές, τον κυρίαρχο λαϊκισμό, τη συνωμοσιολογία, τις υπεραπλουστεύσεις και τη «δίκαιη» λαϊκή οργή είναι εξαιρετικά δύσκολο να ψάξεις ρεαλιστικές απαντήσεις στο ζήτημα της μετανάστευσης, ειδικά όταν αυτό μπήκε δυναμικά, αλλά εσφαλμένα, στο τραπέζι, ως επί μέρους ζήτημα ασφάλειας, με έμφαση στην απειλή της εθνικής ταυτότητας και στην εγκληματικότητα των μεταναστών. Οι όποιες ψύχραιμες φωνές συνεθλίβησαν ανάμεσα στους ακραίους και των δύο πλευρών, τους αυτόκλητους «υπερασπιστές» των μεταναστών και τους διαπρύσιους «μεταναστοφάγους».
Οι μεταναστευτικές πιέσεις που από το 2015 εξελίχθηκαν στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση των τελευταίων ετών, αλλά και οι τρομοκρατικές επιθέσεις και η προβληματική και απλουστευτική σύνδεση του προσφυγικού με την τρομοκρατία οδήγησαν σε νέα πόλωση τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Στην Ελλάδα, η πόλωση έχει κατακερματιστεί και διαπεράσει όλα τα δυνατά επίπεδα, ιδιαίτερα μετά τον εγκλωβισμό στη χώρα περισσοτέρων από 60.000 μετανάστες και πρόσφυγες. Πόλωση σε εθνικό επίπεδο ανάμεσα στα δύο «στρατόπεδα» και στα πολιτικά κόμματα, πόλωση σε τοπικό επίπεδο και κυρίως στα νησιά της «πρώτης γραμμής» λόγω της παρουσίας των προσφύγων και των μεταναστών, πόλωση ανάμεσα στις τοπικές κοινωνίες και στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, πόλωση ανάμεσα στους μετανάστες και στους πρόσφυγες με εξαγωγή βίαιων επεισοδίων εκτός των δομών φιλοξενίας.
Η διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, η οποία δεν έχει τελειώσει, αλλά αντίθετα ανακάμπτει, προϋποθέτει την πρόβλεψη και την αντιμετώπιση πολλών και σε αρκετές περιπτώσεις αλληλοσυγκρουόμενων θεμάτων. Το ζήτημα της εκπαίδευσης των παιδιών των προσφύγων και ο τρόπος που θα γίνει αυτή μπορεί να προσεγγιστεί από πολλές πλευρές, από τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα έως και τη χρήση της ως εργαλείο πρόληψης και αντιμετώπισης της ριζοσπαστικοποίησης των νέων στις δομές φιλοξενίας των προσφύγων. Όπως και να το προσεγγίσει κάποιος, πρέπει να το κάνει απομονώνοντάς το από το γενικότερο πλαίσιο της διχαστικής πόλωσης. Οι ένθεν κακείθεν ανακοινώσεις που στοχοποιούν είτε τους πρόσφυγες είτε τις τοπικές κοινωνίες όχι μόνο δεν βοηθούν στην ανάγκη ψύχραιμης και συλλογικής διαχείρισης της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης, αλλά, αντίθετα, λ
ειτουργούν ως καταλύτες πολλαπλασιασμού της πόλωση και της έντασης, μέχρι να μετατραπούν στη μοιραία σπίθα που θα ανάψει τη μεγάλη φωτιά.