Ωστόσο, δίχως αίσθηση των πραγματικών μεγεθών, η περί την τρομοκρατία δημόσια συζήτηση εκτρέπεται συχνά είτε σε αριστερής κοπής στερεότυπα, είτε σε κανονιστικού χαρακτήρα νεοσυντηρητικές προσεγγίσεις. Ξεκινώ, συνεπώς, με τους αριθμούς. [1]
1. Τόσο σε απόλυτους αριθμούς θανάτων από την τρομοκρατία, όσο και σε ποσοστιαία συμμετοχή στο σύνολο των θανάτων, η Ευρώπη ανήκει στις περιοχές υψηλής ασφάλειας. Το δεύτερο μισό της περιόδου1970-2015 μειώθηκαν εντυπωσιακά τα θύματα σε σχέση με τις δεκαετίες ’70 και ’80. Επιπροσθέτως, αν δεν συνυπολογιστούν τα θύματα από την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, μόνο το 0,5% του συνολικού αριθμού των θανάτων την τελευταία δεκαπενταετία αφορά τη Δύση (Β. Αμερική, Ευρώπη και Αυστραλία), ειδάλλως το 2,6%. Η πρόοδος αυτή σημειώθηκε μολονότι στο διάστημα αυτό αυξήθηκαν οι διαβιούντες στην Ευρώπη μουσουλμάνοι.
2. Οι θανατηφόρες τρομοκρατικές επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν κυρίως σε πέντε χώρες (Ιράκ, Νιγηρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν και Συρία), στις οποίες αναλογεί το 78% των χαμένων ζωών το 2014.
3. Οι επιθέσεις από «μονήρεις λύκους», δηλαδή άτομα που έδρασαν μόνα τους, κυριαρχούν απολύτως, έχοντας προκαλέσει το 70% των θανάτων στη Δύση σωρευτικά από το 2006 ̶ οι υπόλοιπες είτε είναι άγνωστης σύνθεσης είτε πραγματοποιήθηκαν από ομάδες τριών και άνω ατόμων. Επιπλέον, ο ισλαμικός φονταμενταλισμός δεν ήταν το κύριο αίτιο των επιθέσεων των μονήρων λύκων, δεδομένου ότι το 80% των εξ αυτών προκληθέντων θανάτων αποδίδεται σε ένα κοκτέιλ ακροδεξιών, εξτρεμιστικών, εθνικιστικών και αντικαθεστωτικών στοιχείων, καθώς και σε ποικίλα κίνητρα φυλετικής ή άλλου τύπου ανωτερότητας.
4. Η μεγάλη πλειονότητα των μουσουλμάνων σε όλες τις χώρες, ακόμη και της βαθιάς Μέσης Ανατολής, αποδοκιμάζει τις επιθέσεις αυτοκτονίας Εκτιμάται ότι 4.000 από τα 20 εκατομμύρια, ήτοι το 0,02%, των μουσουλμάνων της Ευρώπης πήγαν να πολεμήσουν για το ISIS στη Συρία.
Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι. Ο φόβος ότι η ισλαμική τρομοκρατία συνιστά μείζονα απειλή για την Ευρώπη δεν εδράζεται σε στέρεη βάση ̶ συμπέρασμα που στατιστικώς δεν ανατρέπεται ούτε από τις πρόσφατες φρικώδεις επιθέσεις. Η ισλαμοφοβία είναι επίσης τόσο παράλογη, ώστε μόνο βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις μπορούν να την εξηγήσουν, η δε υποδαύλισή της δικαίως συσχετίζεται με στρατηγικές πολιτικής εκμετάλλευσης . Οι μουσουλμάνοι αποδοκιμάζουν την ισλαμική τρομοκρατία στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι μουσουλμάνοι την αντιμάχονται καθημερινά και οι μουσουλμάνοι θρηνούν τα περισσότερα θύματα από αυτή: το 2014 υπήρξαν 2.454 θάνατοι μόνο στη Βαγδάτη, που σημειωτέον μας άφησαν παγερά αδιάφορους, έναντι 31 στην Ευρώπη. Παρά ταύτα, ο φόβος υπάρχει. Ερμηνεύσιμος μεν, αδικαιολόγητος δε.
***
Αντιλαμβανόμαστε και αντιδρούμε σε επικίνδυνες καταστάσεις είτε ενστικτωδώς και διαισθητικά είτε με ορθολογική ανάλυση των δυνατών ενδεχομένων και της πιθανότητας να συμβούν. Προϊόν της εξέλιξης, η ενστικτώδης αντίληψη των κινδύνων είναι oβασικός μηχανισμός αξιολόγησης της επικινδυνότητας στη ζωή μας, αλλά δεν οδηγεί πάντοτε σε ορθές αντιδράσεις.
Ο φόβος ενισχύει τις διαισθητικές αξιολογήσεις της επικινδυνότητας διότι απορρέει από αβέβαιες καταστάσεις στις οποίες δεν έχουμε κανέναν έλεγχο. Προμελετημένη ενέργεια με αποτρόπαια αποτελέσματα και αδιαφανείς μηχανισμούς και κίνητρα, μια τρομοκρατική επίθεση προκαλεί έντονα συναισθήματα, διότι κατά κανόνα αντιμετωπίζεται και ως προάγγελος μελλοντικών κακών. Απεναντίας, μια σφοδρή σύγκρουση αυτοκινήτων με πέντε νεκρούς συγκινεί μεν, αλλά ο κίνδυνος τέτοιου θανάτου αφομοιώνεται εύκολα, διότι εντάσσεται σε ένα οικείο σύστημα που κατανοούμε επαρκώς τη λειτουργία του. Το 2014, στην Ελλάδα καταγράφηκαν 801 θάνατοι από τροχαία ατυχήματα και στην ΕΕ 25.700. Μολονότι τερατώδεις, αυτοί οι αριθμοί μας επηρεάζουν δυσανάλογα λιγότερο από τους 34 θανάτους των Βρυξελλών ̶ οι θάνατοι από τροχαία ατυχήματα στην ΕΕ είναι, κατά μέσο όρο, υπερδιπλάσιοι ημερησίως. Η διασπορά, χρονική και γεωγραφική, αυτών των θανάτων δυσχεραίνει την κατανόηση του μεγέθους τους, συγκινησιακά μας αγγίζουν ελάχιστα και μόνον με λογικές διεργασίες μπορούμε να αποτιμήσουμε τη σημασία τους.
Ασχέτως αν οι πολίτες μόνον εν μέρει συνειδητοποιούν αυτό το λουτρό αίματος στους δρόμους, κάθε κυβέρνηση πρέπει να το αντιμετωπίσει, όπως οφείλει να αντιμετωπίσει και την τρομοκρατία, όσο γίνεται πιο ορθολογικά. Οι σχετικές αποφάσεις εδράζονται, αμέσως ή εμμέσως, στην παραδοχή ότι η αξία της ανθρώπινης ζωής δεν είναι ανεκτίμητη. Δεν πρόκειται για μεταφυσικής τάξεως θέση, αλλά για την πραγματιστική διαπίστωση ότι καμιά κοινωνία δεν είναι διατεθειμένη να δαπανήσει ένα οσοδήποτε μεγάλο ποσό για να σώσει μία ανθρώπινη ζωή. Υποθέστε ότι, αν βελτιώσουμε έναν δρόμο δαπανώντας 20.000.000 ευρώ, τα επόμενα χρόνια θα έχουμε 50 λιγότερους θανάτους από ατυχήματα. Εάν απορρίψουμε το σχέδιο, η απόφασή μας εμμέσως αποδέχεται ότι η ανθρώπινη ζωή αξίζει λιγότερο από 400.000 ευρώ. Αναγκασμένη να κατανείμει κατά το δυνατόν πιο ορθολογικά τους περιορισμένους πόρους της, καμιά κοινωνία δεν θα διαθέσει οποιοσδήποτε πόρους χρειαστεί προκειμένου να εκμηδενίσει τους θανάτους είτε από τροχαία ατυχήματα είτε από την τρομοκρατία.
Ωστόσο, αν αυξηθούν οι θάνατοι στους δρόμους, το γεγονός θα περάσει σχετικά αθόρυβα. Εάν, όμως, υπάρξει νέα πολύνεκρη επίθεση, θα προκληθεί σάλος, όλοι θα τα βάλουν με τους πολιτικούς και αυτοί ποιητική αδεία θα εκστομίσουν κατιτίς σαν το «είμαστε σε πόλεμο» για να καταλαγιάσουν τις αντιδράσεις. Γιατί; Διότι ο φόβος των τρομοκρατικών επιθέσεων λειτουργεί όπως ο φόβος των αεροπορικών ατυχημάτων. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, εξαιτίας της προκαλούμενης συγκίνησης εστιαζόμαστε σχεδόν αποκλειστικά στο αποτέλεσμα παραβλέποντας τη μικρή πιθανότητα να συμβεί επίθεση ή ατύχημα. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος διογκώνεται στο μυαλό μας. Στις ΗΠΑ, την επόμενη χρονιά μετά την επίθεση στους δίδυμους πύργους, έχασαν τη ζωή τους σε τροχαία ατυχήματα 1.600 άτομα επιπλέον του (στατιστικώς) αναμενομένου αριθμού, επειδή είχαν φοβηθεί να ταξιδέψουν αεροπορικώς. Μια δεύτερη 11/9…
Παρομοίως, η διόγκωση του πραγματικού κινδύνου της τρομοκρατίας οδηγεί σε υπερβολικές πολιτικές αντιδράσεις. Αίφνης, οι επί αιώνες σφυρηλατημένες ευρωπαϊκές αξίες θεωρούνται ότι κινδυνεύουν από φανατικούς έφηβους και νέους, και τούτο μολονότι οι πολίτες της ΕΕ έχουν συσπειρωθεί ομοθυμαδόν εναντίον των πράξεων τους ̶ πρέπει να εκτιμήσουμε επίσης αν οι επιθέσεις προκάλεσαν τελικώς μεγαλύτερη οργή παρά φόβο, δηλαδή απέτυχαν εντελώς στον στόχο τους. Ισχυρισμοί ότι οργανωμένα κράτη κινδυνεύουν από ιδεοληπτικούς νεαρούς, νηπιακής πολιτικής σκέψης και αμφιβόλου ποιότητας πνευματικής συγκρότησης, είναι προδήλως αστήρικτοι.
Άλλωστε, τα προβλήματα γι’ αυτούς τώρα αρχίζουν. Ο ISISτους στρατολόγησε στην ανοδική του φάση. Ήδη καταγράφονται περιπτώσεις νεαρών τζιχαντιστών οι οποίοι, αφού εξατμίστηκαν οι αυταπάτες τους, λιποτακτούν ή θέλουν να λιποτακτήσουν από τις τάξεις του. Τα φαινόμενα αυτά θα πολλαπλασιαστούν, καθώς θα γίνεται εμφανής η ήττα του Ισλαμικού Κράτους και συγχρόνως θα αυξάνονται οι πιέσεις των διωκτικών αρχών στους επίδοξους τρομοκράτες. Σημειωτέον, εδώ και καιρό εθνικοί και διεθνείς οργανισμοί προβληματίζονται, θεωρητικά και πρακτικά, αν και πώς θα μπορούσε να γίνει η επανένταξη των μεταμελημένων στις κοινωνίες τους.
Στις δευτερογενείς επιπτώσεις του φόβου πρέπει να αναζητήσουμε τον ουσιαστικό κίνδυνο για τις ανοικτές κοινωνίες. Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες απειλούνται εκ των ένδον, από την ενίσχυση φασιστικών, ακροδεξιών και εθνικιστικών ομάδων που τρέφονται από τον φόβο της τρομοκρατίας και την ισλαμοφοβία. Η ανησυχία επιτείνεται όταν βλέπει κανείς να διαβρώνεται η πίστη σε θεμελιώδεις φιλελεύθερες αρχές, και να απορρίπτονται γρήγορα, πολύ γρήγορα, βασικές επιλογές των κοινωνιών μας με τη χοντροκομμένη λογική του «πονάει δόντι, κόβει κεφάλι».
Καλώς, συνεπώς, άνοιξε η συζήτηση περί την πολυπολιτισμικότητα και την ισλαμική τρομοκρατία. Πάντως, επιφυλακτικά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν απόψεις που εδράζονται στην πεποίθηση ότι ο φόβος είναι αναζωογονητικό φάρμακο, άρα ευκαιρία παραλυμένες κοινωνίες να προχωρήσουν προς τα μπρος (εντελώς συμπτωματικά σε συντηρητικές θέσεις…) Ούτε πρέπει να υποτιμηθεί η εν ονόματι του ορθολογισμού άνθηση νεοσυντηρητικών απόψεων εντός και εκτός Ελλάδας, που κάνουν copy-paste τα επιχειρήματα του τότε περίγυρου του Τζωρτζ Μπους Τζούνιορ. Ήταν αυτός ο υποτιθέμενος ορθολογισμός, συνδυασμένος με αχαλίνωτη αλαζονεία (και ανομολόγητα βεβαίως συμφέροντα), που επέβαλλαν τον πόλεμο του Ιράκ το 2003. Ένας ιδιότυπος φονταμενταλισμός που πίστευε ότι η βίαιη επιβολή φιλελεύθερων δημοκρατιών θα έλυνε χρόνια προβλήματα. Τίποτα δεν είχαν διδαχθεί από την αυτοκριτική του Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα για την επέμβαση στο Βιετνάμ.
***
Προφανώς, τα προαναφερθέντα δεν συνεπάγονται ούτε τον εφησυχασμό, ούτε ότι η ασφάλεια πρέπει να θεωρηθεί ελάσσονος σημασίας ζήτημα. Τουναντίον, η θεοκρατική βαρβαρότητα του ISIS πρέπει να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά, συντονισμένα, και υπομονετικά. Θα πρέπει, όμως, να συμφωνήσουμε για ποιο πράγμα μιλάμε.
Μια καλή αρχή θα ήταν να αφήσουμε στην άκρη τις μεταφορικές και πομπώδεις χρήσεις των λέξεων. Ούτε με πόλεμο έχουμε να κάνουμε, ούτε με τρομοκρατική οργάνωση παρόμοια με εκείνες που έδρασαν στην Ευρώπη τα τελευταία σαράντα χρόνια. Η ΕΕ δεν βρίσκεται σε πόλεμο, διότι δεν υπάρχουν συνεχείς εκατέρωθεν εχθροπραξίες, και το ISISδεν μπορεί να εξομοιωθεί με τη 17Ν ή τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Το ISIS (όπως και τα Μπόκο Χαράμ,Αλ Σαμπάμπ) είναι ένα υβρίδιο προνεωτερικών βλέψεων και «επαναστατικού κινήματος» με ενσωματωμένη την πρωτόγονη, ακραία τρομοκρατία στο ιδεοσύστημά του ̶ ένα υβρίδιο με το ένα πόδι στην προ-νεωτερικότητα και το άλλο στη νεωτερικότητα. Τα εισαγωγικά είναι απαραίτητα προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, διότι η επανάσταση έχει ταυτιστεί με τη χειραφέτηση και την ελευθερία στον νεωτερικό κόσμο, και φυσικά δεν υπάρχει καμιά πρόθεση να νομιμοποιηθούν σκοταδιστικές και φρικώδεις επιδιώξεις. [2] Αλλά, ανεξαρτήτως χαρακτηρισμού, το Ισλαμικό Κράτος αποτελεί μεγάλη ποιοτική μεταβολή ως προς την τρομοκρατία που ξέραμε.
Το ISIS θέλει να επιβάλει δια'aτης βίας μια νέα τάξη πραγμάτων. Διαθέτει τακτικό στρατό, εξοπλισμένο με βαρύ οπλισμό, που μάχεται μετωπικά με τον εχθρό: στα πεδία των μαχών προκάλεσε τριπλάσιους θανάτους σε σχέση με τις τρομοκρατικές του επιθέσεις. Τα ηγετικά του στελέχη είναι μεν ακραίοι φονταμενταλιστές, αλλά όχι ανόητοι. Εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες των τεχνολογιών της πληροφορίας και επικοινωνίας. Συνέταξαν και υλοποίησαν επιτυχημένα επιχειρηματικά σχέδια για να διασφαλίσουν τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του ̶ από τούτη την άποψη θα έπρεπε μάλλον να ονομάζεται ISIS Α.Ε. Στρατολογούν κόσμο με την πειθώ και τον καταναγκασμό, η δε τρομοκρατία και οι τελετουργικές εκτελέσεις εντάσσονται στη στρατηγική διεύρυνσης της επιρροής του. Πάνω από όλα: κατέχει εδάφη με μεγάλο αριθμό κατοίκων στα οποία έχει υποκαταστήσει το κράτος (παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και εκπαίδευσης, απονομή δικαιοσύνης). Αυτή η πηγή ισχύος υποδεικνύει και τη στρατηγική αντιμετώπισής του: τα διαλυτικά φαινόμενα στο παρομοίων δραστηριοτήτων σομαλικό Αλ Σαμπάμπ επιταχύνθηκαν όταν εκδιώχτηκε από τα εδάφη που ήλεγχε.
Το ISIS είναι ένα «επαναστατικό» κίνημα που θέλει να επιβάλει τις σκοταδιστικές απόψεις του στους άλλους. Δεν διαπραγματεύεται τίποτα. Θέλει να επικρατήσει ολοκληρωτικά. Συνεπώς, δεν υπάρχει πεδίο συνεννόησης και συνομιλιών. Όταν οι ηγέτες του διακηρύσσουν ότι «θα σας συντρίψουμε ή θα πεθάνουμε» καθορίζουν αυτομάτως τι πρέπει να γίνει: το «επαναστατικό» τους κίνημα πρέπει να συντριβεί.
Είμαι παντελώς αναρμόδιος να υποδείξω πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν επιχειρησιακά το Ισλαμικό Κράτος και οι ανά την Ευρώπη επίδοξοι τρομοκράτες. Πιστεύω, όμως, ότι η συρρίκνωση των κατεχόμενων από το ISIS εδαφών και τα προμηνύματα της ήττας του θα εξαχνώσουν τάχιστα την έλξη που ασκεί σε νεαρούς ευρωπαίους μουσουλμάνους, συμπεριλαμβανομένων των ήδη ενταγμένων. Φυσικά, οι φονταμενταλιστές θα αποκτήσουν τον Φρανσουά Ραβασόλ και τον Εμίλ Ανρύ τους, και ενδεχομένως θα δούμε να ξεφυτρώνει πότε-πότε κάποια ολιγομελής ομάδα. Αλλά το μέλλον της τρομοκρατίας είναι προδιαγεγραμμένο: ποτέ και πουθενά δεν νίκησε. Όταν τελειώσουν όλα αυτά, το αποτύπωμά της στην Ιστορία θα είναι τόσο ασήμαντο όσο εκείνο της ευρωπαϊκής τρομοκρατίας των τελευταίων δεκαετιών. Αρκεί να μην ενδώσουμε στις φοβίες μας, και θυσιάσουμε απερίσκεπτα ουσιώδη στοιχεία των ανοικτών κοινωνιών μας.
ΥΓ. Οι πρόσφατες μηνύσεις, πειθαρχικές ποινές και οι διαρκείς απειλές κατά δημοσιογράφων έχουν αναλυθεί ποικιλοτρόπως. Αναρωτιέμαι μήπως πίσω από όλα αυτά υπάρχει και κάτι άλλο. Θα το διατύπωνα κάπως έτσι: Τιμωρώ, άρα κάτι αξίζω. Τιμωρώ, άρα αυξάνω την αυτοεκτίμησή μου. Τιμωρώ, άρα υπάρχω.
Σημειώσεις
[1] Βλ. την ετήσια έκθεση, με στοιχεία του 2014, του Institute for Economics and Peace, Global TerroristIndex, 2015 <http://goo.gl/cBey8O>. STATISTA, 02.12.2015 <https://goo.gl/o5AOUy>. Πάσχος Μανδραβέλης, «Τα καλά και τα κακά νέα», Καθημερινή, 27.03.2016.
[2] Υιοθέτησα τον όρο «επαναστατικό κίνημα» από τον Ζεράρ Σαλιάν, αδυνατώντας να σκεφθώ άλλον καλύτερο. Βλ.Gérard Chaliand, «Nous ne sommes pas en guerre», Ballast, 22/12/2015 <http://goo.gl/Z7QFqt>. Ο χαρακτηρισμός «επαναστατικό κίνημα» περιγράφει, κατά τη γνώμη μου, πληρέστερα τον ISISκαι τα παρόμοια κινήματα τόσο από το «τρομοκρατική οργάνωση» όσο και από τον προσφάτως δημοφιλή όρο «βίαιος εξτρεμισμός».Εν πάση περιπτώσει, ο ορισμός της τρομοκρατίας παραμένει σπαζοκεφαλιά. Έχουν καταγραφεί περισσότεροι από 250 ορισμοί της. Βλ. Alex P. Schmid, “The Definition of Terrorism” in Alex P. Schmid (ed.), The Routledge Handbook of Terrorism Research (London and New York: Routledge, 2011).