Στις 5 Μαΐου 2010, λίγο μετά τη 1 το μεσημέρι, κατά τη διάρκεια πορείας, ρίχτηκε μέσα από μπλοκ «αντιεξουσιαστών» εμπρηστική βόμβα «Μολότωφ» σε κατάστημα της Marfin. Από τους ασφυκτικούς καπνούς από την πυρκαγιά που προκλήθηκε από τη βόμβα, τρεις υπάλληλοι της τράπεζας Marfin, η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η Παρασκευή Ζούλια και ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης, έχασαν τη ζωή τους.
Πέντε μήνες αργότερα, με αφορμή αυτό το έγκλημα, καθώς και τον προηγηθέντα στις 28 Μαρτίου 2010 θάνατο από διαμελισμό του 15χρονου Αφγανού Χαμί Νατζάφι που προκάλεσε βόμβα, εκδόθηκε τον Αύγουστο 2010 το βιβλίο «Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική» (https://politikiviadiapyron.wordpress.com) με κείμενα των Περικλή Κοροβέση, Τέου Ρόμβου, Αλέκου Γεωργόπουλου, Παναγιώτη Δημητρά, Ναυσικάς Παπανικολάτου, Μιχάλη Μαραγκάκη, Παναγιώτη Παπαδόπουλου (Κάιν), Κυριάκου Αθανασιάδη, Θανάση Μακρή, Γιάννη Εξαδάκτυλου, Θανάση Τριαρίδη, Ελεάννας Ιωαννίδου, Ελένης Καρασαββίδου-Κάππα, Μεχμέτ Ταρχάν, Θοδωρή Ηλιόπουλου, Γιώργος Μοναστηριώτη, Θανάση Πολλάτου, Γιάννη Ευαγγέλου, Παναγιώτη Σιαβελή, Άγγελου Νικολόπουλου, Κώστα Μπακόπουλου και Γιάννη Κορομηλά. Μέχρι την έκδοσή του, κατά τη διάρκεια του Ιουνίου και του Ιουλίου 2010, ομάδες δολοφόνων σκότωσαν τον υπασπιστή του Υπουργού Δημόσιας Τάξης Γιώργο Βασιλάκη και το δημοσιογράφο Σωκράτη Γκιόλια.
«Έτσι ο αναγνώστης, όταν διαβάζει τα ονόματα των συγκεκριμένων νεκρών, ας προσπαθήσει να βάζει πλάι τους και τα άλλα, προηγούμενα και μεταγενέστερα (μα πάντοτε δικά του), θύματα της πολιτικής βίας, όποια μορφή κι αν έχει αυτή, όποιο σύμβολο τρόμου κι αν τη συνοδεύει» καταλήγει η εισαγωγή του βιβλίου. Αυτό κάνω κάθε φορά που ασκείται «πολιτική βία», ακόμα και κατά φασιστών.
Έτσι ακριβώς αντέδρασα όταν πληροφορήθηκα πως χθες, στις παρυφές των Εξαρχείων, πάλι μεσημεριανή ώρα, πάλι από μπλοκ «αντιεξουσιαστών», βγήκαν 15 άτομα, κατευθύνθηκαν προς άτομο που θεώρησαν πως είναι δημοσιογράφος, τον ρώτησαν και επιβεβαίωσαν πως είναι δημοσιογράφος και μετά τον χτύπησαν επανειλημμένα με καδρόνια στο κεφάλι, στο πρόσωπο, στην πλάτη και στο θώρακα, για να καταλήξει αιμόφυρτος στο νοσοκομείο. Με την προσθήκη πως, όταν το άμεσο θύμα παρόμοιας φασιστικής «πολιτικής» βίας είναι δημοσιογράφος, στόχος των εγκληματιών προφανώς είναι και η ελευθερία του Τύπου που είναι και έμμεσο θύμα της επίθεσης.
Συμβαίνει να ακούω καθημερινά το θύμα της σημερινής επίθεσης, το Δημήτρη Πέρρο, στον Αθήνα 984 και να απολαμβάνω την ευγένειά του, το χιούμορ του και τις ποιητικές ικανότητές του που έχει αναδείξει ο Ηλίας Κανέλλης στη δική του εκπομπή. Γι' αυτό και οργίζομαι ακόμα περισσότερο. Αλλά οργή ένιωσα και όταν δολοφονήθηκε ο Σωκράτης Γκιόλιας η δημοσιογραφία του οποίου μου ήταν αντιπαθής.
Το κερασάκι στην οργή ήταν η πληροφορία πως ισχυρότατες δυνάμεις της αστυνομίας ήταν δίπλα στο θύμα αλλά έμειναν απαθείς, άρα είναι συνένοχες τόσο της επίθεσης όσο και της σχεδόν σίγουρης ατιμωρησίας μια και καμιά σύλληψη όχι μόνο δεν έγινε, αλλά ούτε επιδιώχθηκε να γίνει.
Για αυτό και κλείνω με, κατά τη γνώμη μου εξ ίσου επίκαιρο σήμερα, απόσπασμα από το κείμενο μου «Καμιά ανοχή χωρίς συνενοχή» στο βιβλίο Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική:
Η χειρότερη εκδήλωση ανοχής –αν όχι συνενοχής– στη μεταπολιτευτική Ελλάδα αφορά την «ακροαριστερή» τρομοκρατία. Έχουν γίνει εκατοντάδες –αν όχι χιλιάδες– επιθέσεις από κάθε μορφής οργάνωση, οι περισσότερες όχι με στόχο ανθρώπους. Με ελάχιστες εξαιρέσεις οι καταδίκες υπήρξαν ανύπαρκτες ή απλώς προσχηματικές, με αποτέλεσμα οι δράστες να θεωρούν, όχι αδικαιολόγητα, πως έχουν τουλάχιστο μερική κοινωνική αποδοχή, αν όχι νομιμοποίηση. Δεν είναι τυχαίο πως η τρομοκρατία έχει σχεδόν παντού αλλού εξαφανιστεί. Αυτό επιτεύχθηκε όχι τόσο χάρη στην αποτελεσματικότητα των μέτρων καταστολής, όσο λόγω της «λαϊκής κατακραυγής» που πολλές φορές εκφράστηκε και με διαδηλώσεις εκατομμυρίων ανθρώπων στους δρόμους.
Η ελληνική κοινωνία, λοιπόν, έχει τη βασική ευθύνη για την εκτεταμένη και κάθε μορφής βία στους κόλπους της, για την οποία είναι τελικά συνένοχη. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, όλες οι μορφές απρόκλητης βίας αποτελούν παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η ελληνική κοινωνία αδιαφορεί για αυτές, όπως άλλωστε αδιαφορεί και για όλες τις άλλες παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ελλάδα που δεν αγγίζουν άμεσα τα συμφέροντά της, όπως τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των μεταναστών. Πρόκειται για μια μισαλλόδοξη και φοβική κοινωνία, που συνήθως δεν προσπαθεί να διεκδικεί δημοκρατικά, αλλά προτιμάει να εκτονώνεται ή ακόμα και να φοβίζει με τη χρήση κάθε μορφής λεκτικής ή μη λεκτικής βίας.