Σύνδεση συνδρομητών

Το σημαντικότερο γεγονός από την καταστροφή της Χιροσίμα

Τετάρτη, 12 Αυγούστου 2015 20:15
6 Αυγούστου 1945. Η Χιροσίμα αμέσως μετά την καταστροφή.
US government
6 Αυγούστου 1945. Η Χιροσίμα αμέσως μετά την καταστροφή.

Μετά την καταστροφή της, η Χιροσίμα καθαγιάστηκε. Επειδή αναδείχθηκε στο βιβλικών διαστάσεων σύμβολο του ολέθρου, στο θύμα του απόλυτου κακού. Επειδή απεικονίζει την αυτοκαταστροφή της ανθρωπότητας. Αυτός ο καθαγιασμός βοήθησε να εδραιωθεί η πολιτική της αμοιβαίας πυρηνικής αποτροπής. Μέγιστο επίτευγμα, μας λέει ο εκ των πρωτεργατών αυτής της πολιτικής Τόμας Σέλινγκ.

 

 

 

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι να χάσουν έναν πόλεμο εξαιτίας της αδυναμίας να χρησιμοποιήσουν την ατομική βόμβα για ανθρωπιστικούς λόγους, θα ήμασταν ένοχοι της χείριστης υπηρεσίας προς τον πολιτισμό στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Stuart Symington, επικεφαλής της Αεροπορίας, Ιούνιος 1948

Ποιος θα πίστευε πριν από πενήντα χρόνια ότι θα έφθανε ένας νέος αιώνας  ̶ μια νέα χιλιετία ̶  δίχως να έχουν εξαπολυθεί πυρηνικά όπλα προς κάποιον στόχο; […] Κάτι εντελώς απροσδόκητο συνέβη. Μάλλον, κάτι ευρέως αναμενόμενο δεν συνέβη.

Thomas C. Schelling

 

Η καταστροφή της Χιροσίμα, αλλά όχι και του Ναγκασάκι, υπήρξε «ευτυχές» γεγονός, έγραψε πριν από αρκετά χρόνια ο πυρηνικός φυσικός Alvin M. Weinberg. Αλλόκοτη άποψη. Στις 6 Αυγούστου του 1945, στις οκτώ και τέταρτο το πρωί, μια πόλη ισοπεδώνεται μέσα σε δευτερόλεπτα. Δεκάδες χιλιάδες νεκροί και, παρά τα ψεύδη της εποχής, δεκάδες χιλιάδες μολυσμένοι από τη ραδιενέργεια. Μια εκτυφλωτική λάμψη που σάρωσε όποια αθωότητα είχε απομείνει στον κόσμο αυτό, ιδίως την αθωότητα της επιστήμης  ̶  «ο καθηγητήςΑμβρόσιοςποτέ δεν κατάλαβε ότι […] κουβάλησε μαζί του το πραγματικό κακό που ήθελε να καταστρέψει. Χάρη σ’ αυτόν, τούτο το κακό τελικά μπόρεσε να εξαπλωθεί στον κόσμο.» (Ρομάν Πολάνσκι, Η νύχτα των βρυκολάκων, 1967)

Δεν ήταν «ευτυχές» συμβάν επειδή, σύμφωνα με το γνωστό επιχείρημα, τέλειωσε ο πόλεμος και σώθηκαν περισσότερες ζωές από όσες χάθηκαν στη Χιροσίμα. Είναι επειδή η Χιροσίμα καθαγιάστηκε. Επειδή αναδείχθηκε στο βιβλικών διαστάσεων σύμβολο του ολέθρου, στο θύμα του απόλυτου κακού. Επειδή απεικονίζει την αυτοκαταστροφή της ανθρωπότητας. Αυτός ο καθαγιασμός βοήθησε να εδραιωθεί η πολιτική της αμοιβαίας πυρηνικής αποτροπής. Μέγιστο επίτευγμα, μας λέει ο εκ των πρωτεργατών αυτής της πολιτικής Τόμας Σέλινγκ, διότι το σημαντικότερο γεγονός των τελευταίων εβδομήντα ετών είναι αυτό που ουδέποτε συνέβη: η χρήση πυρηνικών όπλων σε πολεμικές συρράξεις.[i]

Ο εξ αποστάσεως αφανισμός αμάχων

Χρειάζονται χρόνια μέχρι να αναπτυχθεί ένα δάσος, και μερικές μέρες για να καεί από κάποιον αχρείο που κρατάει στο ένα χέρι αναπτήρα και στο άλλο ένα κομμάτι στουπί ποτισμένο με βενζίνη. Χρειάστηκαν πολλά ανθρωποέτη εργασίας να κατασκευαστούν οι ναοί στην Παλμύρα, και λίγες ώρες για να τους καταστρέψουν σκοταδιστές. Χρειάστηκαν χρόνια οι γονείς μέχρι να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, και λίγες στιγμές ο ανισόρροπος φασίστας Άντερς Μπρέιβικ για να τους αφαιρέσει τη ζωή. Ένας οικονομολόγος θα έλεγε ότι η παραγωγικότητα του ανθρώπου είναι πολύ μεγαλύτερη όταν καταστρέφει παρά όταν δημιουργεί. Θλιβερή ικανότητα που βελτιώνεται συνεχώς, ιδίως όσον αφορά τον αφανισμό των συνανθρώπων του.

Η ανθρώπινη ιστορία, πριν και μετά τη Χιροσίμα, είναι γεμάτη από φρικαλεότητες: η αγριότητα που εξιστορεί ο Θουκυδίδης στα Κερκυραϊκά και οι θηριωδίες των Τούρκων στο Μπατάκ τις οποίες επικαλείται ο Ιβάν στον μονόλογο του στους Αδελφούς Καραμαζώφ, ο Βιασμός της Νανκίνγκ και το Ολοκαύτωμα, η εξολόθρευση εκατοντάδων χιλιάδων κομμουνιστών στην Ινδονησία και οι απίστευτες ωμότητες των Κόκκινων Χμερ. Εάν ήταν ζήτημα αριθμών, η Χιροσίμα θα είχε καταγραφεί ως ένα από τα πολλά αποτρόπαια γεγονότα της ανθρώπινης ιστορίας  ̶oι βομβαρδισμοί του Τόκιο και των άλλων ιαπωνικών πόλεμων, λόγου χάριν, είχαν προκαλέσει ανάλογο αριθμό θυμάτων και καταστροφών με τις βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.[ii]

Ωστόσο, ο βομβαρδισμός της Χιροσίμα εγκαινίασε μια νέα εποχή. Πρόκειται για ειδολογική και όχι βαθμιαία αλλαγή. Είμαστε πλέον αναγκασμένοι να ζούμε, γράφει ο Γκύντερ Άντερς, σε μια κατάσταση που δεν αλλάζει: «στον Χρόνο του Τέλους που ουδέποτε μπορεί να τελειώσει εκτός από το ίδιο το τέλος, και που θα παραμένει ο Χρόνος του Τέλους, έστω κι αν πετύχουμε να μεταθέτουμε μέρα με τη μέρα το Τέλος του Χρόνου.» Αυτός ο χαρακτήρας της εποχής ουδέποτε θα εξαφανιστεί, διότι άπαξ και αποκτήσαμε την ικανότητα να επισπεύσουμε το Τέλος του Χρόνου, την αποκτήσαμε άπαξ διά παντός.[iii]

Εάν κάτι κάνει μοναδικό τον «σύντομο εικοστό αιώνα» όσον αφορά τις καταστροφές είναι η χρήση της τεχνολογίας: ουδέποτε τόσο λίγοι άνθρωποι είχαν τη δυνατότητα να σκορπίσουν τον θάνατο σε τόσους πολλούς. Από τούτη την άποψη, η Χιροσίμα αναδεικνύεται σε μέγιστο σύμβολο του περασμένου αιώνα,[iv] διότι η ατομική βόμβα αποτελεί αφενός μείζονα, ασυνεχή καινοτομία και όχι αυξητική βελτίωση προϋπαρχουσών τεχνολογιών και, αφετέρου, απίστευτης ισχύος όπλο για τον εξ αποστάσεως αφανισμό αμάχων.[v]

Η χρήση της τεχνολογίας για πολεμικούς σκοπούς ακόμη και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι σχετικά περιορισμένη. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αλλάζει άρδην το σκηνικό, ιδίως όσον αφορά την πολεμική αεροπορία. Τα βομβαρδιστικά αεροπλάνα τελειοποιούνται και πολλαπλασιάζονται. Η θερμοκρασία στο επίκεντρο της έκρηξης της ατομικής βόμβας άγγιξε τους 3.000°C. Οι εμπρηστικές βόμβες στη Δρέσδη προκάλεσαν πυρκαγιές που ενώθηκαν σε έναν γιγαντιαίο σίφουνα που στο κέντρο του η θερμοκρασία έφθασε στους 800°Cπερίπου. Πολύ μικρότερη από τη Χιροσίμα, αλλά αρκετή να σαρώσει τα πάντα.

Η αλλαγή αυτή υπονόμευσε βαθμηδόν την αρχή ότι οι άμαχοι δεν πρέπει αποτελούν στόχο επίθεσης. Τα πληρώματα των βομβαρδιστικών δεν έχουν φυσική επαφή με τα θύματα. Επειδή ο εχθρός βρίσκεται μακριά, επειδή είναι «αόρατος», η συγκινησιακή φόρτιση ελαχιστοποιείται. Η απόσταση εκμηδενίζει πρακτικά την ενσυναίσθηση, η αποστασιοποίηση από τα θύματα ενισχύεται δίχως να απαιτείται ιδιαίτερη ψυχολογική προεργασία, η αίσθηση του καθήκοντος και η υπακοή σε άνωθεν εντολές εξανεμίζουν την προσωπική ευθύνη. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, δισταγμοί και ενοχές εξανεμίζονται. Κατά μείζονα λόγο, δεν τίθεται το παραμικρό δίλλημα σε όποιον συμμετέχει σε ναυτικό αποκλεισμό που οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες αθώους στη λιμοκτονία.

Το σημαντικότερο είναι ότι τα όρια ανάμεσα στους στρατιωτικούς στόχους και τους αμάχους σταδιακά συγχέονταν. Οι στοχευμένες επιθέσεις σε πολεμικά εργοστάσια και υποδομές ώστε να παραλύσει το σύστημα παραγωγής του εχθρού μετετράπησαν σε επιθέσεις με σκοπό να καταστραφεί το ηθικό του εχθρικού πληθυσμού, και κατέληξαν στην ολοκληρωτική καταστροφή του αντιπάλου (οικίες, πολιτισμός και ιστορία, περιβάλλον). Οι άμαχοι κατάντησαν να θεωρούνται ταυτόχρονα μέσα και σκοπός. Ασφαλώς, δεν αποφασίζει κάποιος να αφανίσει τον αντίπαλό του μόνο με ψυχρή στρατηγική θεώρηση. Απαιτείται και ιδιάζουσα σκληρότητα, και μια τέτοια σκληρότητα καταλογίζεται στον επικεφαλής της Μονάδας βομβαρδιστικών των Άγγλων Άρθουρ Χάρις που διέταξε τους βομβαρδισμούς των γερμανικών πόλεων.

Έκτοτε, η διαρκής βελτίωση των τηλεκατευθυνόμενων οπλικών συστημάτων θα οδηγήσει στα άκρα την αποπροσωποποίηση των θυμάτων  ̶ αλλά είναι αξιοσημείωτο επίσης ότι οι υψηλής ακρίβειας στοχεύσεις θα επιτρέψουν να πλήττονται πρωτίστως καθαρά στρατιωτικοί στόχοι. Οι λήπτες και οι εκτελεστές των αποφάσεων βρίσκονται σε αίθουσες επιχειρήσεων, εκατοντάδες ή χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τον στόχο. Εξαιτίας της πολυπλοκότητας των συστημάτων, η εκτέλεση των αποφάσεων αυτοματοποιείται και η εργαλειακή ορθολογικότητα διαποτίζει το σύστημα. Η παραδειγματική αυτή αλλαγή συμπυκνώνεται με χιούμορ στην αυστηρή παρατήρηση του Αμερικανού Προέδρου προς τον υπερπατριώτη Αμερικανό στρατηγό Buck Turgidson και τον Σοβιετικό πρέσβη (Πήτερ Σέλερς, Τζώρτζ Σκοτ και Πήτερ Μπουλ αντιστοίχως) που έχουν πιαστεί στα χέρια: «Κύριοι, δεν μπορείτε να πολεμάτε εδώ, αυτή είναι η Αίθουσα Πολεμικών Επιχειρήσεων!» (Στάνλεϋ Κιούμπρικ, S.O.S: Πεντάγωνο καλεί Μόσχα - Πρωτότυπος τίτλος: Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, 1964)

 

Ένα ψυχολογικό όπλο

Την 21η Ιουλίου 1945, ο Πρόεδρος Τρούμαν εισήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων του Πότσνταμ με άλλον αέρα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παρευρισκομένων. Τι είχε συμβεί; Είχε φθάσει η Έκθεση του επικεφαλής του προγράμματος Μανχάταν στρατηγού Λέσλι Γκροβς, η οποία επιβεβαίωνε ότι η δοκιμή της ατομικής βόμβας στο Alamogordo υπήρξε πλήρως επιτυχής, η δε καταστροφική της ικανότητα είχε ξεπεράσει κάθε εκτίμηση των επιστημόνων. Η ψυχολογία των Αμερικανών είχε αλλάξει. Η κατοχή ενός πρωτοφανούς ισχύος όπλου παρείχε δικαίως την αίσθηση ότι άλλαζε τον συσχετισμό των δυνάμεων και ως εκ τούτου επηρέαζε πλέον την οπτική με την οποία αντιμετωπιζόταν κάθε σχετικό ζήτημα.

Διάφορες εικασίες έχουν διατυπωθεί για το πώς έφθασαν οι ΗΠΑ να τη χρησιμοποιήσουν. Ανάμεσα στα επιχειρήματα που ακούστηκαν ήταν ότι οποιαδήποτε συμφωνία πλην της άνευ όρων παράδοσης δεν θα ήταν αποδεκτή από τους πολίτες. και ότι ένα απτό παράδειγμα της καταστροφικής δύναμης της βόμβας θα επιδρούσε καταλυτικά στο να καταστεί η Σοβιετική Ένωση ευκολότερα διαχειρίσιμη στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Μπερν, του οποίου ο ρόλος υπήρξε καθοριστικός στη λήψη της τελικής απόφασης.

Πάντως, τα δύο κύρια επιχειρήματα που προβλήθηκαν δημοσίως υπήρξαν η διάσωση ανθρώπινων ζωών και η άνευ όρων συνθηκολόγηση των Ιαπώνων, οι οποίοι θα υπέκυπταν άμεσα φοβούμενοι τη δυνητική καταστροφή της χώρας τους. Ο υπουργός Πολέμου Χένρυ Λιούις Στίμσον έγραψε σε ένα πολυδιαβασμένο άρθρο του πως, όταν ο πρωθυπουργός Σουτζούκι απέρριψε το τελεσίγραφο του Πότσνταμ, το μόνο που απέμεινε ήταν οι ΗΠΑ να αποδείξουν ότι το τελεσίγραφο εννοούσε αυτό ακριβώς που έλεγε: την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας.[vi]

 

[…] Εάν ο πόλεμος συνεχιζόταν μέχρι την προβλεπόμενη εισβολή της 1ης Νοεμβρίου, οι πρόσθετες επιδρομές των Β-20 θα ήσαν πιο καταστροφικές σε ανθρώπινες ζωές και ιδιοκτησίες από τον πολύ περιορισμένο αριθμό των επιδρομών με ατομικές βόμβες που θα εκτελούσαμε την ίδια περίοδο. Ωστόσο, η ατομική βόμβα ήταν περισσότερο από ένα όπλο φοβερής καταστροφής. ήταν ένα ψυχολογικό όπλο. […]

 

Είτε τάσσονταν υπέρ είτε κατά της χρήσης της βόμβας, όλοι όσοι συμμετείχαν στις συζητήσεις είχαν πλήρη συναίσθηση ότι επρόκειτο για πρωτόγνωρης και πρωτοφανούς ισχύος όπλο. Οι υπέρμαχοι δεν πίστευαν πως υπήρχαν ακαταμάχητοι λόγοι ώστε να μη χρησιμοποιηθεί η ατομική βόμβα. Από την άλλη, οι επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν δεν ήσαν ασήμαντες. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, πολιτικοί και κορυφαίοι στρατιωτικοί, μεταξύ άλλων οι στρατηγοί Ντουάιτ Αϊζενχάουερκαι Τζωρτζ Μάρσαλ, είχαν εκφράσει σοβαρές αντιρρήσεις για τη χρήση της βόμβας: υποστηρίχθηκε ότι η Ιαπωνία είχε πρακτικά ηττηθεί, αντιπροτάθηκε να επιδειχθεί η ισχύς του νέου όπλου σε περιοχή δίχως αμάχους, και προτάθηκαν άλλες εναλλακτικές δυνατότητες (π.χ. να περιμένουν έως ότου οι Σοβιετικοί κηρύξουν τον πόλεμο στην Ιαπωνία) οι οποίες θα οδηγούσαν σε σχετικά περιορισμένο αριθμό θυμάτων και σύντομα στην άνευ όρων παράδοση. Η πίστη όλων αυτών στις παραδοσιακές αρχές διεξαγωγής των πολέμων, πιστεύω, υπήρξε το σπέρμα που γέννησε το ταμπού της χρήσης των πυρηνικών όπλων. Λίγα χρόνια μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, ο ναύαρχοςΓουίλιαμ Λήχυ δημοσιοποίησε τις απόψεις του:

 

Η γνώμη μου είναι ότι η χρήση αυτού του βάρβαρου όπλου στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι δεν πρόσφερε καμιά βοήθεια στον πόλεμο μας εναντίον της Ιαπωνίας. Οι Ιάπωνες είχαν ήδη ηττηθεί και ήσαν έτοιμοι να συνθηκολογήσουν.

Η αίσθησή μου ήταν ότι το να είμαστε οι πρώτοι που θα το χρησιμοποιήσουμε, υιοθετούσαμε ένα ηθικό πρότυπο κοινό στους βαρβάρους του Μεσαίωνα. Δεν είχα διδαχθεί να πολεμώ κατ’ αυτόν τον τρόπο, και οι πόλεμοι δεν μπορεί να κερδίζονται αφανίζοντας γυναίκες και παιδιά. […]

 

Η πλειονότητα των σύγχρονων ιστορικών συγκλίνει στην άποψη ότι η ρήψη της ατομικής βόμβας δεν ήταν απαραίτητη για τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας και ότι σε όλους τους αποφασίζοντες ήταν σαφές πως υπήρχαν αποτελεσματικοί εναλλακτικοί τρόποι δράσης. Στην τεκμηριωμένη μελέτη του, ο GarAlperovitzσυμπεραίνει ότι «μια τελική και κατηγορηματική απάντηση στο γιατί χρησιμοποιήθηκε η ατομική βόμβα δεν είναι ούτε ουσιαστική ούτε δυνατή.»[vii] Απεναντίας, θεωρεί σημαντικό το ερώτημα (στο οποίο απαντά καταφατικά) κατά πόσον ο πρόεδρος και οι σύμβουλοι του είχαν κατανοήσει ότι η χρήση της βόμβας δεν ήταν «στρατιωτικά απαραίτητη» προκειμένου να αποφευχθεί μια μακρόχρονη και δαπανηρή εισβολή, όπως ισχυρίστηκαν μετέπειτα, και όπως πιστεύουν ακόμη σήμερα οι περισσότεροι εντός και εκτός των ΗΠΑ.

Όπως και να είναι, η ατομική βόμβα χρησιμοποιήθηκε, και έκτοτε τίποτε δεν ήταν ίδιο ούτε για την ανθρωπότητα, ούτε προπαντός για όσους επέζησαν. Ο βαριά πληγωμένος από την έκρηξη, γιατρός Μιτσιχίκο Χασίγια, θυμάται:[viii]

 

Ήταν νωρίς. το πρωινό ζεστό και όμορφο. Τα φύλλα τρεμόφεγγαν, αντανακλώντας το φως του ήλιου, δημιουργώντας μιαν ευχάριστη αντίθεση με τις σκιές στον κήπο μου, καθώς τον ατένιζα αφηρημένα από τις ορθάνοικτες νότιες πόρτες.

Φορώντας ένα σορτσάκι και εσώρουχα, είχα ξαπλώσει στο πάτωμα του καθιστικού εξαντλημένος, διότι είχα ξενυχτήσει εκτελώντας την υπηρεσία μου ως υπεύθυνος αεράμυνας στο νοσοκομείο.

Ξαφνικά, μια δυνατή λάμψη με ξάφνιασε, και μετά ακόμη μία… Οι σκιές στον κήπο εξαφανίστηκαν. Η θέα στην οποία όλα ήσαν τόσο λαμπερά και ηλιόλουστα τώρα σκοτείνιασε και κατάχνιασε… Με μεγάλη έκπληξη ανακάλυψα ότι ήμουν ολόγυμνος. Παράξενο! Πού ήταν το σορτσάκι και τα εσώρουχά μου;

 

Το ταμπού

Όταν ο πόλεμος έχει αποσαθρώσει τους ηθικούς κώδικες του πολέμου που εξαιρούν τους αμάχους από τους στρατιωτικούς στόχους, όταν υπάρχει ήδη το προηγούμενο της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, όταν οι στρατιωτικοί έχουν στη διάθεσή τους όπλο τέτοιας ισχύος για να πετύχουν τη νίκη, όταν ο μεταπολεμικός κόσμος εισέρχεται με ένταση στον ψυχρό πόλεμο, εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί δεν ξαναχρησιμοποιήθηκαν πυρηνικά σε πολεμικές συρράξεις. Γιατί δεν χρησιμοποιήθηκαν ούτε στην Κορέα ούτε στην κρίση της Κούβας, ούτε από τους Ινδούς ούτε από τους Πακιστανούς; Κατά τη γνώμη μου, ο Τόμας Σέλινγκ έδωσε την πληρέστερη απάντηση στο ερώτημα αυτό.[ix]

Η μη χρήση πυρηνικών όπλων πρέπει να πιστωθεί σε ό,τι ο Υπουργός των εξωτερικών Ντάλας χαρακτήρισε ως «ταμπού» τον Οκτώβριο του 1953: «Με το έναν ή τον άλλον τρόπο πρέπει να καταφέρουμε να άρουμε το ταμπού από τη χρήση αυτών των όπλων.» Λίγο αργότερα ένα έγγραφο της Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ υποστήριζε ότι τα πυρηνικά όπλα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα για χρήση «όπως τα άλλα πυρομαχικά.»

Το ταμπού αφορούσε τον διαχωρισμό των όπλων σε συμβατικά και μη συμβατικά, και εμπεριείχε ως κανονιστική αρχή την απαγόρευση της πρώτης χρήσης των μη συμβατικών όπλων, δηλαδή των πυρηνικών. Για να καταλάβει κανείς ότι μόνο προφανής δεν ήταν ένας τέτοιος διαχωρισμός, αρκεί να σκεφτεί πόσο αυθαίρετος είναι. Ο διαχωρισμός ούτε προέκυψε από αναλύσεις και μελέτες ούτε επεβλήθη από κάποιο κέντρο. Πρόκειται για σύμβαση (convention), δηλαδή για κάτι που απορρέει από μια συμφωνία, η οποία μάλιστα στην προκειμένη περίπτωση αναδύθηκε αυθόρμητα.[x] Η σύμβαση δεχόταν ως αυτονόητο το γεγονός ότι τα πυρηνικά όπλα είναι ριζικά διαφορετικά (χαρακτηρίζονται πλέον ως «όπλα μαζικής καταστροφής»), και είχε τον χαρακτήρα αξιώματος που δεν σήκωνε περαιτέρω συζήτηση. Αυτή η οιονεί θρησκευτικού χαρακτήρα πεποίθηση ότι απαγορεύεται η πρώτη χρήση των πυρηνικών στηριζόταν σε μια εξίσου αυταπόδεικτη παραδοχή: άπαξ και τα πυρηνικά χρησιμοποιούνταν, η χρήση τους δεν θα μπορούσε να περιοριστεί.

Χρειάστηκε μια εικοσαετία περίπου διαμαχών στις ΗΠΑ (και, υποθέτω, στη Σοβιετική Ένωση) για να αποδεχθεί ρητά η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία ότι τα πυρηνικά είναι μη συμβατικά όπλα. Ποικίλες προσπάθειες έγιναν από διαφόρους για άρση του ταμπού, μέχρις ότου ο πρόεδρος Λύντον Τζόνσον έκοψε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο κάθε συζήτηση (Σεπτέμβριος 1964): «Μην κάνετε λάθος. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα σαν το συμβατικό πυρηνικό όπλο. Επί δεκαεννιά επικίνδυνα χρόνια κανένα έθνος δεν εξαπέλυσε ατομική βόμβα εναντίον άλλου. Σήμερα αυτή είναι πολιτική απόφαση ανωτάτου επιπέδου.» Η χρήση των πυρηνικών δεν εξαρτάται από τη στρατιωτική αποτελεσματικότητά τους, συνεπώς η σχετική απόφαση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα των στρατιωτικών, αλλά είναι υψίστης βαρύτητας πολιτική απόφαση.

Έπρεπε να επικρατήσει το ταμπού εντός και μεταξύ των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, να εμπεδωθεί η πεποίθηση ότι τα πυρηνικά μπορούν και πρέπει να λειτουργήσουν μόνο ως αποτρεπτικά μέσα, ώστε Αμερικανοί και Σοβιετικοί να προτιμήσουν να χάσουν τους πολέμους σε Βιετνάμ και Αφγανιστάν αντιστοίχως παρά να καταφύγουν σε περιορισμένη χρήση πυρηνικών. Εξάλλου, στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου Αμερικανοί και Σοβιετικοί δαπάνησαν υπέρογκα ποσά για την ανάπτυξη συμβατικών όπλων στην Ευρώπη, τα οποία θα ήσαν άχρηστα σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου  ̶ «η επένδυση σε συμβατικά όπλα συνιστά μια μορφή ελέγχου των εξοπλισμών.» (Τόμας Σέλινγκ)Το ταμπού βοήθησε να σταθεροποιηθεί η αμοιβαία πυρηνική αποτροπή, διότι αναγνωριζόταν ότι τα πυρηνικά όπλα είναι χρήσιμα για την αποτροπή και για τίποτε άλλο. Αποδείχθηκε μάλιστα λίαν ισχυρό, διότι δεν χρησιμοποιήθηκαν πυρηνικά όπλα περιορισμένης ισχύος, ακόμη και όταν η μια πλευρά δεν διέθετε πυρηνικά οπότε η λογική της αποτροπής δεν υφίστατο (π.χ. στον πόλεμο του Ιράκ).

Το ταμπού άντεξε παρά τις απόπειρες να σπάσει με πλευροκοπήσεις. Κατά καιρούς προτάθηκε να χρησιμοποιηθούν μικρού μεγέθους πυρηνικές βόμβες σε αυστηρά στρατιωτικούς στόχους ή για ειρηνικούς σκοπούς (διάνοιξη διωρύγων, σκάψιμο λιμένων). Παρομοίως, η βόμβα νετρονίου, που προκαλεί μόνο ανθρώπινες απώλειες αλλά αφήνει άθικτες τις υποδομές, επιχειρήθηκε να νομιμοποιηθεί ηθικά με το επιχείρημα ότι ο κόσμος παραμένει ανέπαφος μετά τη χρήση της.

Όλες αυτές οι ιδέες λοιδορήθηκαν, και αποδείχθηκαν θνησιγενείς. Απέναντι τους ορθώθηκε μια απλή και ξεκάθαρη θέση: όχι στη χρήση πυρηνικών όπλων. Κάθε άλλη προσέγγιση, υπέρ της περιορισμένης ή ειρηνικής χρήσης, αφενός άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και, αφετέρου, οδηγούσε σε στείρες συζητήσεις για το τι σημαίνει μικρή ή μεγάλη ισχύς, για το πότε και πού θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα πυρηνικά κ.ο.κ.

Μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και παρά τους φόβους ότι ο κόσμος εισέρχεται σε περίοδο ανεξέλεγκτων καταστάσεων, η αντοχή του ταμπού υπήρξε αξιοσημείωτη. Φαίνεται μάλιστα πως το αποδέχονται ακόμη και έθνη με διαφορετικές πολιτικές και πολιτισμικές παραδόσεις από τις «δυτικές»  ̶  μια ευπρόσδεκτη απόδειξη αποτελεί η πρόσφατη συμφωνία του Ιράν με τις έξι παγκόσμιες δυνάμεις που περιορίζει το πυρηνικό του πρόγραμμα σε ειρηνικούς σκοπούς. Η αντιμετώπιση ως παρία της διεθνούς κοινότητας όποιου κράτους επιδιώκει να αποκτήσει όπλα μαζικής καταστροφής (πυρηικά, χημικά, βιολογικά) έχει ορθά επιβληθεί στις διεθνείς σχέσεις, επιβεβαιώνοντας την μετά τη Χιροσίμα τάση να θεωρούνται «κατάρα». 

 

Λήθη και μνήμη

Είκοσι χρόνια μετά τη Χιροσίμα, ο Κενζαμπούρο Όε υποστήριζε  το δικαίωμα στη σιωπή των επιζώντων που δεν ήθελαν να μιλούν για το τι συνέβη εκείνη τη μέρα.[xi] Οι Γερμανοί αντιμετώπισαν τις μεγάλες καταστροφές που υπέστησαν από τους βομβαρδισμούς των Συμμάχων σαν ντροπιαστικό οικογενειακό μυστικό που ούτε καν ενδοοικογενειακά δεν συζητείται, πιθανόν επειδή τις θεωρούσαν υπόρρητα ως δίκαιη τιμωρία για τα δεινά που προκάλεσαν σε όλον τον κόσμο.[xii] Απωθούμε τις τραυματικές εμπειρίες, διότι «[μ]ερικές φορές χρειάζεται να μη σκεπτόμαστε αυτές τις δυσκολίες που φέρνει η ζωή. Εάν δεν το κάναμε, θα ασφυκτιούσαμε.»[xiii] Παρά ταύτα, η αντιπαράθεση με το παρελθόν μπορεί μεν να είναι βασανιστική, αλλά η νίκη της μνήμης επί της λήθης, όπως στο Χιροσίμα αγάπη μου, λειτουργεί εξαγνιστικά.

Δεν είναι πάντα αθώα η λήθη. Ορισμένοι επενδύουν στην ιδέα ότι οι άνθρωποι ξεχνούν εύκολα. Ο Στάλιν, σύμφωνα με μαρτυρία συνεργάτη του, όταν εξέταζε έναν κατάλογο με εντάλματα σύλληψης που στην πραγματικότητα οδηγούσαν στον θάνατο, μουρμούριζε: «Ποιος θα θυμάται όλον αυτόν τον συρφετό σε δέκα ή είκοσι χρόνια; Κανείς… Ποιος θυμάται σήμερα τα ονόματα των Βογιάρων που εξολόθρευσε ο Ιβάν ο Τρομερός; Κανείς… Ο λαός πρέπει να γνωρίζει ότι γλύτωσε από όλους τους εχθρούς του. Τελικά, όλοι παίρνουν ό,τι τους αξίζει.» Το παρελθόν που κρατιέται ζωντανό μπορεί να βοηθήσει να αποφευχθούν μελλοντικές ωμότητες.

Ελλοχεύει και άλλος κίνδυνος. Η λήθη μπορεί ακούσια να οδηγήσει στην επανάπαυση. Μια μακρά περίοδος ειρήνης που διαλύει τον φόβο ενός πυρηνικού πολέμου μπορεί να αποσυνθέσει το ταμπού της μη χρήσης πυρηνικών. Η συλλογική μνήμη πρέπει να διατηρηθεί ζωντανή. η Χιροσίμα πρέπει να παραμείνει ζωντανή.

Η ανθρωπότητα έζησε εβδομήντα χρόνια δίχως να καταφύγει στη χρήση πυρηνικών όπλων. Ορθά απέκλεισε ως αδιανόητο έναν πυρηνικό πόλεμο. Ορθά του έδωσε βιβλικές διαστάσεις: Αποκάλυψη, Αρμαγεδδών, Ημέρα της Κρίσεως. Ορθά θεώρησε ότι αυτά τα όπλα είναι διαφορετικά. Ορθά θεώρησε ότι είναι ανήθικο ακόμη και να σκεπτόμαστε τη χρήση τους. Το ταμπού αυτό πρέπει να παραμείνει και αυταπόδεικτο και ζωντανό. Είναι το ελάχιστο, αλλά ασφαλές προαπαιτούμενο για τον πυρηνικό αφοπλισμό και τον έλεγχο της διασποράς των πυρηνικών όπλων.

 

Σημειώσεις



[i]Βλ. σχ. Thomas C. Schelling (2005). «An Astonishing Sixty Years: The Legacy of Hiroshima». NobelPrizeLecture. December 8.

[ii] Παρά τα πολλά σύγχρονα παραδείγματα απάνθρωπης συμπεριφοράς, θεωρώ βάσιμο τον ισχυρισμό του Στήβεν Πίνκερ ότι η βία παρουσιάζει μακροχρόνια πτωτική τάση. και ότι η εποχή μας είναι λιγότερο απάνθρωπη και βίαιη από προηγούμενες περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Βλ. σχ. Steven Pinker (2011). The Better Angels of Our Nature: Why Violence Has Declined. New York: Viking.

[iii] Anders Günther & Claude Eatherly (1962). Burning Conscience: The Case of the Hiroshima Pilot, Claude Eatherly, told in his Letters to Günther Anders. NewYork: MonthlyReviewPress: 137.

[iv] Το δεύτερο μέγιστο σύμβολο είναι το Άουσβιτς, ως τυπικός εκπρόσωπος των στρατοπέδων εξόντωσης. Υπάρχει μια εσφαλμένη τάση να ταυτίζονται η Χιροσίμα και το Άουσβιτς, με το επιχείρημα ότι η ορθολογικο-γραφειοκρατική οργάνωση αποτελεί κοινό υπόβαθρο αμφοτέρων. Κατά τη γνώμη μου, η ορθολογική διαχείριση ήταν αποτέλεσμα του μαζικού, ολοκληρωτικού πολέμου, και χαρακτηριστικό του σε κάθε πτυχή του. Εν πάση περιπτώσει, το Άουσβιτς είναι η χείριστη φρικαλεότητα του εικοστού αιώνα, ίσως η χείριστη στην ιστορία της ανθρωπότητας  ̶ ο ναζισμός αντιπροσωπεύει ό,τι ο Νίτσε θα ονόμαζε ο αντίποδας μας.

[v] Βλ. Jonathan Glover (2000). Humanity: A Moral History of the Twentieth Century. New Haven: Yale University Press:κεφ. 10 και Eric J. Hobsbawm (2004). Η Εποχή των Άκρων: Ο Σύντομος Εικοστός Αιώνας 1914-1991. Μετάφραση: Βασίλης Καπετανγιάννης, β' έκδοση αναθεωρημένη. Αθήνα: Εκδόσεις Θεμέλιο.: κεφ. 1. Όσον αφορά τη σύζευξη τεχνολογίας και οπλικών συστημάτων, σημειώνω μόνο ότι το Πρόγραμμα Μανχάταν, που κατέληξε στην κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας, αποτελεί το έως τότε σημαντικότερο   ̶ από άποψη κόστους, πολυπλοκότητας, αριθμού εμπλεκομένων προσώπων (κορυφαίοι πυρηνικοί φυσικοί, μηχανικοί, εργαζόμενοι, στρατιωτικοί) ̶  πρόγραμμα εφαρμοσμένης έρευνας χρηματοδοτημένο από δημόσιους πόρους. Αρκετές δεκαετίες μετά το πρώτο εργαστήριο βιομηχανικής έρευνας του Τόμας Έντισον στο MenloPark τον 19ο αιώνα, το Πρόγραμμα Μανχάταν εγκαινιάζει την οργανωμένη δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας γενικά και της έρευνας για αμυντικούς σκοπούς ειδικά.

[vi] Henry Lewis Στιμσον (1947). «The Decision to Use the Bomb». HarpersMagazine. February. Για την ιστορία, αναφέρω ότι τελικώς δεν υπήρξε άνευ όρων παράδοση, αφού οι ΗΠΑ αποδέχθηκαν να συνεχιστεί το αυτοκρατορικό καθεστώς.

[vii] Gar Alperovitz (1996). The Decision to Use the Atomic Bomb. New York: Vintage Books: κεφ. 25.

[viii] Michihiko Hachiya (1955). Hiroshima Diary. Chapel Hill: University of North Carolina.

[ix] Βλ. Thomas C. Schelling (2005), ό.π. καιThomas C. Schelling (2008). Arms and Influence. New Haven, CT: Yale University Press. Βλ. επίσης Thomas C. Schelling (1960). The Strategy of Conflict. Cambridge, MA: Harvard University Press και Nina Tannenwald (2007). The Nuclear Taboo: The United States and the Non-Use of Nuclear Weapons Since 1945. New York: Cambridg eUniversity Press.

[x] Επί παραδείγματι, όταν συνομιλείτε στο τηλέφωνο και πέσει η γραμμή, «οφείλει» να ξανακαλέσει όποιος κάλεσε τον άλλον. Κανένα κέντρο αποφάσεων δεν καθόρισε αυτόν τον κανόνα. Η σύμβαση αναδύθηκε αυθόρμητα μέσα από την πρακτική, ασφαλώς επιταχύνοντας την εδραίωσή της όσο αυξάνονταν οι άνθρωποι που την υιοθετούσαν. Αλλά, όπως δείχνει και η θέσπιση των κανόνων οδικής κυκλοφορίας, συμβάσεις μπορούν να επιβληθούν τόσο αυθόρμητα όσο και από μια κεντρική εξουσία. Βλ. σχ. «Δεξιά ή αριστερά;» στο Κ. Αναγνωστόπουλος (2011). Το Αόρατο και το Ορατό Χέρι. Θεσσαλονίκη. Εκδόσεις Επίκεντρο. 

[xi] Kenzaburo Oe (1996). Hiroshima Notes.New York: Grove Press.: 20.

[xii] Βλ. W. G. Sebald (2003). «Air War and Literature» in On the Natural History of Destruction. New York: Random House. Κατά τον Χάνς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, είναι αδύνατον κάποιος να κατανοήσει «τη μυστηριώδη ενέργεια των Γερμανών» που οδήγησε στο μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα αν δεν συνυπολογίσει αυτή την «αναισθησία» τους.

[xiii] Marguerite Duras (1961). Hiroshima Mon Amour. New York: Grove Press: 70.

Κ.Π. Αναγνωστόπουλος

Καθηγητής Οικονομικής και Διοικητικής για Μηχανικούς στην Πολυτεχνική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Τελευταία βιβλία του: Το ορατό και το αόρατο χέρι (2011), Ανάμεσα στο ρομάντζο της επανάστασης και το στερέωμα της αντίδρασης (2016).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.