Πρωθυπουργέ,
Λίγο πριν την κορύφωση και πολύ πριν τη λύση του δράματος, ενός από τα μεγαλύτερα, αν όχι το μεγαλύτερο της σύγχρονης Ιστορίας μας, αισθάνομαι την ανάγκη να σου απευθύνω κάποιες σκέψεις που με τυραννούν ως άνθρωπο και πολίτη εδώ και καιρό. Όχι επειδή έχω την παραμικρή ελπίδα να φτάσουν ποτέ ως εσένα, αλλά επειδή έτσι μου υπαγορεύει η συνείδησή μου.
Ξέρω πως κάθε ηγέτης, με μεγάλο ή με μικρό ήτα, αφήνει το στίγμα του στην Ιστορία και γράφει στο βιβλίο της τις σελίδες που του αναλογούν.
Πολύ φοβάμαι πως στις δικές σου σελίδες, πέρα από τις τεχνικές και άλλες λεπτομέρειες, πέρα από τα ονόματα όσων στάθηκαν δίπλα σου ή πίσω σου όσο βρισκόσουν στην εξουσία (αλλά και όσο ήσουν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης) θα γραφτεί με τα μελανότερα γράμματα ότι υπήρξες ο εμπνευστής, ο υπαίτιος και ο φορέας του Νεότερου Διχασμού της Ελλάδας.
Ότι ήσουν αυτός που πολιτεύτηκε και εκλέχτηκε σπέρνοντας τη Διχόνοια, φέρνοντάς την καταρχάς στο προσκήνιο με το ανατριχιαστικά διχαστικό σύνθημα «Ή Εμείς ή Αυτοί», και συνέχισε να την καλλιεργεί συστηματικά με κάθε του λόγο, με κάθε του σύνθημα, με κάθε του επιχείρημα, με κάθε του πράξη. Από το βήμα της Βουλής, από τις εξέδρες των συγκεντρώσεων, από τις οθόνες των τηλεοράσεων, από τα ραδιόφωνα, από κάθε αφίσα, πανό, ή σημαία.
Ότι ήσουν αυτός που έφερε τον διχασμό στις ψυχές και τα στόματα των πολιτών, στρέφοντας τον έναν εναντίον του άλλου, δημιουργώντας ανίερες συμμαχίες και συνομολογώντας παρά φύσιν συνασπισμούς. Γιατί ήταν η μόνη στάση που κράτησες με εμμονική συνέχεια και συνέπεια ως την τελευταία στιγμή, κατατάσσοντας στην κατηγορία των προδοτών, των υποτελών και των δωσιλόγων όσους είχαν το θράσος να πιστεύουν και να διατυμπανίζουν ότι ο δρόμος που είχες διαλέξει εσύ και η κυβέρνησή σου οδηγούσε μια ήδη ρημαγμένη χώρα στην οριστική και αναπότρεπτη καταστροφή. Τη μιζέρια, την οπισθοδρόμηση και την απομόνωση. Την αποκοπή της από τον φυσικό της χώρο και από τον κύκλο των συμμάχων και εταίρων της.
Ότι ήσουν αυτός που βάφτιζε με κάθε είδους υποτιμητικό επίθετο τους πολιτικούς του αντιπάλους, αυτός που συκοφαντούσε ανερυθρίαστα και αδίστακτα μια τεράστια μερίδα του σώματος των πολιτών, την ίδια στιγμή που δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να συμμαχήσει κυνικά και καιροσκοπικά με ό,τι πιο βρόμικο, αντιδραστικό, οπισθοδρομικό και απεχθές είχε να επιδείξει ο πολιτικός χάρτης.
Ότι ήσουν αυτός που έδωσε φωνή και άλλοθι σε όσους αποκαλούσαν και εξακολουθούν να αποκαλούν γερμανοτσολιάδες, προσκυνημένους, νενέκους, βολεμένους, φασίστες και ένα σωρό άλλα ανατριχιαστικά εκείνους τους συμπολίτες τους που τολμούσαν να εκφράσουν την παραμικρή διαφωνία.
Ότι ήσουν αυτός που υπέθαλψε τη στοχοποίηση μεμονωμένων ατόμων και ολόκληρων ομάδων, απλώς και μόνο επειδή τολμούσαν να εκφράσουν αντίθετη άποψη, ακόμα και την πιο μετριοπαθή.
Ότι ήσουν αυτός που ποτέ δεν επέτρεψε να συζητηθούν, να φωτιστούν, να αποσαφηνιστούν τα προβλήματα και τα αίτιά τους, επειδή δεν συνέφερε τον κομματικό μικρόκοσμό σου. Με αποκορύφωμα ένα ψευδεπίγραφο και εμφυλιοπολεμικό «δημοψήφισμα».
Ότι ήσουν αυτός που επί χρόνια ποτέ δεν βρήκε την τόλμη και τη μεγαλοψυχία να καταδικάσει απερίφραστα πράξεις βίας, προπηλακισμούς, τραμπουκισμούς, εκφοβισμούς, και ό,τι άλλο ξεβράζει η ολοκληρωτική, αντιδημοκρατική, εντέλει φασίζουσα σκέψη και πρακτική.
Ότι ήσουν αυτός που επανέλαβε όλα τα λάθη των προκατόχων του κι άλλα τόσα πρωτόγνωρα και καινοφανή.
Ότι ήσουν αυτός που επέτρεψε να καταλυθεί κάθε έννοια ευταξίας και δημοκρατίας και τήρησης των θεσμών μέσα στο ίδιο το Κοινοβούλιο. Όπου ένας ολόκληρος λαός παρακολουθούσε κατάπληκτος και με το στόμα ανοιχτό την μια απερίγραπτη γελοιότητα μετά την άλλη να εκπορεύεται από το υψηλότερο έδρανο. Και κάθε έννοια δημοκρατικότητας να εξευτελίζεται, να ποδοπατείται και να καταστρατηγείται σε βαθμό εκτροπής, με τη δική σου ανοχή αν όχι υπόθαλψη.
Ότι ήσουν αυτός που έφερε, έμμεσα και άμεσα, στο προσκήνιο, ως περίπου ισότιμο συνεργάτη, το ναζιστικό μόρφωμα Χρυσή Αυγή.
Ότι ήσουν αυτός που γελοιοποίησε και συκοφάντησε στο διηνεκές κάθε έννοια Αριστεράς, με άλφα κεφαλαίο, μετατρέποντας τον κυριότερο φορέα της σε ένα τρισάθλιο θέατρο σκιών. Περιορίζοντάς τη και συρρικώνοντάς τη μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο ενός αδιανόητου ρεβανσισμού την ίδια στιγμή που, κατά τραγική ειρωνεία, η εκλογική της δύναμη γιγαντωνόταν σε πρωτοφανή ποσοστά. Δίνοντας εντέλει δικαίωμα και άλλοθι στους ιδεολογικούς της αντιπάλους να φέρνουν ως παράδειγμα προς πάση θυσία αποφυγής τις μέρες της διακυβέρνησής σου.
Ότι ήσουν αυτός που προτίμησε, αντί της καταλαγής και της καταφυγής σε ευρείες συμμαχίες, τον αφιονισμένο φανατισμό και τη συσστράτευση με τη μαύρη αντίδραση. Κατηγορώντας, την ίδια στιγμή, τους «άλλους» γι’ αυτό το αμάρτημα!
Ότι ήσουν αυτός που εξαιτίας του κάποιοι άνθρωποι αύριο θα ντρέπονται να κοιταχτούν στα μάτια. Και κάποιοι άλλοι θα ντρέπονται να κοιταχτούν στον καθρέφτη.
Ότι ήσουν αυτός που έμμεσα και άμεσα όχι μόνο επέτρεψε να ξεπλυθούν από τα πολιτικά τους αμαρτήματα πολλοί που όφειλαν να έχουν λογοδοτήσει για τις πράξεις τους, αλλά επιπλέον να αναδειχθούν και σε αξιώματα που δεν τους άρμοζαν.
Ότι ήσουν, εντέλει, αυτός που πάνω από το συμφέρον της Πατρίδας και των πολιτών της έβαλε το κοντόφθαλμο, βραχύβιο αλλά καταστροφικό συμφέρον του κόμματός του και του κομματικού του στρατού.
Όλα αυτά, και άλλα πολλά, δεν θα μπορούσαν ούτε στιγμή να σταθούν και να διαρκέσουν αν δεν τα υπέθαλπε ο διχαστικός και εμπρηστικός σου λόγος, που προλάβαινε και εξουδετέρωνε κάθε αντεπιχείρημα. Ήσουν ο ιδανικός φορέας της πιο μαύρης προπαγάνδας και του χειρότερου γκεμπελισμού.
Όλα αυτά, και άλλα πολλά, ως άνθρωπος και ως πολίτης δεν θα σου τα συγχωρήσω ποτέ. Και για έναν ακόμη λόγο: επειδή σου επέτρεψα πολλές φορές να με παρασύρεις στον διχαστικό και εμπρηστικό σου λόγο. Επειδή με έκανες να μετανιώσω για πράγματα που είπα ή έγραψα, την αμέσως επόμενη στιγμή που τα έγραψα ή τα ξεστόμισα. Όχι για την ουσία τους –την οποία δεν αλλάζω ούτε απαρνιέμαι στο ελάχιστο– αλλά ως προς την διατύπωσή τους, που δεν τιμούσε ούτε τη φυσιογνωμία μου ούτε την πολιτική μου σκευή. Επειδή με ανάγκασες, από άμυνα, να στραφώ επιθετικά προς ανθρώπους που αγαπούσα, σεβόμουν και θαύμαζα, όταν ο λόγος τους με κατέτασσε αυτόματα στην χορεία αυτών που εσύ στιγμάτιζες ως προδότες.
Ως βαθιά απαίδευτος και ανιστόρητος αγνόησες, παρέβλεψες ή δεν θέλησες να παραδεχτείς κάτι πολύ σημαντικό· ότι, διαχρονικά, όσοι ηγέτες πάτησαν και στάθηκαν πάνω σε έναν διαιρεμένο λαό προκειμένου να κυβερνήσουν, δεν μακροημέρευσαν ούτε είχαν καλό τέλος. Το «διαίρει και βασίλευε» μπορεί βραχυπρόθεσμα να αποδεικνύεται αποτελεσματικό, μακροπρόθεσμα όμως επιφυλάσσει τα χειρότερα δεινά.
Επίσης αγνόησες –ή δεν νοιάστηκες να σκεφτείς– ότι η στόφα ενός ηγέτη φανερώνεται από τους συνεργάτες που διαλέγει· αυτούς που στέκονται δίπλα του και γίνονται πομποδέκτες των αποφάσεών του. Κι εσύ, ως βαθιά απαίδευτος, φρόντισες να επιλέξεις ό,τι χειρότερο είχε να επιδείξει η σύγχρονη Ιστορία της ας-πούμε-αριστεράς.
Ωστόσο, αν και ως βαθιά απαίδευτος και ανιστόρητος όλα αυτά τα αγνόησες και εξακολουθείς να αγνοείς, όσο κι αν με το λόγο σου συνεχίζεις ως την τελευταία στιγμή να σπέρνεις τον διχασμό, την έριδα και τον φανατισμό στον λαό που κλήθηκες να κυβερνήσεις, το σώμα, το ανθρώπινο σώμα, ως αδιάψευστος μάρτυρας πρόδωσε αυτό που το ένστικτο της επιβίωσης, ριζωμένο στα κατάβαθα κάθε ανθρώπου, έχει αρχίσει ήδη να σου ψιθυρίζει. Το σώμα σου φανέρωσε χτες, μέσα από το σημάδι στα χείλη σου και μέσα από το μαύρο κενό του βλέμματός, σου τι σου συμβαίνει.
Όταν με τον λόγο σου έκανες για μια ακόμα φορά ό,τι γνωρίζεις καλύτερα –να διχάζεις και να φανατίζεις– το σημάδι στα χείλη σου και το μαύρο κενό στο βλέμμα σου έδειχνε την αλήθεια: ότι φοβάσαι. Πολύ. Γιατί ήδη ξέρεις.
Αυτός που θα σε διαδεχτεί, μέσα από τις διαδικασίες που επιβάλλουν οι δημοκρατικοί θεσμοί, θα έχει ένα βαρύτατο και πολύ δύσκολο καθήκον να επιτελέσει, και μέσα από αυτό θα κριθεί. Δεν θα είναι η ανασύσταση της ρημαγμένης οικονομίας, της παιδείας, του συστήματος υγείας κλπ. Όλα αυτά, αργά ή γρήγορα, εύκολα ή δύσκολα, θα ξαναβρούν τον δρόμο τους. Θα φροντίσουμε εμείς οι πολίτες γι’ αυτό.
Το βαρύτατο και δύσκολο καθήκον θα είναι, με το λόγο και τα έργα του, να ενώσει πάλι τον λαό που εσύ διέλυσες προκειμένου να «κυβερνήσεις».
Όμως θα έχει συμπαραστάτες όλους εκείνους που είτε δεν έπαιξαν ούτε στιγμή το παιχνίδι σου είτε παρασύρθηκαν και συμμετείχαν σ’ αυτό αλλά το μετάνιωσαν πικρά. Και πήραν το μάθημά τους. Από την δεύτερη κατηγορία δεν εξαιρώ τον εαυτό μου.
Οι υπόλοιποι, επειδή κάθε πράξη (πρέπει να) έχει συνέπειες, ελπίζω τουλάχιστον κάποια στιγμή να το συνειδητοποιήσουν και να ντραπούν. Έστω για λίγο. Γιατί η επόμενη μέρα πρέπει να μας βρει και θα μας βρει ενωμένους. Να χτίζουμε ό,τι γκρέμισες ή ό,τι αποτέλειωσες.
Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η Ιστορία.
Χωρίς εκτίμηση,
Ρηγούλα Μ. Γεωργιάδου
Ρηγούλα Μ. Γεωργιάδου. Μεταφράστρια.