Γιώργος Ζεβελάκης
Ερευνητής της λογοτεχνίας. Μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων, διατηρεί σημαντικό αρχείο το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί στην έρευνα πολλών εργασιών στο χώρο της νεοελληνικής φιλολογίας.
Η Εταιρία Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων οργάνωσε, με τη συμμετοχή συγγραφέων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, «Βραδιά Σεφέρη» στο θέατρο Άλφα, στις 22 Νοεμβρίου 1971. Τη συζήτηση διηύθυνε ο Ρόδης Ρούφος ο οποίος, κλείνοντας την εκδήλωση, μίλησε για τον τιμώμενο ποιητή και συνάδελφό του στο διπλωματικό σώμα. Η σύντομη ομιλία του ίσως είναι το τελευταίο του κείμενο, γι’ αυτό και νομίζω ότι έχει θέση σ’ ένα αφιέρωμα με αφορμή τα πενήντα χρόνια από τον θάνατό του (από το τεύχος 133 που ήταν αφιερωμένο στον Ρόδη Ρούφο):
Τις δύο έννοιες. πρόσληψη και απήχηση, τις προσδιορίζω εντελώς συμβατικά: Την πρόσληψη με τον αριθμό και την ποιότητα των κριτικών αξιολογήσεων και την απήχηση με τον αριθμό των αντιτύπων που διατέθηκαν και των τυχόν αναδημοσιεύσεων.
Μια άγνωστη συνέντευξη. Από τις Συμπτώσεις, όπως δημοσιεύτηκαν στο τεύχος 131 του Books' Journal.
Λογοτέχνες που τον γνώρισαν, συγκράτησαν στη μνήμη τους την ενδυμασία του. Το παλτό του λόγου χάριν, που το φορούσε χειμώνα καλοκαίρι και ήταν κάτι σαν σήμα κατατεθέν της όλης του εμφάνισης, λεπτομερώς περιέγραψε ο λογοτέχνης Στέφανος Στεφάνου. «Κανελί λερωμένο» το θυμόταν ο πολυγράφος Σπύρος Μελάς «που κάτω απ’ αυτό φυσούσε το πιο γνήσιο αεράκι ποιήσεως». Ο κρητικός πεζογράφος Ιωάννης Κονδυλάκης πρόσεξε ότι ο Σκιαθίτης «εκράτει με το χέρι τα δύο επί του στήθους άκρα του ενδύματός του διά να το κρατή κλειστόν, διότι ίσως δεν έκλειεν όσον ήθελεν ή, το πιθανότερον, διότι του έλειπεν το κουμπί».
Ο Πότης Ψαλτήρας άρχισε από το 1928 να γράφει σχηματικά ποιήματα, τα οποία στις δύο συλλογές του Μυστική Φωνή (1929) και Tecum Habita (1930) τα αναμειγνύει με παραδοσιακά. Ποιήματά του φιλοξενήθηκαν κατά το μεσοπόλεμο στη Νέα Εστία, ενώ ο ίδιος εξέδωσε το 1939 μονογραφία για τον ποιητή και πεζογράφο Γιάννη Καμπύση. Πέθανε στην Καλαμάτα και ο θάνατός του έγινε γνωστός από μια αράδα στο Εμπρός (13/8/1946). Ο μόνος που τον θυμήθηκε, σε επιστολή του για τη σχηματική ποίηση στο περιοδικό Ποιητική Τέχνη, ήταν ο 26χρονος τότε ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης. Η φωτογραφία του είναι από την πρώτη του συλλογή Άστρα ή Πυγολαμπίδες, και το ποίημα από τη Μυστική Φωνή.
Σπουδαστής ακόμη στη Σχολή Καλών Τεχνών, ο Κώστας Βαλσάμης επισκέφθηκε τον μεγάλο γλύπτη στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν τα ανίψια του, Ειρήνη και Βασίλης Χαλεπάς , στην οδό Δαφνομήλη, ψηλά στο λόφο του Λυκαβηττού. Ίσως είναι το πρώτο δημοσιευμένο έργο του μετέπειτα γλύπτη με την αξιόλογη καριέρα στη Γαλλία. Στο σκίτσο του Βαλσάμη, ο Γιαννούλης Χαλεπάς εμφανίζεται περιποιημένος, φορώντας ευμέγεθες παπιγιόν. Το προσεγμένο του ντύσιμο φαίνεται καλύτερα στη φωτογραφία με τις δύο ανιψιές του, τις αδελφές Ειρήνη και Ευτυχία. Αν θελήσει κανείς να ξεφύγει από τις ήρεμες εικόνες, να εισδύσει στον ταραγμένο του ψυχισμό και να γνωρίσει κάτι από την καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασία, θα του συνιστούσα τη νουβέλα της Ρέας Γαλανάκη, Αθηνά Βοσκοπούλα, εκδόσεις Καστανιώτη. (Τεύχος 127)
Πρωινό Κυριακής, 20 Μαΐου 1989, στην Πάτρα. Είχαμε έρθει από την προηγουμένη για να παρουσιάσει ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ως επιμελητής της, τη σειρά της Νεφέλης “Η πεζογραφική μας παράδοση”, στο βιβλιοπωλείο της πόλης Πολύεδρο.
Αν η ύπαρξη ενός περιοδικού βεβαιώνεται με την εύρεση ενός και μόνο τεύχους του (https://booksjournal.gr/stiles/symptoseis/3856-ena-teyxos-pou-diasothike-apo-tin-pyra-ton-aprilio-tou-1967), το ίδιο κατ’ αναλογίαν συμβαίνει και με το βιβλίο. Θεωρείται ότι έχει εκδοθεί αν βρεθεί κάπου έστω και ένα αντίτυπο. Η περίπτωση του διασωθέντος αντιτύπου που κατέγραψε ο βιβλιογράφος Κ. Μ. Μιχαηλίδης τεκμηριώνει την ύπαρξη ενός τυπωμένου βιβλίου, που επιπροσθέτως έχει ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία. Πρόκειται για την Αντιόπη του Δημητρίου Βερναρδάκη (1833-1907), που πέρασε ως ανέκδοτο έργο ακόμη και στην Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας του Κ. Θ. Δημαρά.
Αναρωτιέμαι πότε μπορούμε να βεβαιωθούμε ότι ένα περιοδικό κάποτε υπήρξε. Πώς αποδεικνύεται, ποιο είναι το αδιάσειστο κριτήριο. Η απάντηση είναι απλή αλλά η τεκμηρίωση δύσκολη. Για να δεχθούμε ότι ένα περιοδικό υπήρξε, χρειάζεται να έχει τυπωθεί και να έχει φτάσει στα χέρια ενός τουλάχιστον παραλήπτη. Ένα τέτοιο τεύχος, που ένα και μοναδικό αντίτυπό του διασώθηκε, είναι το Θέατρο του Κώστα Νίτσου (τχ. 31, Γενάρης-Φλεβάρης 1967). Επρόκειτο να κυκλοφορήσει τον Απρίλιο του 1967, αλλά λόγω των συνθηκών αποσύρθηκε και κάηκε όλο το τιράζ. Το 1973 εκδόθηκε ένα νέο τεύχος με τον ίδιο αριθμό (31, Γενάρης-Φλεβάρης 1973) με τελείως διαφορετική ύλη.
Το ποίημα δημοσιεύθηκε στην καλή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης Νέα Αλήθεια (9/10/1935) και το υπέγραφε με το ψευδώνυμο Σταυράκιος Κοσμάς. Είναι ένα πρωτόλειο με ρομαντικά χρώματα που στέκεται κάπως και σήμερα, αν και το θέμα του κατακλύζει την ελληνική ποίηση, παραδοσιακή και μοντέρνα. Το επέλεξα ακολουθώντας τη ρήση του Σαιν Μπεβ: «Μου αρέσει πάντα να κρίνω τους συγγραφείς από την αρχική τους δύναμη, ξεκαθαρίζοντάς τους από ό,τι πρόσθετο απέκτησαν».