Όλα αυτά, μάλιστα, σε ένα κομβικό σημείο για την εξέλιξη στην Ουκρανία – έναν πόλεμο που φαίνεται να έχει κουράσει όχι μόνο τους μαχητές οι οποίοι υπερασπίζονται τη χώρα τους αλλά και τους πολίτες στη Δύση. Κι όμως. Όσο ο δυτικός κόσμος αμβλύνει τη σχέση του με τα γεγονότα και συμβιβάζεται με την ιδέα ότι, στο τέλος, θα γίνει αποδεκτή η προσάρτηση από τη Ρωσία ουκρανικών εδαφών, ενδεχομένως εδαφών και άλλων χωρών όπως πιθανόν της Γεωργίας, η Ρωσία επωφελείται για να κλιμακώσει τον υβριδικό πόλεμο εναντίον της Δύσης, με στόχο την υπονόμευση της συνοχής της. Παρεμβαίνοντας με κάθε τρόπο. Μέσω της επιχειρηματικότητας αλλά και μέσω ιδεολογικών θυλάκων που έχουν αλώσει ΜΜΕ, πολιτικούς χώρους στην άκρα Δεξιά και στην άκρα Αριστερά, ή εξτρεμιστικά κινήματα. Η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας έχει σχεδιαστεί καιρό και έχει στόχο να διχάσει κάθε χώρα, είτε σε αντίπαλες κομματικές πολιτικές γραμμές είτε, στην περίπτωση της Ισπανίας για παράδειγμα, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν αυτονομιστικά κινήματα. Έχουν σχεδιαστεί για να υπονομεύουν την υποστήριξη προς την Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα, αλλά και την υποστήριξη προς το ΝΑΤΟ. Το φιλορωσικό/αντιευρωπαϊκό μπλοκ στην Ελλάδα (το ΚΚΕ και οι «ψεκασμένοι») και οι μέθοδοί του, δείχνουν τον δρόμο.
Κι όμως. Παρ’ όλα αυτά, παρά την κούραση, την πολιτική αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής στάσης από δυνάμεις του λαϊκισμού στο εσωτερικό της και τις επενδύσεις της Ρωσίας στην υπονόμευση της ευρωπαϊκής ενότητας, η Ευρώπη έχει ώς σήμερα σταθεί όπως αρμόζει σε ελεύθερες χώρες κατά του Πούτιν. Η Ρωσία περίμενε ότι, με βάση όσα είχε κάνει στο παρελθόν στη Γεωργία, στην Κριμαία και στη Συρία, θα διεξήγαγε μια σχετικά γρήγορη επιχείρηση στην Ουκρανία όπου θα μπορούσαν σύντομα να επιτευχθούν οι κύριοι στόχοι της. Η ευρωπαϊκή αντίδραση τη διέψευσε – και η φθορά της είναι μεγάλη, παρά τον ασφυκτικό έλεγχο του καθεστώτος και τις χαμηλές προσδοκίες του πληθυσμού από μια ουσιαστικά στάσιμη οικονομία.
Οι Ρώσοι εξεπλάγησαν και από τη γερμανική αντίδραση. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Γερμανία κατάλαβε ότι η Ρωσία ήταν απειλή και γι’ αυτή, ώστε να εγκαταλείψει το μετα-ψυχροπολεμικό status. Όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, και στη Γερμανία είχε γίνει πεποίθηση ότι δεν θα ξαναγινόταν πόλεμος στην ήπειρο, ότι ο μόνος τρόπος να λυθούν τα προβλήματα ήταν απλώς να κάνεις περισσότερο εμπόριο με τη Ρωσία. Αλλά τα πράγματα άλλαξαν – και όσο η Γερμανία εναρμονίζεται με τη γενική ευρωπαϊκή στάση, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προχωρεί αναζητώντας ταυτόχρονα στρατηγικές ισχύος: δυναμική αντεπίθεση στους τομείς του εμπορίου και της τεχνολογίας και χειραφέτησης στον τομέα της άμυνας. Ό,τι ξεκίνησε μετά τη (σχεδόν) ομόθυμη ευρωπαϊκή στήριξη στην Ουκρανία είναι δύσκολο σήμερα να αλλάξει.
Η λαϊκιστική αντεπίθεση στην Ευρώπη, που καταγράφηκε στις ευρωεκλογές και είναι η ελπίδα του Πούτιν για να αλλάξουν οι συσχετισμοί, πρέπει να βρει αποφασιστική απάντηση από μια νέα δυναμική Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις (Λαϊκό Κόμμα, Σοσιαλιστές, Φιλελεύθεροι) οφείλουν να σκεφτούν το νέο τοπίο που διαμόρφωσαν οι ευρωεκλογές. Η επόμενη μέρα θα κριθεί όχι από την οχύρωση πίσω από την ιδεολογική καθαρότητα των μεγάλων ιδεολογικών μπλοκ αλλά από ένα ρεαλιστικό σχέδιο στο οποίο θα συμμετάσχουν όσο το δυνατόν περισσότεροι πολιτικοί χώροι, που παρά τις κομματικές διαφορές τους καταστατικά συμπλέουν σε θέματα δημοκρατίας, ανάπτυξης και άμυνας.
Η επόμενη μέρα απαιτεί περισσότερη Ευρώπη. Περισσότερη αποφασιστικότητα. Και περισσότερη κοινή δράση.