Διάλογος
Στη χάρτινη έκδοση του Books’ Journal#40, Φεβρουαρίου 2014, ο καθηγητής Δονάτος Παπαγιάννης, στο κείμενό του «Το μεγάλο στοίχημα του ήθους»,περιέγραψε αδρά ένα μικρό πανεπιστημιακό σκάνδαλο στο χώρο του Παντείου Πανεπιστημίου. Τόσο ο καθηγητής όσο και το περιοδικό μας δεν έκαναν αναφορά σε ονόματα, διότι στόχος δεν ήταν ο στιγματισμός αλλά η κατάδειξη μιας ασθένειας κομματισμού στα ΑΕΙ. Η πρωταγωνίστρια της ιστορίας, με επιστολή της, στην οποία δηλώνει το όνομά της, διεκτραγωδεί την περιπέτειά της, που έπληξε και την ίδια, επιστολή η οποία δημοσιεύεται στο τεύχος 42 του περιοδικού, μαζί με τη μικρή απάντηση-συμπέρασμα του καθηγητή που αποκάλυψε την ιστορία.[TBJ]
Ονομάζομαι Μαρία Χωριανοπούλου. Από το 2008 έως 10 Μαρτίου 2014 ήμουν λέκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγκεκριμένα στο τμήμα Δημόσιας Διοίκησης.
Η σημασία του νέου βιβλίου του Νίκου Αλιβιζάτου (Ποια δημοκρατία για την Ελλάδα μετά την κρίση; Για την αποκατάσταση των λέξεων και του νοήματός τους, Πόλις, Αθήνα 2013, 163 σελ. – μια κριτική ανάλυσή του έχει ήδη δημοσιευθεί στο Books’ Journal, τχ. 33, Ιούλιος 2013, υπογεγραμμένη από τον καθηγητή Παύλο Ελευθεριάδη, με τίτλο «Το σύνταγμα της δημοκρατικής ισότητας») είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μικρό σχετικά μέγεθός του.
Το βιβλίο διαθέτει όλες τις αρετές του συγγραφέα του. Είναι γραμμένο με τρόπο προσιτό, είναι ευσύνοπτο και χωρίς πάθη. Ταυτόχρονα είναι ευθύ, ειλικρινές και θαρραλέο. Αντιπαρατίθεται με ιδέες και όχι με προσωπικότητες. Είναι διαποτισμένο από τη νομική σοφία του συγγραφέα, μα ταυτόχρονα είναι ριζωμένο στη δύσκολη πραγματικότητα του καιρού μας. Είναι όπως και ο ίδιος ο Αλιβιζάτος αφοσιωμένο στη δημοκρατική ανάγκη. Όχι για να την εργαλειοποιήσει προς εξυπηρέτηση ειδικών συμφερόντων, αλλά για να την υπερασπιστεί στην καθολικότητά της, σήμερα ειδικά που τίθεται σε αμφιβολία, από τα πράγματα και από τους ανθρώπους.
Μέσα στον ορυμαγδό εκδόσεων, εκπομπών, δηλώσεων και απίθανων ισχυρισμών για την οικονομική κρίση και για τις παθογένειες και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, υπάρχει μια φωνή που ξεχωρίζει. Αυτό είναι το βιβλίο του Αρίστου Δοξιάδη, Το Αόρατο Ρήγμα (εκδ. Ίκαρος, 2013). Η διάκριση γίνεται γιατί η ορθολογική νηφαλιότητα δεν χαρακτηρίζει τους περίεργους αυτούς καιρούς. Και το Αόρατο Ρήγμα κάνει ακριβώς αυτό. Δίχως πολεμικές κραυγές και ιδεολογικά φορτισμένους φανατισμούς εξηγεί τα πράγματα όπως ακριβώς έχουν. Και παραθέτει τις αιτίες για τις οποίες. αν συνεχίσουμε έτσι, δίχως δηλαδή να κοιταχθούμε στον καθρέπτη και να αλλάξουμε συνήθειες και νοοτροπίες, τίποτα δεν πρόκειται να γίνει. Η δυστυχία θα μας πνίξει και τα αδιέξοδα θα πολλαπλασιασθούν.
Με αφορμή την αναφορά του περιοδικού στη νέα βιογραφία του Φραντς Κάφκα (TheBooks’ Journal, τχ. 37) και στο πλαίσιο μιας δικής μου εργασίας για τον συγγραφέα, που αφορούσε τα έργα του Μεταμόρφωση, Στην αποικία των τιμωρημένων, και το αριστούργημά του, τη Δίκη, διαβάζοντας περισσότερα για κείνον, στο κείμενο του Μίλαν Κούντερα «Πράγα, ένα ποίημα που χάνεται», δημοσιευμένο στο περιοδικό Ο Πολίτης, τχ. 39, Γενάρης 1981, , ανακάλυψα κάτι που αγνοούσα.
Αμέσως μετά το πραξικόπημα της Πράγας, το 1948, οργανώθηκε μια ανελέητη εκστρατεία ενάντια στον κοσμοπολιτισμό και τον πολιτισμό της Δύσης.
Τότε όλη η αφρόκρεμα της τσεχοσλοβακικής διανόησης αποσύρθηκε στον εαυτό της. Παραδείγματα, ο Γιαν Μουκαρόφσκι, ο Βλαντιμίρ Χόλαν και άλλοι πολλοί.
Ωστόσο, όσοι είχαν απαγορευθεί, ξαναήρθαν στο προσκήνιο τη δεκαετία του 1960. Ο μεγαλύτερος πόλεμος στα διανοητικά χαρακώματα, αυτός ο πόλεμος πολιτισμών στην ουσία, έγινε με αφορμή τον Κάφκα. Το 1963, οι τσέχοι διανοούμενοι αποκατέστησαν σε έναν πύργο της Βοημίας αυτόν τον απαγορευμένο συγγραφέα.
Οι Ρώσοι, στα κείμενά τους που δικαιολογούν την εισβολή το 1968, αναφέρουν ως κύρια ένδειξη «ανυπακοής κι αντεπανάστασης» αυτή την αποκατάσταση του καταραμένου συγγραφέα...
Πολλές φορές έχω σκεφτεί τι είναι η κριτική και ποια τα όριά της. Πώς πρέπει να γράφεται και πώς όχι. Αν είναι δέον να απαντά ο κρινόμενος στην κριτική, ή αν είναι προτιμότερο να εισπράττει απ' αυτήν ό,τι είναι δυνατόν να εισπραχθεί και να αφήνει τα λοιπά (τις αδικίες, τις κακεντρέχειες, τις παρερμηνείες) να τα πάρει το ποτάμι. Έχω κατ' επανάληψιν, καταλήξει στο δεύτερο. Όμως επειδή στο δημοσίευμα του Books’ Journal που με αφορούσε («Σκέψεις σε κατάσταση πνευματικού στραβισμού», τχ. 37, Νοέμβριος 2013, σελ. 8-11) κρίθηκα ως κρίνων και όχι ως δημιουργός (αυτό πιστεύω τουλάχιστον), αποτιμήθηκε, δηλαδή, η κριτική και όχι η συγγραφική μου επάρκεια, νομίζω ότι αξίζει να σημειώσω εν τάχει ορισμένες παρατηρήσεις πάνω στο ύφος και το ήθος του κριτικού σημειώματος του Γιώργου Μιχαηλίδη, με αφορμή το κείμενό μου για τον Γιάννη Ρίτσο που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου του περιοδικού Athens Review of Books.