Οι αιτιάσεις για όσους πυροδότησαν τα κινήματα και τις στάσεις στον Ελληνικό Στρατό της Μέσης Ανατολής την περίοδο 1943-44 προέρχονται από όλο το πολιτικό φάσμα, πλην της ανανεωτικής Αριστεράς, που υιοθέτησε πολιτικά τον σπουδαίο Στρατή Τσίρκα, αλλά και την προσπάθειά του να δικαιώσει, να δικαιολογήσει όσα έγιναν τότε στο στράτευμα. Αρνητική κριτική όμως για το κορυφαίο έργο του, Ακυβέρνητες πολιτείες, είχε ώς τώρα γίνει μόνο από την πλευρά της «δογματικής Αριστεράς». Η αστική διανόηση έχει μόνο καλά λόγια να πει για το συγγραφέα και την τριλογία του, κρίνοντας αποκλειστικά τη λογοτεχνική αξία του έργου.
Μια εξέγερση στο Στρατό σε καιρό πολέμου σημαίνει «εσχάτη προδοσία». Δεν πρόκειται για άποψη μόνο των δεξιών, ο Τσίρκας αναφέρει ότι παρόμοια αντίληψη είχε και το μεγαλοστέλεχος του ΚΚ Γαλλίας με το μυθιστορηματικό όνομα Ριμπώ και την εξέφρασε ρεαλιστικά στον Φάνη (το μυθιστορηματικό όνομα του Γιάννη Σαλά, ιδρυτικού στελέχους της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης / ΑΣΟ ο οποίος, το 1943, ήταν γενικός γραμματέας του Κεντρικού Γραφείου των αντιφασιστικών οργανώσεων Μέσης Ανατολής) και στον Σιμωνίδη, κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους στο Κάιρο («αν σας είχα στην Ισπανία, θα σας τουφέκιζα»). Στην ίδια συνάντηση, ο Τσίρκας, διά στόματος του Γάλλου, φανερώνει ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα όχι μόνο δεν είχε δώσει καμία έγκριση για τη στάση αλλά είχε δώσει εντολή οι ΕΑΜίτες της Ελλάδας να μην εγκαταλείψουν τη χώρα. Οι ενορχηστρωτές των στάσεων, δηλαδή, έδρασαν αυτοβούλως; Ίσως αν συνέβαινε αυτό θα μπορούσαν εν μέρει να τους δικαιολογήσουν οι σύντροφοί τους στην Ελλάδα… Παρότι κάθε ενέργεια που δεν εκπορεύεται από την «κομματική γραμμή» και την αντίστοιχη ρητή εντολή είναι καταδικαστέα από τους κομμουνιστές. Δεν υπήρξε όμως καμία επαφή με το ΚΚΕ ή, έστω, με στελέχη του ΕΑΜ κατά το χρονικό διάστημα 1943-44; Η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Τον Αύγουστο του 1943, ΕΑΜική αντιπροσωπεία ταξιδεύει μέχρι την Αίγυπτο, μαζί με τον Κομνηνό Πυρομάγλου (ΕΔΕΣ) και τον Γεώργιο Καρτάλη (ΕΚΚΑ), για μια πρώτη (άκαρπη όπως αποδείχτηκε) επαφή με την κυβέρνηση και τους Άγγλους για το συντονισμό των δράσεών τους (Διάσκεψη Καΐρου). Εκείνες τις μέρες, τα επιφανή στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ συναντιόνται με τον Σαλά και αξιωματικούς της ΑΣΟ! Ο Ηλίας Τσιριμώκος και ο Ανδρέας Τζήμας τους προτρέπουν να είναι «συνετοί» και να αποφύγουν τους εξτρεμισμούς: «Έστω κι αν σας βάλουν το μαχαίρι στο λαιμό μην κουνηθείτε»[1]. Μεταξύ Αυγούστου 1943 και Απριλίου του 1944, το «Βουνό» δεν έχει καμία ενημέρωση για τις ενέργειες των στασιαστών στη Μέση Ανατολή. Αυτοί δρουν όμως με την ανοιχτή υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης, που «αναβαθμίζει» έτσι το «χαρτί» της παραχώρησης της επιρροής στην Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις με τους Άγγλους. Στις 7 Απριλίου 1944, ο Τύπος της Σοβιετικής Ένωσης δημοσιεύει ανταπόκριση του Πρακτορείου TASS, η οποία ασκούσε κριτική στην κυβέρνηση Τσουδερού διότι συνελάμβανε «πατριώτες» και συνεργαζόταν με «φασίστες». Ο Νοβίκοφ, σοβιετικός πρέσβης στο Κάιρο, εκφράζει στους δυτικούς ομολόγους του την έντονη αποδοκιμασία του για τις ενέργειες των Βρετανών στη συγκεκριμένη υπόθεση, υπογραμμίζοντας ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του συμφωνούν με την ερμηνεία των γεγονότων, όπως καταγράφονται στην ανταπόκριση του Σοβιετικού Πρακτορείου. Ο διπλωμάτης της ΕΣΣΔ πρόσθεσε την ελπίδα του ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα αγνοούσε τη «βούληση του ελληνικού λαού», διερωτώμενος: «Γιατί συνέλαβαν εκεί τόσους έλληνες στρατιωτικούς και μη, και γιατί μόνο μέλη της Αριστεράς;» Αξίζει να σημειωθεί ότι οκτώ μήνες πριν, τις ημέρες της Διάσκεψης του Καΐρου, η αντιπροσωπεία ΕΑΜ-ΚΚΕ προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τον σοβιετικό πρέσβη αλλά ο Νοβίκοφ τους περιφρόνησε, αρνούμενος να τους δει έστω για μερικά λεπτά της ώρας.
Σε θεωρητικό επίπεδο, την οργή των μελών του ΚΚΕ για την τριλογία Ακυβέρνητες Πολιτείες θα προκαλέσει η σκιαγράφηση της προσωπικότητας του στελέχους του κόμματος («Ανθρωπάκι»), μια άμεση προσβολή της κομματικής ηθικής. Οι αντιδράσεις του διανοούμενου Σιμωνίδη (που υποτιμητικά αποκαλούν «ακέφαλο σώμα»), απέναντι στον κομματικό καθοδηγητή, το «Ανθρωπάκι» («κομμένη κεφαλή»), είναι ένα είδος προφητείας της διάσπασης του κόμματος, περίπου οκτώ χρόνια πριν αυτή συμβεί. Αυτό είναι ίσως το μικρότερο «κακό» που θα μπορούσε να προκαλέσει ο συγγραφέας στους έως τότε συντρόφους του (διαγράφεται από το κόμμα όταν αρνείται να «αποκηρύξει» τη Λέσχη στις αρχές της δεκαετίας του 1960).
Η σημαντικότερη «ζημιά» που είχαν προκαλέσει οι στάσεις και τα κινήματα στη Μέση Ανατολή στις επιδιώξεις του ΚΚΕ, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, δεν έγινε ποτέ κατανοητή από τον Τσίρκα, ο οποίος προσπάθησε μέσω της τριλογίας του να βρει δικαίωση γι’ αυτόν, για τον Σαλά και για τους στασιαστές της ΑΣΟ.
Τον Μάιο του 1944, στο Συνέδριο του Λιβάνου, ο Ρούσος, εκπρόσωπος του ΚΚΕ, θα καταδικάσει επίσημα την εξέγερση των αριστερών στρατιωτών στη Μέση Ανατολή. Ο Ζαχαριάδης θα απαξιώσει αργότερα τον Σαλά στα μάτια των συντρόφων του, συκοφαντώντας την ΑΣΟ σαν «όργανο βρετανών πρακτόρων», κάτι που δεν προκάλεσε έκπληξη: ο «γνήσιος» κομμουνιστής και, βέβαια, το κόμμα δεν κάνουν ποτέ λάθος...
Διορατικότητα και παραλογισμός…
Στα τέλη Μαρτίου του 1944, ο Εμμανουήλ Τσουδερός, πρόεδρος της εξόριστης κυβέρνησης στο Κάιρο, έπειτα από παρότρυνση των Βρετανών, θα έκανε έναν τακτικό ελιγμό που φαινόταν σαν υποχώρηση σε σχέση με την άκαμπτη στάση του στη Διάσκεψη του Καΐρου: κάλεσε την ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, γνωστή και ως «Κυβέρνηση του Βουνού»), το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, τον ΕΔΕΣ, την ΕΚΚΑ (Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση – η σοσιαλιστικών θέσεων οργάνωση που είχε ιδρύσει ο συνταγματάρχης Γεώργιος Ψαρρός) και τον Θεμιστοκλή Σοφούλη να στείλουν στο Κάιρο αντιπροσώπους τους για τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Παράλληλα, ο βασιλιάς, για πρώτη φορά, υποχώρησε ως προς το χρόνο επιστροφής του στην Ελλάδα, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο Δημοψηφίσματος. Πρόκειται για το προοίμιο του Συνεδρίου του Λιβάνου. Ο Τσουδερός γνωρίζοντας ότι, μετά την επικείμενη αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, στη χώρα θα κυριαρχούσε ο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, προσπάθησε να βρει ένα πλαίσιο ελέγχου των κομμουνιστών, για να γίνει η αστική παράταξη ο καθοριστικός παράγων των μελλοντικών εξελίξεων. Η συμπόρευση δε των βενιζελικών-αντιμοναρχικών με τους δεξιούς, στο «αστικό στρατόπεδο», σταθεροποιήθηκε πια[2] χάρη στην υποχώρηση του Γεωργίου.
Ο Σαλάς αντιλήφθηκε τη δεινή θέση του Τσουδερού και την προσπάθειά του να «ανατρέψει» την κατάσταση κυριαρχίας των «κόκκινων» στην Ελλάδα μετά την Απελευθέρωση και αποφάσισε ότι η ΑΣΟ έπρεπε να δράσει ξανά: υποστηρίζοντας τη «δίκαιη» κυριαρχία της ΠΕΕΑ στη χώρα. Άλλωστε, η κυβέρνηση Τσουδερού δεν είχε λαϊκή νομιμοποίηση, δεν είχε προκύψει από εκλογές…
Η εξέγερση του Απριλίου 1944 είχε στόχο να αναγνωριστεί η ΠΕΕΑ ως η μοναδική νόμιμη εκπρόσωπος του ελληνικού λαού και να είναι ο κυριαρχικός συνομιλητής των Βρετανών και του Τσουδερού προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Αυτή τη φορά, η προσπάθεια του Σαλά και των συντρόφων του ήταν καταδικασμένη να αποτύχει, παρότι προκάλεσε την παραίτηση του Τσουδερού. Οι Βρετανοί βοήθησαν τη βραχύβια κυβέρνηση βενιζελικών του Σοφοκλή Βενιζέλου να καταστείλει την εξέγερση. Οι στασιαστές, περίπου οκτώ χιλιάδες άνδρες, κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου αντικατέστησε τον Σοφοκλή Βενιζέλο και ήταν αποφασισμένος να αντιμετωπίσει, χρησιμοποιώντας πολιτικά μέσα και επιζητώντας τη στρατιωτική βοήθεια των Βρετανών αν αυτό κρινόταν απαραίτητο, την κυριαρχία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στα ελληνικά εδάφη μετά την Απελευθέρωση.
Η νέα στρατιωτική και πολιτική ηγεσία εκκαθάρισε τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις από τα αριστερά στοιχεία, ελέγχοντας πλήρως το φρόνημα των στρατευμένων οπλιτών και αξιωματικών. Δημιουργήθηκε έτσι η 3η Ορεινή Ταξιαρχία, επικεφαλής της οποίας τοποθετήθηκε ο συνταγματάρχης Θρασύβουλος Τσακαλώτος. Η Ταξιαρχία του Ρίμινι διέθετε άριστο εξοπλισμό, υψηλή εκπαίδευση και, εκτός από τη συμβολή της στην κατάληψη της ιταλικής πόλης, θα αποτελούσε σημαντικότατο στήριγμα του αστικού στρατοπέδου μετά την Απελευθέρωση και κυρίως κατά τη διάρκεια του πρώτου δεκαπενθήμερου των μαχών των Δεκεμβριανών, όταν φαινόταν ότι οι «κόκκινοι» θα κυριαρχούσαν από άκρη σε άκρη στην Αθήνα.
Στο Συνέδριο του Λιβάνου, ο Παπανδρέου προσπάθησε και, τελικά, κατάφερε να χειραγωγήσει τους εκπροσώπους της Αριστεράς, χρησιμοποιώντας ως ένα από τα βασικά επιχειρήματά του την «ευθύνη» τους για τη στάση των στρατιωτικών τμημάτων στη Μέση Ανατολή. Τους απείλησε με λογοδοσία για τα εγκλήματά τους.
Πάντως, ο Γιάννης Ζέβγος, δημοσιογράφος και ανώτατο στέλεχος του ΚΚΕ, στις 18/10/1944 είχε υποστηρίξει ότι «ο Στρατός της Μέσης Ανατολής που ήταν στήριγμα ανίκητο, αντίς για το μέτωπο, οδηγήθηκε στα σύρματα με την κακή καθοδήγηση».
Αν οι φιλοΕΑΜικοί στασιαστές της Μέσης Ανατολής είχαν δείξει «σύνεση», όπως τους προέτρεπε το επιφανές στέλεχος του ΚΚΕ Ανδρέας Τζήμας, τον Αύγουστο του 1943, και «φύλαγαν» τον επαναστατικό τους οίστρο για τον Νοέμβριο του 1944, ο Ελληνικός Στρατός που θα επέστρεφε τον Οκτώβριο του 1944 στη χώρα θα είχε άλλη σύνθεση. Σίγουρα δεν θα αποτελούσε τροχοπέδη για τις επιδιώξεις της ηγεσίας των «κόκκινων» μετά την Απελευθέρωση. Όποιες κι αν ήταν αυτές…
Στρατιωτικές συνωμοτικές ομάδες αυτονομούνται
Ο Τσίρκας, κυριαρχούμενος από το δικό του ζωτικό ψεύδος του «ιερού σκοπού» των στασιαστών της Μέσης Ανατολής, που είχαν τη συμπαράσταση της «μεγάλης πατρίδας του κομμουνισμού», ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθεί ότι το κίνημα, στο οποίο παρασκηνιακά και «εξ αποστάσεως» συμμετείχε και ο ίδιος, έβλαψε τελικά τις επιδιώξεις των ελλήνων κομμουνιστών.
Ακόμα πιο δύσκολο για τον κορυφαίο πεζογράφο θα ήταν να καταλάβει ότι, σαν «αντίδραση» στους ΕΑΜικούς στασιαστές, το 1943 στη Μέση Ανατολή άνοιξε μια φάμπρικα αυτονόμησης των στρατιωτικών κινημάτων του αντίπαλου πολιτικού άκρου. Των ακροδεξιών. Παράνομες συνωμοτικές ομάδες κατώτερων συνήθως αξιωματικών ενεργούσαν μυστικά, έχοντας αυτονομηθεί από τα κέντρα της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας. Αυτοανάγονταν σε «γνήσιους θεματοφύλακες των αξιών του έθνους» και της εθνικοφροσύνης.
Ενώ, πριν από την ενεργοποίηση του Σαλά και των συντρόφων του, υπήρχαν μικρές οργανώσεις μεταξικών - βασιλικών (ΣΑΝ: Σύνδεσμος Αξιωματικών Νομιμοφρόνων) που αντιδρούσαν –με όπλο την παραίτηση– στην επάνοδο των βενιζελικών αξιωματικών, μετά τη στάση του Μαρτίου 1943 οι οργανώσεις αυτού του τύπου «αυτονομιμοποιήθηκαν» («ο στρατός δύναται να βουλεύεται διότι αποτελεί τον ένοπλο λαό», διαδίδεται να έχει –κακώς– πει ο Κανελλόπουλος προσπαθώντας να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα).
Τον Αύγουστο του 1943, ο λοχαγός Καραγιάννης ίδρυσε στη Μέση Ανατολή την ΕΝΑ (Ένωση Νέων Αξιωματικών), με κύριο στόχο την αντιμετώπιση της «κομμουνιστικής απειλής» της ΑΣΟ. Επανδρώθηκε κυρίως από κατώτερους αξιωματικούς. Η μαχητικότητα της ΕΝΑ θα μεταλαμπαδευόταν από στελέχη της στον ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) που ιδρύθηκε λίγο μετά την Απελευθέρωση στην Αθήνα. Οι «ιδεάτες», ανεξάρτητοι πια από το βασιλιά και τους πολιτικούς ηγέτες της Δεξιάς, ταύτιζαν το στράτευμα με το έθνος και θεωρούσαν ότι ο διοικητικός μηχανισμός του στρατού έπρεπε να κυριαρχήσει στην οργάνωση του μεταπολεμικού αστικού κράτους (ορισμός: «δικτατορία του ΙΔΕΑ»).
«Νεότερο παιδί» του ΙΔΕΑ ήταν η ΕΕΝΑ (Εθνική Ένωση Νέων Αξιωματικών), ή «μικρός ΙΔΕΑ», και από το 1959 ουσιαστικά «παπαδοπουλικός ΙΔΕΑ». Μέλη της συνωμοτικής αυτής οργάνωσης θα πρωταγωνιστούσαν αργότερα στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Πηγές: Νίκος Μαραντζίδης, Στη σκιά του Στάλιν, Αλεξάνδρεια, 2023 / Πάνος Ζέρβας, Σημειώσεις για τον Εμφύλιο. Α’ τόμος: Αντίσταση και κατοχικός Εμφύλιος 1941-1944, Επίκεντρο, 2021 / Σάκης Μουμτζής, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο. Ιστορίες από τον Εμφύλιο 1944-1949, Φιλελεύθερος, 2019 / Γαβρίλης Λαμπάτος, ΚΚΕ και εξουσία (1940-1844), Μεταίχμιο, 2018 / το μπλογκ του Πάνου Ζέρβα: greekcivilwar.wordpress.com
[1] Ο Γιάννης Σαλάς έδειχνε να βρίσκεται σε σύγχυση κατά τη διάρκεια της απολογίας του στο Κόμμα (1945). Ισχυρίστηκε αρχικά ότι ο Πέτρος Ρούσσος, ηγετικό στέλεχος του κόμματος, απογοητευμένος από την εξέλιξη του Συνεδρίου του Καΐρου, του είχε πει ότι ήταν πεπεισμένος για την ορθότητα του αγώνα τους και ότι η κυβέρνηση Τσουδερού δεν είχε διάθεση για ενότητα (με το ΕΑΜ). Ότι ο ελληνικός στρατός στο Κάιρο ήταν «καταδικασμένος να διαλυθεί», γεγονός που θα ήταν κέρδος (για τους κομμουνιστές), μια και τον θεωρούσαν «σαν δύναμη του βασιλιά». Στη συνέχεια όμως ισχυρίστηκε ότι το κίνημα (στη Μέση Ανατολή) εκδηλώθηκε γιατί, με δεδομένη τη ρήξη ΕΑΜ και Βρετανών (κάτι για το οποίο δεν θα έπρεπε να είναι καθόλου σίγουρος τότε), υπήρχε «κίνδυνος» είτε να διαλυθούν τα στρατεύματα στη Μέση Ανατολή είτε να γίνουν εκκαθαρίσεις, ώστε αυτά να χρησιμοποιηθούν αργότερα κατά του ΕΛΑΣ…
[2] Οι φιλελεύθεροι είχαν αρχικά (κίνημα Μαρτίου 1943) συμμαχήσει με τους ΕΑΜικούς, πιέζοντας τον Τσουδερό και τους Βρετανούς να αποπέμψουν από το στράτευμα και την κυβέρνηση τους «σκληροπυρηνικούς» μεταξικούς αξιωματικούς και υπουργούς αντίστοιχα και να τους αντικαταστήσουν με βενιζελικούς. Οι σκοποί αυτού του κινήματος επιτυγχάνονταν: οι Βρετανοί δέχονταν αρκετά από τα αιτήματα των στασιαστών, όμως άρχιζαν να γίνονται «εχθρικοί» προς τους ΕΑΜικούς, διώκοντας κάποιους από τους στασιαστές και, στη συνέχεια, προσπαθώντας να εξασθενίσουν τους υπόλοιπους (γυμνάσια στην έρημο, επισφαλείς αποστολές κ.ά.). Όπως προαναφέρθηκε, οι βενιζελικοί σταδιακά θα μετακινούνταν προς το «αστικό στρατόπεδο», αναγνωρίζοντας την απειλή του «κομμουνιστικού κινδύνου». Η διαρκείας μόλις δώδεκα ημερών κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου, με πρωταγωνιστές τους βενιζελικούς Βούλγαρη και Καραπαναγιώτη, θα κατέστελλε την τελευταία εξέγερση των ΕΑΜικών (Απρίλιος 1944).