Μπορούσα να είχα γίνει γλωσσολόγος μαζί του [με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη] αν, από τα 1916 και πέρα, δεν ερχόταν μια άλλη επίδραση, η πιο αποφασιστική, να επισκιάσει κάθε άλλην. Η επίδραση του Γιάννη Αποστολάκη τον οποίο εγνώρισα δάσκαλό μου στην τρίτη του Ελληνικού. Η διδασκαλία του –αναφέρομαι στα Νέα Ελληνικά– ήταν μία αποκάλυψη. Κάτω από κάθε λέξη των κειμένων εκρυβόταν ένας κόσμος ακέραιος νοημάτων, διαθέσεων, επιδιώξεων που σιγά σιγά φανερωνόταν καθώς προχωρούσε η μελέτη μας και μαζί εμαθαίναμε να είμαστε απαιτητικοί. Τα μαθήματά του δεν τα έχω ξεχάσει. Οι κρίσεις του δασκάλου για τον Όρκο των Υδραίων, λόγου χάριν, του Παλαμά, ίσως σε μερικά σημεία να ξεπερνούσαν την αντιληπτικότητα των δωδεκάχρονων παιδιών που τις άκουαν, αλλά πάντως μας εδίδασκαν να στέκουμε ψηλά προκειμένου για ποίηση. Και ύστερα ο λόγος του Αποστολάκη ήταν ένα μάθημα σκληρό, ένα μάθημα χωρίς συμβιβασμούς που για τούτο εγοήτευε το παιδί που πρόθυμα έλκεται από τα δύσκολα και από τα ιδανικά. Επί πολλά χρόνια από τότε, όλα τα χρόνια του γυμνασίου και τα πρώτα πανεπιστημιακά χρόνια, έμεινα κοντά στον Αποστολάκη, γοητευμένος μαθητής, ώσπου αργά και βαθμιαία ν’ αναπτυχθεί η κριτική και προς τον ίδιο τον διδάσκαλο. Αλλά και τούτο μ’ έναν σεβασμό και μιαν εμπιστοσύνη που τίποτε δεν εκλόνισε ώς σήμερα. Στον Αποστολάκη οφείλω την οριστική στροφή μου προς την κριτική και προς τη συστηματική μελέτη των γραμμάτων».
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από ένα άγνωστο ντοκουμέντο: μια συνέντευξη του Κ.Θ. Δημαρά στο ραδιόφωνο, το 1958, με την οποία αρχίζει το αφιέρωμα του νέου τεύχους του Books’ Journal στον σπουδαίο φιλόλογο και ιστορικό της λογοτεχνίας. Το αφιέρωμα συμπληρώνουν τέσσερα ακόμα κείμενα:
*Ο ομότιμος διευθυντής ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης, γράφει για τις έρευνές του και την πολυδύναμη βιβλιοθήκη που συγκρότησε.
*Ο επίκουρος καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιάννης Δημητρακάκης, γράφει για ορισμένες κομβικές πρώιμες παρεμβάσεις του νεαρού Δημαρά, με τις οποίες αμφισβητεί το «υψηλό νόημα της τέχνης».
*Η αναπληρώτρια καθηγήτρια νεοελληνικής λογοτεχνίας και θεωρίας της λογοτεχνίας στο τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μαρία Αθανασοπούλου, γράφει για τις ερμηνείες εκ μέρους του Δημαρά του έργου του Καβάφη και της δεξίωσης του έργου του.
*Και ο ομότιμος καθηγητής στο τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Αλέξης Πολίτης, καταθέτει τις αναμνήσεις του από τον Δημαρά. Στο κείμενό του, παπιγιόν με κλιπς, καταθέτει και την ακόλουθη εμπειρία:
[…] μια φορά, στα τελευταία του χρόνια –είχε «καλά στερνά» που λέει η κουβέντα, οδηγούσε αυτοκίνητο ώς τα βαθιά γεράματα–, είχα πάει στο σπίτι του στην οδό Μουρούζη να τον δω. Έκανε ζέστη και δεν φορούσε σακάκι, μόνο το άσπρο πουκάμισο, με ανοιχτόν τον γιακά. Άμα μπήκα στο γραφείο, μου έδειξε την καρέκλα, κούμπωσε τον γιακά, και πήρε το παπιγιόν του. Άνοιξε τα κλιπς, τα πέρασε από εδώ κι από εκεί στον γιακά, ένα κλικ, δεύτερο κλικ. Κάθισε λίγο καλύτερα στην πολυθρονίτσα του κι έβαλε, χαμογελαστός, το ένα ποδάρι πάνω στ’ άλλο. «Καλημέρα σας». Μας μιλούσε σ’ όλους στον πληθυντικό.
Το τεύχος 123 θα βρίσκεται από αύριο, σταδιακά, στα βιβλιοπωλεία και στα περίπτερα.