Την υποψηφιότητα της μεγάλης Ρωσίδας δημιουργού, προώθηκαν ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ Χουνάρ Γιάκομπσον και του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ Ρομάν Γιάκομπσον.
Η Άννα Αχμάτοβα όμως, πέθανε στις 5 Μαρτίου 1966 και έτσι η επιτροπή σταμάτησε την περαιτέρω συζήτηση της υποψηφιότητάς της.
Ένα χρόνο νωρίτερα, είχε ξανασυζητηθεί το όνομα της Άννας Αχμάτοβα, ως υποψήφιας για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Προφανώς όμως, τη χρονιά εκείνη το δημιουργικό έργο της ποιήτριας δεν είχε συγκινήσει τα μέλη της Ακαδημίας τόσο, όσο η τραγική και γεμάτη δυσκολίες ζωή της.
Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Νόμπελ, Άντρες Εστερλουντ, αναφέρει ότι διάβασε σε μετάφραση την ποίηση της Αχμάτοβα. “Με είχε εντυπωσιάσει πολύ την αληθινή της έμπνευση και η εκλεπτυσμένη της τεχνική, μα με είχε συγκλονίσει η ζωή της ποιήτριας, η οποία για πολλά χρόνια ήταν καταδικασμένη σε μια βαριά, καταναγκαστικά σιωπή!”.
Στον σχετικό κατάλογο που δόθηκε στη δημοσιότητα, περιλαμβάνονται 72 ονόματα, ανάμεσα στα οποία βρίσκονται και εκείνα του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, του Κωνσταντίν Παουστόφσκι, τον Σάμιουελ Μπέκετ, του Λουί Αραγκόν, του Αλμπέρτο Μοράβια, του Χόρχε Λούις Μπόρχες, του Πάμπλο Νερούδα.
Η Σουηδική Ακαδημία, με άμεση ψηφοφορία, συζήτησε τις υποψηφιότητες του Ιάπωνα Γιασουνάρι Καβαμπάτα, ο οποίος τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1968, του Άγγλου Γκράχαμ Γκρην, καθώς και του Ισραηλινού συγγραφέα Σμουέλ Αγκνόν και της Γερμανίδας ποιήτριας Νέλλυ Ζακς. Αγκνόν και Ζακς μοιράστηκαν το βραβείο το 1966.
Από τα περσινά αποχαρακτηρισμένα αρχεία της Σουηδικής Ακαδημίας, προκύπτει πως η πλειοψηφία των μελών της είχε ταχθεί υπέρ της απονομής του βραβείου στον σοβιετικό συγγραφέα Μιχαήλ Σόλοχοφ, ωστόσο η επιτροπή πριν από την τελική ψηφοφορία είχε συζητήσει την περίπτωση να μοιραστούν οι δύο δημιουργοί το βραβείο, πρόταση στην οποία αντιτάχθηκε ο πρόεδρος Έστερλουντ λέγοντας πως “η Αχμάτοβα και ο Σόλοχοφ γράφουν στην ίδια γλώσσα, μα δεν έχουν τίποτα άλλο κοινό”.