Ανάμεσα σε πολλές άλλες αναφορές, ο Πέτρος Μάρκαρης δημοσιεύει και την ιστορία που ακολουθεί, χαρακτηριστική των παιδικών του χρόνων στην Κωνσταντινούπολη, της επιλογής πρώτης γλώσσας και της υιοθέτησης, μέσω της ελληνικής, κοσμοπολίτικης ταυτότητας:
Ο παππούς μου καταγόταν από μια πάμπλουτη αρμενική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Στο αρχοντικό τους είχαν μια ανδριώτισσα μαγείρισσα. Η μαγείρισσα αυτή ζήτησε μια μέρα από τον προπάππο μου την άδεια να φιλοξενήσει στο σπίτι μια ανιψιά της από την Ανδρο. Ο προπάππος μου δεν είχε αντίρρηση.
Η ανιψιά ήταν δεκαεπτά χρόνων και ο παππούς μου την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Πήγε στον πατέρα του και του ανακοίνωσε ότι θέλει να την παντρευτεί. Ο πατέρας του τον κοίταξε σαν να ήταν τρελός και του είπε:
«Θα παντρευτείς την ανιψιά της μαγείρισσάς μας, και μάλιστα Ελληνίδα. Ξέχασε το.»
Ο παππούς μου, όχι μόνο δεν το ξέχασε, αλλά επανερχόταν κάθε τόσο στο θέμα. Ωσπου ο πατέρας του βαρέθηκε και του είπε:
«Ακουσε, αν παντρευτείς αυτή την κοπέλα, εγώ θα σε αποκληρώσω την επόμενη μέρα».
Ο παππούς μου την παντρεύτηκε και ο πατέρας του τον αποκλήρωσε. Τότε, ο παππούς μου πήρε τη γυναίκα του, έφυγε από το αρχοντικό, εγκαταστάθηκε σε ένα δυάρι και από εκείνη τη μέρα δεν ξαναμίλησε αρμένικα. Εμαθε κουτσά-στραβά τη γλώσσα της γυναίκας του, έστειλε τα παιδιά του σε ελληνικά σχολεία, όλα τα παιδιά παντρεύτηκαν Ρωμιές και Ρωμιούς της Πόλης, και η οικογένεια εξελληνίσθηκε. [...]
Το αφιέρωμα κοσμείται με ένα ιδιαίτερο εξώφυλλο από τον Αλέκο Παπαδάτο (που κάτι θα σας θυμίσει) και με ιδιαίτερα ασπρόμαυρα φωτογραφικά πορτρέτα του συγγραφέα από τον Κωνσταντίνο Πίττα.
Η υπόλοιπη ύλη του Books' Jοurnal είναι, επίσης, εκλεκτή και ποικίλη. Το τεύχος, μεταξύ άλλων, συμπληρώνεται με την επιλογή αναγνώσεων για το καλοκαίρι, από τους πιο ενδεδειγμένους κριτικούς, που πριν επιλέξουν έχουν διαβάσει το σύνολο σχεδόν της βιβλιοπαραγωγής στον τομέα τους.