Ήταν αριστερός, της ανιδιοτελούς Αριστεράς της προσφοράς. Δεν επιδίωξε αξιώματα, του αρκούσε απλώς ότι το μεγάλο πάθος του, η φυσική, είχε αναγνωριστεί από τους θεσμούς της παιδείας, όπως επίσης είχε αναγνωριστεί η μεταδοτικότητά του, η ελκυστική παρουσίαση στους μαθητές του ενός αντικειμένου που πολλοί το προσεγγίζουν ως στριφνό και δυσερμήνευτο.
Είχε γεννηθεί στο Κουκάκι το 1944. Από πολύ νωρίς αφιερώθηκε στην αγαπημένη του επιστήμη. Κατ’ αρχάς, δίδασκε φυσική για πολλά πολλά χρόνια στο δημόσιο σχολείο, σε χιλιάδες μαθητές Γενικού Λυκείου - τα τελευταία χρόνια, έως πριν μερικές εβδομάδες, εργαζόταν στην Ιόνιο Σχολή της Φιλοθέης. Την τελευταία δεκαετία, επίσης, διετέλεσε επιμορφωτής περίπου δύο χιλιάδων εκπαιδευτικών.
Παράλληλα, παρακολουθούσε τα τεκταινόμενα στα γράμματα και στις τέχνες. Διάβαζε συστηματικά οτιδήποτε ενδιαφέρον στο χώρο του μοντερνισμού και παρακολουθούσε κινηματογράφο, θέατρο, τη σκηνή των εικαστικών – οτιδήποτε πίστευε ότι μπορούσε να τον εμπλουτίσει ως άνθρωπο. Η ευρύτητα της καλλιέργειάς του, άλλωστε, είχε συμβάλει στη μεταδοτικότητά του κατά τη διδασκαλία: το μάθημά του ήταν περιήγηση σε έναν πλούσιο κόσμο και όχι πρόσκληση για στείρα απομνημόνευση μιας πολύ ειδικής γνώσης.
Για το ποιος ήταν πραγματικά ο Ανδρέας Κασσέτας, θα προσφύγουμε στους φίλους του, στη δημιουργική «νησίδα ylikonet», οι οποίοι θυμούνται τη συγγραφική του προσφορά και τη διδασκαλική του δεξιότητα:[1]
[...] Ξεκίνησε το 1972 με το Λύνοντας Ασκήσεις Φυσικής (με τον Σπύρο Οικονόμου). Το βιβλίο ήταν «διαφορετικό» ξεκινώντας απ’ το εξώφυλλό. Το σχεδίασε, ακολουθώντας το ψυχεδελικό ύφος της ποπ κουλτούρας του τέλους του 1960, ένας μαθητής του στο φροντιστήριο. Οι εκφωνήσεις και οι ορισμοί διατυπώνονταν στην καθαρεύουσα ενώ οι συλλογισμοί στη δημοτική, «γιατί στη δημοτική σκεπτόμαστε». Το δεύτερο, όλο στη δημοτική, εκδόθηκε το 1973 με τίτλο Η Φυσική και οι Φυσικοί, και είχε εξώφυλλο μια φωτογραφία που τράβηξε ο ίδιος στο Παρίσι.
Επιστρέφοντας από το Παρίσι, βρήκε πρόσκληση να συναντήσει τον τραγικό Μπάμπαλη στη Γενική Ασφάλεια. Αποστασιοποιούμενος από “αντιστασιακές περγαμηνές”, αφηγείται: «υπέθεσα ότι ανακάλυψαν πως η προμετωπίδα του βιβλίου αποτελούσε, χωρίς να αναφέρεται, απόσπασμα από τη Διαλεκτική της Φύσης του Ένγκελς. Ο Μπάμπαλης όμως ζητούσε επίμονα εξηγήσεις για το πώς μπορεί να ταιριάξουν Φυσική και δημοτική». Τον ίδιο τίτλο (Η Φυσική και οι Φυσικοί) απέδωσε και στη δημοφιλέστερη ιστοσελίδα των φυσικών της εκπαίδευσης, την οποία ανέβασε στο διαδίκτυο στις αρχές του 2000.
Τα βιβλία που αντιπροσώπευσαν την άποψή του για το μάθημα Φυσική εκδόθηκαν ως διδακτικά εγχειρίδια από τον ΟΕΔΒ το 1985 και το 1986. Πρώτα η Φυσική, Α’ Τάξη Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου με συν-συγγραφείς τους Σταμάτη Μουρίκη, Νίκο Δαπόντε και Μανώλη Σκιαθίτη και τον επόμενο χρόνο η Φυσική, Β’ Τάξη Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου, μαζί με τους Σταμάτη Μουρίκη και Νίκο Δαπόντε. Αυτά τα εγχειρίδια, που υποστηρίχθηκαν δυναμικά από την ίδιο σε ημερίδες σ’ όλη τη χώρα και αγκαλιάστηκαν από τους πιο δραστήριους δάσκαλους των Λυκείων, ανέδειξαν τα όρια μια φιλόδοξης διπλής εκπαιδευτικής στόχευσης. Το να διδάσκεται δηλαδή η Φυσική με σεβασμό και χωρίς εκπτώσεις στη θετικιστική επιστημολογία της και ταυτόχρονα να διανθίζεται με στοιχεία του ευρύτερου ανθρώπινου πολιτισμού, όπως τα ταξίδια στην Ιστορία των Επιστημών, οι βόλτες στις φυσικές έννοιες καβάλα στις πλάτες του Οβελίξ, οι περίπατοι στα πλακόστρωτα του Φιλοπάππου τα φιλοτεχνημένα από τον Πικιώνη με ηλιακές ακτίνες και ο διάπλους των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων, όπως «στρέφει ο μπούσουλας» του Νίκου Καββαδία.
Τα επόμενα συγγραφικά του εγχειρήματα επιδίωξαν την εξοικείωση του ευρύτερου αναγνωστικού κοινού με την Επιστήμη, με όχημα τον αφηγηματικό λόγο. Έτσι προέκυψαν τα δημοφιλή βιβλία Το Φάντασμα του Λεονάρντο το 1989, Η Άρκτος, η Πρέσπα, η Παρασκευή το 1992 και το 2000 το Και της προτείνει μια βόλτα. Την ίδια δεκαετία συνέθεσε τρία μονόπρακτα για σχολικό θέατρο, με περιεχόμενο τη Φυσική, μοναδικά στο είδος τους στην Ελλάδα. Τα έργα Η Ποίηση στο Εδώλιο, μαζί και η Σελήνη, Το Αγγλικό Εκείνο Μήλο καιοι Εξομολογήσεις ενός Λάστιχου, αποτελούν πρόσφορο υλικό για τους εκπαιδευτικούς που θέλουν να περάσουν τη Φυσική από τις τάξεις και τα εργαστήρια, στις αίθουσες εκδηλώσεων των σχολείων.
Την ίδια επίσης περίοδο, μετέφρασε το βιβλίο Τα Μαθηματικά και ο Εγκέφαλος, των Changeux & Connes (1995) –μαζί με τους Σ. Μάκρα και Σ. Μανουσέλη– και την Μπανιέρα του Αρχιμήδη των Ortoli & Witkowski (1997).
Τις διδακτικές του απόψεις, με έμβλημα το «να πάρουμε το λάθος αγκαλιά», τις συνόψισε στα δυο πιο πετυχημένα βιβλία Διδακτικής Φυσικών Επιστημών στη χώρα.
Το 2000, στο Μακρόν Φυσική προ του βραχέως Διδάσκω και, το 2004, στο «πιο ώριμο» όπως εκτιμούσε, Το Μήλο και το Κουάρκ. «Μήλο και Κουάρκ» αποκαλούσε και το τελευταίο αυτοκίνητο που οδήγησε, αφού το αγόρασε με τα εκδοτικά δικαιώματα του βιβλίου.
Οι διδακτικές του απόψεις, τα αφηγηματικά του εγχειρήματα με αντικείμενο τον Φυσικό Κόσμο, τα διδακτικά εγχειρίδια στα οποία συνέβαλε εμβληματικά, οι ατέλειωτες ώρες μελέτης της βιβλιογραφίας, κυρίως όμως το ανεπανάληπτο διδακτικό αλλά και προσωπικό του ταπεραμέντο, συνοψίζονται και αναγνωρίζονται με αναφορά στο μικρό του όνομα.
Αυτό που λέμε «ο τρόπος του Ανδρέα».
Και αυτός ο τρόπος μοιάζει να παραμένει αγέραστος.
Ο Ανδρέας Κασσέτας δεν μένει πια εδώ. Πέθανε – αλλά θα ζει πάντα ο τύπος που ενσάρκωσε: ο άνθρωπος που πορεύτηκε με τη γνώση, ταύτισε τη γνώση με την απόλαυση και συνέδεσε τη ζωή του με τη μετάδοση της γνώσης, συστατικού στοιχείου των ανθρώπων που επιζητούν την πρόοδο.
Αντίο.